Στην ανάρτησήμας : http://topikopoiisi.blogspot.de/2012/05/blog-post_3162.html υποσχεθήκαμε τη συνέχιση της συζήτησης πάνω στο θέμα της εκπαίδευσης. Θα το κάνουμε αυτό σε συνέχειες. Η πρώτη λοιπόν:
1) Ο ρόλος του σημερινού εκπαιδευτικού μηχανισμού(ε. μ.) γενικά
Ο ε.μ. σήμερα εξυπηρετεί κύρια τρείς στόχους, χωρίς βέβαια αυτό να είναι απόλυτο:
α) Προετοιμάζει τη νέα γενιά(ν.γ.) να δεχτεί την κοινωνία αυτή όπως είναι, δηλαδή την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, τις υπάρχουσες αξίες και σχέσεις, τους θεσμούς και τις δομές της και
γενικά να δεχθεί την κυρίαρχη ιδεολογία.
β) Παρέχει στον ένα ή στον άλλο βαθμό τις απαραίτητες εκείνες γνώσεις στους εκπαιδευόμενους, για να τους ταξινομήσει έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις αναγκαιότητες κάθε φορά της παραγωγής, δίνοντάς τους ένα «χαρτί» ή τα «εφόδια» για εξάσκηση επαγγέλματος. Προωθεί δηλαδή τον ωφελιμιστικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης.
γ) Ανταποκρίνεται στο γενικό «ουμανιστικό» αίτημα για την αναγκαιότητα της ανάπτυξης
του ατόμου μέσω της «μόρφωσης». Ειδικά με τη γενίκευση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης ανταποκρίνεται στο αίτημα των κατώτερων τάξεων να μην είναι η «μόρφωση» προνόμιο μιας
ελίτ, όπως ήταν στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες.
Τους παραπάνω στόχους, καθώς και άλλους επιμέρους, δεν τους πετυχαίνει με ξεχωριστές εκπαιδευτικές λειτουργίες, αλλά μέσα από ένα σύνολο γνώσεων που όλο και περισσότερο συγκεκριμενοποιούνται και εξειδικεύονται, όσο προχωράει κανείς απ' την κατώτερη προς την ανώτερη βαθμίδα εκπαίδευσης.
Το τελικό αποτέλεσμα του ε.μ., όσοι δηλαδή βγαίνουν τελικά α π ' την ανώτερη βαθμίδα, κατά
κύριο λόγο, είναι στελέχη του συστήματος, άνθρωποι που δέχονται τις υπάρχουσες σχέσεις και αξίες καθώς και το ρόλο των φορέων τους. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι γίνονται φορείς της ιδεολογίας της «ανάπτυξης και της προόδου». Παράλληλα λειτουργούν άνετα στα πλαίσια των μηχανισμών και ιδίως τα «τεχνοκρατικά» στελέχη, αναδείχνονται σε υπέρμαχους μιας πλατύτερης αναπαραγωγής αυτών των σχέσεων, ταυτιζόμενοι και ταξικά πια οι περισσότεροι με την κυρίαρχη τάξη(ανεξάρτητα αν η προέλευσή τους είναι από άλλη τάξη).
Η εκπαίδευση σήμερα χωρίζεται σε γενική και ειδική - επαγγελματική. Η γενική παρέχει εκείνες τις γνώσεις τις απαραίτητες για όλες τις κατηγορίες των επαγγελμάτων. Αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία θα στηριχτεί η ειδική -επαγγελματική που θα δώσει γνώσεις απαραίτητες για ένα συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων και λειτουργιών στελέχωσης είτε της οικονομίας και της διαχείρισης, είτε της πολιτικής, είτε της ιδεολογίας. Βέβαια δεν εξασφαλίζει τη συγκεκριμένη θέση σ' αυτούς τους τομείς. (Αυτό γίνεται κύρια μέσω της αγοράς εργασίας).
Υπάρχει πάντα μια «διαφορά φάσης» μεταξύ των αναγκών της παραγωγής κάθε φορά και εκείνων που εκπληρώνει η εκπαίδευση. Η διαφορά μάλιστα αυτή μεγαλώνει, όσο οι ρυθμοί ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας αυξάνονται. Η διαιώνισή της, κάνει πολλούς «φιλελεύθερους» διανοούμενους να αμφισβητούν τη δυνατότητα του ε.μ. να ανταποκρίνεται πραγματικά στις ανάγκες της παραγωγής, και με το «χαρτί» που δίνει στους απόφοιτους να είναι ο μηχανισμός που τους εντάσσει σε αυτήν. Τάσσονται έτσι υπέρ της «γενικής μόρφωσης» και της «ευρύτερης επαγγελματικής κατάρτισης» και της κατάργησης της αξίας του τίτλου σπουδών, με την έννοια της «ευελιξίας», ώστε η ένταξη να γίνεται μόνο μέσω της αγοράς εργασίας.
Σ' αντίθεση βέβαια με την τεχνοκρατική αντίληψη, που προτείνει «μεταρρυθμίσεις επί μεταρρυθμίσεων», για την παρακολούθηση της «εξέλιξης και της προόδου» και την άμβλυνση της αντίφασης.
Η ν.γ. - χωρίς εξαίρεση- έχει μία έμφυτη παρόρμηση για να μάθει τον κόσμο που την περιβάλλει και έτσι να ξέρει πώς να λειτουργεί σε σχέση μ' αυτόν, αναπτύσσοντας τις ικανότητες της και τα ταλέντα της για ατομική και κοινωνική ολοκλήρωση. Έτσι οι νέοι όλων των κοινωνικών τάξεων έχουν την απαίτηση για μια παιδεία γενικά. Ειδικά όμως για τις κατώτερες τάξεις η εκπαίδευση παίρνει και μιαν άλλη διάσταση. Τις βοηθάει να αντιληφθούν την ταξική τους θέση στα πλαίσια των κοινωνικών σχέσεων που υπάρχουν και γίνεται μέσο εξέγερσης ενάντια στους κατέχοντες την εξουσία. Μ' αυτή την έννοια η «μόρφωση», η παιδεία, μπορεί να είναι μια απελευθερωτική δραστηριότητα για τους «από κάτω», που τους χειραφετεί.
Όμως αυτή η «μόρφωση» παρεχόμενη από ένα ιδιαίτερα θεσμοποιημένο μηχανισμό, τον εκπαιδευτικό, χρησιμοποιήθηκε απ' την κυρίαρχη τάξη σα μέσο και μέθοδο ελέγχου ,
καταπίεσης και ιδεολογικού βιασμού των κατώτερων τάξεων και ειδικά της εργατικής. Έγινε όπλο στα χέρια της, γιατί με τη μορφή που πήρε σα μηχανισμός κοινωνικής ένταξης της ν.γ., το αίτημα των λαϊκών στρωμάτων για «λαϊκή παιδεία», στο βαθμό που αποβλέπει στη βελτίωση της κοινωνικής θέσης των παιδιών τους μέσω του «χαρτιού», κάθε άλλο παρά απελευθερωτική είναι.
Γίνεται μέσο αλλοτρίωσης και αποπροσανατολισμού τους.
Ειδικά στην Ελλάδα μετά το 1950, οι «σπουδές» έγιναν το μέσο, ο «εφαλτήρας» που πάνω
του πατούσε ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό των παιδιών της εργατικής και αγροτικής τάξης -παρ' όλα τα ταξικά εμπόδια- για να ξεφύγουν απ ' τη μιζέρια και τη περιθωριοποίηση, για να ανέβουν κοινωνικά, να ενταχθούν στα μικροαστικά στρώματα των πόλεων και σε ένα καταναλωτικό τρόπο ζωής. Η παραδοσιακή αριστερά, όλο αυτό το διάστημα και ιδίως από τότε που στη κυβέρνηση ανέβηκε το ΠΑΣΟΚ, εκφράζοντας και συστηματοποιώντας αυτή την τάση για «κοινωνική άνοδο» και «προκοπή» με αιτήματα: «λαϊκή παιδεία», «όχι φραγμούς στη μόρφωση», «αξιοκρατία» κ λ π, προώθησε ακόμα περισσότερο τον αποπροσανατολιστικό και «ωφελιμιστικό» της χαρακτήρα,
μια και στόχευε κύρια στην ποσότητα και την οικονομική ανέλιξη κι όχι στην ποιότητα, την ολοκληρωμένη εσωτερική ανάπτυξη του νέου ατόμου, μέσω της ισορροποιμένης ένταξης στο κοινωνικό σύνολο και το φυσικό περιβάλλον.
Η εκπαίδευση λοιπόν έχει 2 όψεις. Είναι δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να είναι απελευθερωτική και να διευρύνει συνειδήσεις, αλλά μπορεί εξ ίσου να είναι καταπιεστική, αλλοτριωτική, να οδηγεί τη ν.γ. να υπηρετεί τους σκοπούς της ελίτ και σε δρόμους τέτοιας υπερκατανάλωσης των πόρων-δανειζόμενη από το μέλλον της- ώστε να στρέφεται μελλοντικά ενάντια στην ίδια την επιβίωσή της μέσα σε ένα καταστραμμένο και ρημαγμένο περιβάλλον.
1) Ο ρόλος του σημερινού εκπαιδευτικού μηχανισμού(ε. μ.) γενικά
Ο ε.μ. σήμερα εξυπηρετεί κύρια τρείς στόχους, χωρίς βέβαια αυτό να είναι απόλυτο:
α) Προετοιμάζει τη νέα γενιά(ν.γ.) να δεχτεί την κοινωνία αυτή όπως είναι, δηλαδή την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, τις υπάρχουσες αξίες και σχέσεις, τους θεσμούς και τις δομές της και
γενικά να δεχθεί την κυρίαρχη ιδεολογία.
β) Παρέχει στον ένα ή στον άλλο βαθμό τις απαραίτητες εκείνες γνώσεις στους εκπαιδευόμενους, για να τους ταξινομήσει έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις αναγκαιότητες κάθε φορά της παραγωγής, δίνοντάς τους ένα «χαρτί» ή τα «εφόδια» για εξάσκηση επαγγέλματος. Προωθεί δηλαδή τον ωφελιμιστικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης.
γ) Ανταποκρίνεται στο γενικό «ουμανιστικό» αίτημα για την αναγκαιότητα της ανάπτυξης
του ατόμου μέσω της «μόρφωσης». Ειδικά με τη γενίκευση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης ανταποκρίνεται στο αίτημα των κατώτερων τάξεων να μην είναι η «μόρφωση» προνόμιο μιας
ελίτ, όπως ήταν στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες.
Τους παραπάνω στόχους, καθώς και άλλους επιμέρους, δεν τους πετυχαίνει με ξεχωριστές εκπαιδευτικές λειτουργίες, αλλά μέσα από ένα σύνολο γνώσεων που όλο και περισσότερο συγκεκριμενοποιούνται και εξειδικεύονται, όσο προχωράει κανείς απ' την κατώτερη προς την ανώτερη βαθμίδα εκπαίδευσης.
Το τελικό αποτέλεσμα του ε.μ., όσοι δηλαδή βγαίνουν τελικά α π ' την ανώτερη βαθμίδα, κατά
κύριο λόγο, είναι στελέχη του συστήματος, άνθρωποι που δέχονται τις υπάρχουσες σχέσεις και αξίες καθώς και το ρόλο των φορέων τους. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι γίνονται φορείς της ιδεολογίας της «ανάπτυξης και της προόδου». Παράλληλα λειτουργούν άνετα στα πλαίσια των μηχανισμών και ιδίως τα «τεχνοκρατικά» στελέχη, αναδείχνονται σε υπέρμαχους μιας πλατύτερης αναπαραγωγής αυτών των σχέσεων, ταυτιζόμενοι και ταξικά πια οι περισσότεροι με την κυρίαρχη τάξη(ανεξάρτητα αν η προέλευσή τους είναι από άλλη τάξη).
Η εκπαίδευση σήμερα χωρίζεται σε γενική και ειδική - επαγγελματική. Η γενική παρέχει εκείνες τις γνώσεις τις απαραίτητες για όλες τις κατηγορίες των επαγγελμάτων. Αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία θα στηριχτεί η ειδική -επαγγελματική που θα δώσει γνώσεις απαραίτητες για ένα συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων και λειτουργιών στελέχωσης είτε της οικονομίας και της διαχείρισης, είτε της πολιτικής, είτε της ιδεολογίας. Βέβαια δεν εξασφαλίζει τη συγκεκριμένη θέση σ' αυτούς τους τομείς. (Αυτό γίνεται κύρια μέσω της αγοράς εργασίας).
Υπάρχει πάντα μια «διαφορά φάσης» μεταξύ των αναγκών της παραγωγής κάθε φορά και εκείνων που εκπληρώνει η εκπαίδευση. Η διαφορά μάλιστα αυτή μεγαλώνει, όσο οι ρυθμοί ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας αυξάνονται. Η διαιώνισή της, κάνει πολλούς «φιλελεύθερους» διανοούμενους να αμφισβητούν τη δυνατότητα του ε.μ. να ανταποκρίνεται πραγματικά στις ανάγκες της παραγωγής, και με το «χαρτί» που δίνει στους απόφοιτους να είναι ο μηχανισμός που τους εντάσσει σε αυτήν. Τάσσονται έτσι υπέρ της «γενικής μόρφωσης» και της «ευρύτερης επαγγελματικής κατάρτισης» και της κατάργησης της αξίας του τίτλου σπουδών, με την έννοια της «ευελιξίας», ώστε η ένταξη να γίνεται μόνο μέσω της αγοράς εργασίας.
Σ' αντίθεση βέβαια με την τεχνοκρατική αντίληψη, που προτείνει «μεταρρυθμίσεις επί μεταρρυθμίσεων», για την παρακολούθηση της «εξέλιξης και της προόδου» και την άμβλυνση της αντίφασης.
Η ν.γ. - χωρίς εξαίρεση- έχει μία έμφυτη παρόρμηση για να μάθει τον κόσμο που την περιβάλλει και έτσι να ξέρει πώς να λειτουργεί σε σχέση μ' αυτόν, αναπτύσσοντας τις ικανότητες της και τα ταλέντα της για ατομική και κοινωνική ολοκλήρωση. Έτσι οι νέοι όλων των κοινωνικών τάξεων έχουν την απαίτηση για μια παιδεία γενικά. Ειδικά όμως για τις κατώτερες τάξεις η εκπαίδευση παίρνει και μιαν άλλη διάσταση. Τις βοηθάει να αντιληφθούν την ταξική τους θέση στα πλαίσια των κοινωνικών σχέσεων που υπάρχουν και γίνεται μέσο εξέγερσης ενάντια στους κατέχοντες την εξουσία. Μ' αυτή την έννοια η «μόρφωση», η παιδεία, μπορεί να είναι μια απελευθερωτική δραστηριότητα για τους «από κάτω», που τους χειραφετεί.
Όμως αυτή η «μόρφωση» παρεχόμενη από ένα ιδιαίτερα θεσμοποιημένο μηχανισμό, τον εκπαιδευτικό, χρησιμοποιήθηκε απ' την κυρίαρχη τάξη σα μέσο και μέθοδο ελέγχου ,
καταπίεσης και ιδεολογικού βιασμού των κατώτερων τάξεων και ειδικά της εργατικής. Έγινε όπλο στα χέρια της, γιατί με τη μορφή που πήρε σα μηχανισμός κοινωνικής ένταξης της ν.γ., το αίτημα των λαϊκών στρωμάτων για «λαϊκή παιδεία», στο βαθμό που αποβλέπει στη βελτίωση της κοινωνικής θέσης των παιδιών τους μέσω του «χαρτιού», κάθε άλλο παρά απελευθερωτική είναι.
Γίνεται μέσο αλλοτρίωσης και αποπροσανατολισμού τους.
Ειδικά στην Ελλάδα μετά το 1950, οι «σπουδές» έγιναν το μέσο, ο «εφαλτήρας» που πάνω
του πατούσε ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό των παιδιών της εργατικής και αγροτικής τάξης -παρ' όλα τα ταξικά εμπόδια- για να ξεφύγουν απ ' τη μιζέρια και τη περιθωριοποίηση, για να ανέβουν κοινωνικά, να ενταχθούν στα μικροαστικά στρώματα των πόλεων και σε ένα καταναλωτικό τρόπο ζωής. Η παραδοσιακή αριστερά, όλο αυτό το διάστημα και ιδίως από τότε που στη κυβέρνηση ανέβηκε το ΠΑΣΟΚ, εκφράζοντας και συστηματοποιώντας αυτή την τάση για «κοινωνική άνοδο» και «προκοπή» με αιτήματα: «λαϊκή παιδεία», «όχι φραγμούς στη μόρφωση», «αξιοκρατία» κ λ π, προώθησε ακόμα περισσότερο τον αποπροσανατολιστικό και «ωφελιμιστικό» της χαρακτήρα,
μια και στόχευε κύρια στην ποσότητα και την οικονομική ανέλιξη κι όχι στην ποιότητα, την ολοκληρωμένη εσωτερική ανάπτυξη του νέου ατόμου, μέσω της ισορροποιμένης ένταξης στο κοινωνικό σύνολο και το φυσικό περιβάλλον.
Η εκπαίδευση λοιπόν έχει 2 όψεις. Είναι δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να είναι απελευθερωτική και να διευρύνει συνειδήσεις, αλλά μπορεί εξ ίσου να είναι καταπιεστική, αλλοτριωτική, να οδηγεί τη ν.γ. να υπηρετεί τους σκοπούς της ελίτ και σε δρόμους τέτοιας υπερκατανάλωσης των πόρων-δανειζόμενη από το μέλλον της- ώστε να στρέφεται μελλοντικά ενάντια στην ίδια την επιβίωσή της μέσα σε ένα καταστραμμένο και ρημαγμένο περιβάλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου