Επιστροφή προς τα ... μπρος!

Επιστροφή προς τα ... μπρος!

ΕΝΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ

ΕΝΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ
ΝΑ ΘΕΜΕΛΕΙΏΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΌ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ ΙΣΌΤΗΤΑΣ

Αποανάπτυξη-Τοπικοποίηση -Αυτονομία- Άμεση Δημοκρατία-Ομοσπονδιακός Κοινοτισμός

Τον Μάιο του 2020, μια ομάδα περισσότερων από 1.100 υποστηρικτών της «Αποανάπτυξης», υπέγραψε ένα μανιφέστο καλώντας τις κυβερνήσεις να αδράξουν την ευκαιρία και να στραφούν προς ένα «ριζικά διαφορετικό είδος κοινωνίας, αντί να προσπαθούν απεγνωσμένα να θέσουν ξανά σε λειτουργία την «καταστροφική ανάπτυξη». Η Συνδημία του κοροναϊού δείχνει ότι θα χρειασθεί να γίνουν μεγάλες αλλαγές, αν δεν θέλουμε να πάμε στην κατάρρευση! Ειδικά για την μετά-COVID Ελλάδα: Για να ξεφύγει η χώρα από τη μέγγενη των χρεών, από την φτωχοποίηση και το πολιτισμικό αδιέξοδο, καθώς και από την κατάθλιψη και την μεμψιμοιρία στην οποία έχει πέσει ο πληθυσμός της-ιδίως μετά το σοκ της πανδημίας και τον εγκλεισμό του στα σπίτια- θα χρειασθεί, μετά το πέρασμα της καταιγίδας, να αναπτερωθεί το ηθικό του μέσα από μια στροφή προς μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση . Εφαλτήρας μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας και στη συνέχεια ο μεταποιητικός ένδυσης- υπόδησης, ο ενεργειακός και ο ήπιος ποιοτικός τουρισμός να την συμπληρώσουν. Είναι μια εναλλακτική στη σημερινή κυρίαρχη κατεύθυνση, που δεν χρειάζονται κεφάλαια, ξένες επενδύσεις, χωροταξικά σχέδια, υπερτοπικές συγκεντρώσεις, μεγαλεπήβολα και εξουθενωτικά μεγέθη και ρυθμούς. Η κατεύθυνση της Αποανάπτυξης-Τοπικοποίησης -Αυτονομίας- Άμεσης Δημοκρατίας-Ομοσπονδιακού Κοινοτισμού θα μπορούσε να είναι η διέξοδος για την χώρα, στην μετά-COVID εποχή!

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2020

Για μια νέα μετά-COVID εποχή !

 


Μετά τη δημοσίευση, το 1972, της έκδοσης του «Κλαμπ της Ρώμης»:  «The Limits to Growth»(«Τα όρια της ανάπτυξης»), το αναπτυσσόμενο τότε οικολογικό κίνημα μίλησε για μια νέα «εποχή μετά την ανάπτυξη», για πρώτη φορά. Η διαπίστωση του βιβλίου ήταν απλή: Ο πλανήτης δεν θα μπορεί να διατηρήσει τους τρέχοντες ρυθμούς οικονομικής και πληθυσμιακής αύξησης. Η πρόβλεψη: «Το πιο πιθανό αποτέλεσμα θα είναι μια μάλλον ξαφνική και ανεξέλεγκτη μείωση τόσο στον πληθυσμό όσο και στη βιομηχανική ικανότητα» και άρα η ανθρωπότητα θα έπρεπε να πατήσει φρένο, για να μη υποστεί την κατάρρευση της κοινωνίας όπως την ξέρουμε.

Από τότε, το οικολογικό κίνημα πήρε χοντρικά τρεις κατευθύνσεις: Το μεγαλύτερο κομμάτι του ασχολήθηκε με τα προβλήματα του περιβάλλοντος κυρίως και αυτοονομάσθηκε περιβαλλοντικό, εκφραζόμενο και πολιτικά πρώτιστα μέσα από τα περιβαλλοντικά – πράσινα κόμματα, ένα άλλο μέρος του ασχολήθηκε όχι μόνο με το περιβάλλον, αλλά και με την κοινωνία και τα προβλήματά της παίρνοντας την ονομασία «κοινωνική οικολογία», ενώ ένα τρίτο αποτέλεσε το κίνημα της «βαθιάς οικολογίας», που στόχευε κυρίως στη δημιουργία εναλλακτικών τρόπων ζωής και έβαλε στο κέντρο της κριτικής του τον κυρίαρχο ανθρωπολογικό τύπο της καπιταλιστικής κοινωνίας και τον καταναλωτισμό. Και τα τρία ρεύματα συνυπήρχαν σε μεγάλο βαθμό, κυρίως στην αντίσταση ενάντια στα φαραωνικά έργα καταστροφής του περιβάλλοντος, στην καταγγελία των ορυκτών καυσίμων σαν βασική αιτία για το «φαινόμενο του θερμοκηπίου» και την υπερθέρμανση του πλανήτη, καθώς και στη δημιουργία του γενικότερου κινήματος προστασίας του κλίματος.  

Μισό αιώνα μετά τις προβλέψεις των «Ορίων της ανάπτυξης», η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα έχει αυξηθεί, από περίπου 327 μέρη ανά εκατομμύριο το 1972 σε 416 μέρη ανά εκατομμύριο σήμερα. (Οι επιστήμονες είχαν προειδοποιήσει ότι μια αύξηση στα 350 μέρη ανά εκατομμύριο εγκυμονούσε επικίνδυνη αύξηση της θερμοκρασίας). Οι παγκόσμιες θερμοκρασίες, εν τω μεταξύ, έχουν αναρριχηθεί σχεδόν πάνω από 1 βαθμό Κελσίου, από την προ-βιομηχανική εποχή - τροφοδοτώντας ακραία καιρικά φαινόμενα, καταστροφικά κύματα θερμότητας στην Αρκτική, και μια σταθερή αύξηση της στάθμης της θάλασσας. Πέρυσι, μια έκθεση των Ηνωμένων Εθνών διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι αλλάζουν τόσο ριζικά τον πλανήτη, ώστε μέχρι και 1 εκατομμύριο είδη αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εξαφάνισης.

Μία από τις κύριες ανησυχίες του Κλαμπ της Ρώμης, δηλαδή ότι «η ανεξέλεγκτη αύξηση του πληθυσμού θα πυρπολήσει το περιβάλλον», τα τελευταία χρόνια δεν γίνεται αποδεκτή σε μεγάλο βαθμό, γιατί παρόλο που τα ποσοστά γεννήσεων στις αναπτυγμένες χώρες μειώνονται, έχει διαπιστωθεί ότι αυτές χρησιμοποιούν τους περισσότερους πόρους και έχουν το μεγαλύτερο οικολογικό αποτύπωμα. Αυτό που εξελίσσεται εντελώς ανεξέλεγκτα όμως, είναι η οικονομική ανάπτυξη. Για δεκαετίες, οι περιβαλλοντολόγοι-οικολόγοι-πράσινοι κ.λπ., τσακώνονταν για το αν η παραγωγή όλο και περισσότερων πραγμάτων, χρόνο με το χρόνο, ήταν η αιτία για τη χαοτική κατάσταση του πλανήτη.

Σήμερα, το γενικότερο οικολογικό κίνημα έχει χωριστεί σε εκείνους που πιστεύουν ότι η ανάπτυξη μπορεί να συνεχιστεί κάτω από νέες, πιο βιώσιμες συνθήκες, και σε μια όλο και πιο  ηχηρή μειονότητα που πιστεύει ότι η "πράσινη ανάπτυξη"(ή «βιώσιμη ανάπτυξη») είναι στην καλύτερη περίπτωση ένα οξύμωρο, στη χειρότερη έχει στόχο να μας αποσπάσει την προσοχή και την φαντασία μας από την γενικότερη εναλλακτική της «ανάπτυξης»(Growth), που κατά τη γνώμη τους είναι προοπτική της «αποανάπτυξης»(Degrowth).

Αυτές οι δύο κατευθύνσεις παρέμειναν μέχρι τώρα σε μια άβολη συμμαχία, δραστηριοποιούμενες σε κοινούς στόχους, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, κυρίως στη διατήρηση του κλίματος και την επιδίωξη της κατάργησης των ορυκτών καυσίμων για καθαρή ενέργεια. Τώρα, καθώς η πανδημία COVID-19 καταστρέφει την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία της αγοράς - η οποία αναμένεται να συρρικνωθεί μεταξύ 6% και 7,6% φέτος - έχει μπει στο επίκεντρο της συζήτησής τους το παγκοσμιοποιημένο «μοντέλο της ανάπτυξης».

Αρκετοί οικονομολόγοι και περιβαλλοντολόγοι στα πανεπιστήμια, επανεξετάζουν το ζήτημα, αμφισβητώντας στην πραγματικότητα τη θέση ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι συμβατή με έναν βιώσιμο κόσμο. Και δίνοντας οι περισσότεροι την αρνητική απάντηση στη συμβατότητα, ερευνούν το πώς αλλιώς οι κυβερνήσεις μπορούν να μετρήσουν την επιτυχία (ή την αποτυχία) των σύγχρονων κοινωνιών, πέρα από τους δείκτες που μετρούν την «ανάπτυξη».

Υπάρχουν βέβαια ολόκληρες βιομηχανίες που βασίζονται στην ιδέα ότι ο τρόπος για να σώσουν τον πλανήτη είναι να χρωματίσουν «πράσινη» την οικονομία. Αντικαταστήστε τις πλαστικές συσκευασίες με ανακυκλώσιμες ή λιπασματοποιήσιμες, βάλτε λάμπες LED, ανταλλάξτε ένα τζιπ πετρελαιοκίνητο ή με αέριο με ένα Toyota Prius, κ.λπ., και η «σωτηρία» θα έλθει. Πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν ακόμα ότι οι οικονομίες του κόσμου μπορούν να συνεχίσουν να παράγουν περισσότερα, αλλά με «πράσινο» τρόπο: περισσότερα σπίτια, περισσότερα ηλεκτρονικά, περισσότερα αυτοκίνητα - αλλά και περισσότερα ηλιακά πάνελ, περισσότερες ανεμογεννήτριες και περισσότερα ηλεκτρικά οχήματα. «Η πράσινη ανάπτυξη είναι απαραίτητη, αποτελεσματική και προσιτή», δήλωνε η Παγκόσμια Τράπεζα σε μια έκθεση του 2012.

Αυτοί, που θα τους λέγαμε «πράσινους-αναπτυξιακούς», υποστηρίζουν ότι οι νέες τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα, σε συνδυασμό με μια σταθερή στροφή προς περισσότερες υπηρεσίες-αποϋλοποίηση το είπαν αυτό (π.χ. οργανώστε κέντρα ημερήσιας φροντίδας ή δημοτικά παντοπωλεία ή κοινοτικά θέατρα)- μπορούν να καταστήσουν τη συνεχή ανάπτυξη βιώσιμη. Αυτό το είδος της νοοτροπίας, «να έχεις και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο», έχει γίνει ο κυρίαρχος τρόπος σκέψης για το πώς να μετατρέψεις τη γιγαντεμένη παγκόσμια οικονομία, ώστε να αφήσει πίσω της τα ορυκτά καύσιμα, που είναι και το «ουκ άνευ» αίτημα όλων.

Άλλοι όμως οικολόγοι οικονομολόγοι, πιστεύουν ότι η οικονομική ανάπτυξη, ανεξάρτητα από το πόσο «πράσινη» είναι, απειλεί τον πλανήτη. Πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει είτε να συρρικνώσουν σκόπιμα τις οικονομίες τους – να επιλέξουν δηλαδή τη γνωστή κατεύθυνση της «αποανάπτυξης» - ή, τουλάχιστον, να μην αναπτυχθούν περαιτέρω, επιλέγοντας την «σταθερή κατάσταση». «Η υλική ανάπτυξη δεν μπορεί να συνεχιστεί επ 'αόριστον επειδή ο πλανήτης Γη βάζει από τη φύση του περιοριστικά όρια», λέει οικονομολόγος Tim Jackson στο από το 2009 εκδοθέν βιβλίο του «Prosperity without Growth»(«Ευημερία χωρίς ανάπτυξη»). Το να μπορείς να ζεις καλά-ευζωία το λέμε- σε έναν πεπερασμένο πλανήτη δεν μπορεί απλώς να σημαίνει ότι μπορείς να υπερκαταναλώνεις όλο και περισσότερα υλικά και ενέργεια.

Στο επίκεντρο λοιπόν των συζητήσεων μεταξύ των «πράσινων- αναπτυξιακών» και των «από-αναπτυξιακών»(όπως θα τους αποκαλούμε) οικονομολόγων, βρίσκεται ένα απλό ερώτημα: Μπορεί η παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική οικονομία - η γιγαντιαία αυτή μηχανή που έχει περάσει αιώνες αντλώντας και «ρουφώντας», αχόρταγα στην κυριολεξία, ορυκτά καύσιμα και «φτύνοντας» υλικά αγαθά και απόβλητα -να διαχωριστεί από την οικολογική καταστροφή;

Οι «πράσινοι –αναπτυξιακοί» υποστηρίζουν-το αναφέραμε και πιο πάνω- ότι η τεχνολογία και η καινοτομία μπορούν να σπάσουν αυτό το μοτίβο. Δηλαδή, η ανάπτυξη μπορεί π.χ. να «αποσυνδεθεί» από την αύξηση των εκπομπών. Υπήρξαν μερικά πολλά υποσχόμενα παραδείγματα τις τελευταίες δεκαετίες: Μεταξύ 2000 και 2014, οι Ηνωμένες Πολιτείες και 20 άλλες χώρες είδαν το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν τους να αυξάνεται ακόμη και όταν μειώθηκαν οι εκπομπές άνθρακα. Στις ΗΠΑ, η μείωση οφείλεται στη δραματική μετάβαση από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στην Ευρώπη, οι φόροι άνθρακα και η απομάκρυνση από τη βαριά βιομηχανία συνέβαλαν στη μείωση των εκπομπών. Σε μεγαλύτερη κλίμακα όμως, ενώ η παγκόσμια οικονομία αυξήθηκε περίπου 3% ετησίως από το 2014 έως το 2016 για παράδειγμα, οι παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα δεν υποχώρησαν.

Οι «από-αναπτυξιακοί», από την άλλη, βλέπουν τα παραπάνω παραδείγματα ως εξαιρέσεις που αποδεικνύουν τον κανόνα. Ο διαχωρισμός των εκπομπών από την ανάπτυξη είναι εντελώς εκτός ιστορικής εμπειρίας. Δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνει τεχνικά, αλλά είναι απίστευτα δύσκολο και είναι πολύ διαφορετικό από οτιδήποτε έχουμε κάνει στο παρελθόν. Παρόλο που χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν διαχωρίσει προσωρινά τις εκπομπές από την ανάπτυξη, η μεγαλύτερη εικόνα δεν έχει αλλάξει πολύ. Στις περίπου δυόμισι δεκαετίες από τότε που οι βιομηχανικές χώρες υπέγραψαν το Πρωτόκολλο του Κιότο για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, η ρύπανση από τα ορυκτά καύσιμα αυξήθηκε κατά 50%. Και από τότε που η διετής ανάσα έληξε το 2016, οι εκπομπές άνθρακα αυξήθηκαν ξανά. Η απόλυτη αποσύνδεση, δεν φαίνεται πουθενά!

Σίγουρα, η πράσινη ανάπτυξη ακούγεται υπέροχη –γιατί να μην έχουμε περισσότερα και από όλα τα πράγματα και να σώσουμε ταυτόχρονα τον πλανήτη; - αλλά η μετάβαση από την τρέχουσα οικονομία σε μια νέα, καθαρότερη, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί με γρήγορο και πρωτοποριακό ρυθμό για να αποφευχθούν οι χειρότερες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Φέτος, η πανδημία κοραναϊού, που όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω θα συρρικνώσει πιθανά την παγκόσμια οικονομία μεταξύ 6% και 7,6%,  πιθανότατα θα μειώσει και τις παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μεταξύ 5% και 8%, έχοντας τη μεγαλύτερη πτώση μετά τον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά για να μείνει η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από 1,5 βαθμούς Cο – που θεωρείται ευρέως από τους επιστήμονες ως το σημείο που πάνω από αυτό, οι κλιματική αλλαγή θα εξελιχθεί σε κλιματική καταστροφή- ο κόσμος θα πρέπει να μειώσει τις εκπομπές κατά 7,6% κάθε χρόνο από τώρα έως το 2030. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη ποτέ στο παρελθόν, γιατί να συμβεί σε αυτή την 10ετία;

Ενώ η αποσύνδεση της ανάπτυξης από τις εκπομπές μοιάζει με όνειρο, η μείωση των βλαπτικών εκπομπών από την άλλη, παρουσιάζει άλλα προβλήματα. To 2015, περίπου 1,9 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουσαν με λιγότερα από 3,20 δολάρια την ημέρα, και περίπου το ένα τρίτο από αυτούς, κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική, προσπαθούν να επιβιώσουν με μόλις 1,90 δολάρια την ημέρα. Είναι εύκολο να μιλάμε για τα προβλήματα που έρχονται με μια αναπτυσσόμενη οικονομία όταν ζούμε σε μια σχετικά εύπορη, ανεπτυγμένη χώρα. Δεδομένου του μεγάλου αριθμού ανθρώπων που είναι φτωχοί σε όλο τον κόσμο και της συνεχούς απειλής της κλιματικής αλλαγής, οι περισσότεροι «πράσινοι-αναπτυξιακοί» υποστηρίζουν ότι η «πράσινη ανάπτυξη» είναι η μόνη διέξοδος.

Οι «από-αναπτυξιακοί», φυσικά και δεν αγνοούν την παγκόσμια φτώχεια. Στην πραγματικότητα, πολλοί από αυτούς πιστεύουν ότι οι «αναπτυσσόμενες χώρες» θα πρέπει να συνεχίσουν να αναπτύσσονται για να απομακρύνουν τους πληθυσμούς τους από τη φτώχεια, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι οι εκπομπές τους θα αυξάνονται. Για να εξισορροπήσει το οικολογικό αποτύπωμα στον πλανήτη συνολικά, υποστηρίζουν ότι οι πλουσιότερες χώρες θα έπρεπε να κάνουν περισσότερα με λιγότερα. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, παράγονται οικονομικά αγαθά και υπηρεσίες αξίας περίπου 65.000 δολ. ανά άτομο. Φανταστείτε να μειωθεί το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ των ΗΠΑ στο μισό του σημερινού μεγέθους του. Αυτό θα έκανε τους Αμερικανούς σχεδόν ισοδύναμους με τους Ευρωπαίους. Στην Ελλάδα βέβαια-που έχει χαρακτηρισθεί από πολλούς σαν «ο ναυαγός» της ανάπτυξης- τα εισοδήματα του μέσου Έλληνα υπολείπονται του μέσου Ευρωπαίου, αλλά την Ευρώπη δεν μπορούμε ακόμα να την χαρακτηρίσουμε σαν μια «δυστοπία».

Φυσικά, η περικοπή μιας οικονομίας στο μισό δεν ακούγεται ελκυστική ούτε από τους «από κάτω» των «κοινωνιών της αφθονίας», όταν έχουν και αυτοί αγωνιστεί για να επιτευχθεί η έστω και σχετική για αυτούς αφθονία. Το 40% των νοικοκυριών στις ΗΠΑ κερδίζει λιγότερα από 40.000 δολ. ετησίως και το 15% κερδίζει λιγότερο από 20.000. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς να λέει σε αυτά τα νοικοκυριά να περικόψουν, όταν το 1% της Αμερικής κερδίζει τουλάχιστον μισό εκατομμύριο κάθε χρόνο - και κατέχει περίπου το 40% του πλούτου της χώρας.

Στο ζήτημα των αναγκαίων περικοπών στον «αναπτυγμένο κόσμο», τα οικολογικά οικονομικά έχουν προτείνει ότι ένα ισχυρότερο δίχτυ ασφαλείας θα μπορούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους στις πλουσιότερες χώρες να μάθουν να περνούν με λιγότερα. Με μοντέλα προσομοίωσης υπολογιστών, έχουν δείξει, για παράδειγμα, ότι εάν ο Καναδάς μειώσει την οικονομία του κατά το ήμισυ για πάνω από τρεις δεκαετίες, επεκτείνοντας παράλληλα την εκπαίδευση ενηλίκων, τα προγράμματα κατά της φτώχειας και άλλα μέτρα που θα ωφελήσουν τον πληθυσμό, η χώρα θα μπορούσε να μειώσει τη φτώχεια και την ανεργία παράγοντας πολύ, πολύ λιγότερα. Υποστηρίζουν γενικότερα ότι η ιδανική οικονομία που θα χρειασθεί να οικοδομήσουμε, θα πρέπει να ενσωματώνει τα οικολογικά όρια της γης. Να παρέχει καταφύγιο, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, τρόφιμα κ.λπ. στους ανθρώπους, χωρίς ταυτόχρονα να θέτει σε κίνδυνο το καθαρό νερό, τον αέρα ή το έδαφος. Μια τέτοια οικονομία, θα μπορούσε να υποστηρίξει την «ηθική και κοινωνική πρόοδο» και θα έδινε «χώρο για τη βελτίωση της τέχνης της ζωής», για την επιδίωξη της «ευζωίας» των ανθρώπων, στα πλαίσια της ισορροπίας με τα οικοσυστήματα και τις άλλες μορφές ζωής, στα οποία θα πρέπει να αποδώσει μια «αυταξία» και όχι μόνο ανταλλακτική αξία.

Ιστορικά, o καπιταλισμός έχει βασιστεί στον άνθρακα και το πετρέλαιο - και έτσι η ρύπανση, ειδικά οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ήταν αναπόφευκτο αποτέλεσμα του πολιτικοοικονομικού δόγματος «η οικονομία πρώτα» και μετά η κοινωνία και το περιβάλλον της. Κατά τη διάρκεια των υφέσεων της οικονομίας όμως, όπως π.χ στη  «Μεγάλη Ύφεση» της 10ετίας του 1930 ή του 2009, οι εκπομπές μειώνονται - μερικές φορές απότομα, μόνο που αναζωπυρώνονται γρήγορα όταν η οικονομία επανακάμπτει.

Το ίδιο και στην κρίση της πανδημίας COVID-19: Καθώς οι διακοπές λειτουργίας της οικονομίας(lockdown) έθεσαν εκτός εκατομμύρια εργαζόμενους τον Απρίλιο, οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μειώθηκαν κατά 17%. Μέχρι τα μέσα Ιουνίου όμως, καθώς τα αυτοκίνητα επέστρεψαν στους δρόμους των πόλεων και οι επιχειρήσεις άνοιξαν ξανά, οι εκπομπές επέστρεψαν σχεδόν στα προ-πανδημικά επίπεδα τους.

Το στρατόπεδο της «από-ανάπτυξης», μέχρι τώρα κινείτο σε μεγάλο βαθμό στις παρυφές της περιβαλλοντικής-οικολογικής σκέψης. Τα τελευταία χρόνια όμως, καθώς η κλιματική κρίση έχει ενταθεί, η κριτική του έχει παρεισφρήσει στο mainstream του πανεπιστημιακού κινήματος, με εστιασμένα στην αποανάπτυξη βιβλία, περιοδικά, και συνέδρια, καθώς και στο κοινωνικό πλέον κίνημα της «Αποανάπτυξης». Η ιδέα έχει ευδοκιμήσει επίσης στο χώρο και τους κύκλους των ακτιβιστών του κινήματος του Κοινοτισμού και της άμεσης δημοκρατίας, καθώς και της «εξεγερμένης»-και όχι μόνο-νεολαίας παντού: Είναι δημοφιλής π.χ. μεταξύ των μελών της ομάδας Extinction Rebellion του Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία οργάνωσε στο Λονδίνο μια εξεγερσιακή στάση των πολιτών τον Οκτώβριο, με διαμαρτυρίες κατά της υποτονικής απάντησης της κυβέρνησης στην αλλαγή του κλίματος. Είναι επίσης δημοφιλής στο κίνημα των μαθητών-φοιτητών «Fridays for future». Σε ομιλίες της Γκρέτα Τούνμπεργκ, της 16χρονης Σουηδής ακτιβίστριας, φαίνεται καθαρά η επιρροή της «Αποανάπτυξης» . «Βρισκόμαστε στην αρχή μιας μαζικής εξαφάνισης, και για το μόνο που μπορείτε να μιλάτε είναι για χρήματα και παραμύθια της αιώνιας οικονομικής ανάπτυξης», είπε κατά τη διάρκεια μιας συνόδου κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα πέρυσι. "Πώς τολμάς!"

Τα πιο ριζοσπαστικά μέλη της «Αποανάπτυξης» πιστεύουν ότι οι πλούσιες, ανεπτυγμένες χώρες θα πρέπει να συρρικνώσουν τις οικονομίες τους για να συνυπάρξουν μέσα στα οικολογικά όρια - περιορίζοντας την κατανάλωση και τη χρήση ενέργειας αρκετά για να σώσουν τεράστιες περιοχές του πλανήτη από την καταστροφή και να αποτρέψουν την ανεξέλεγκτη αλλαγή του κλίματος.  «Η αποανάπτυξη σηματοδοτεί μια επιθυμητή κατεύθυνση, μια κατεύθυνση στην οποία οι κοινωνίες θα χρησιμοποιούν λιγότερους φυσικούς πόρους και θα οργανώνουν τη ζωή τους διαφορετικά από ό,τι σήμερα», γράφει ο Γιώργος Κάλλης, οικολόγος οικονομολόγος στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, στο: Degrowth: A New Vocabulary( Αποανάπτυξη: ένας νέος όρος-λέξη).

Άλλοι εντός του κινήματος της αποανάπτυξης, αναφέρονται στην αναγκαιότητα της αλλαγής των κοινωνικών προτεραιοτήτων (προώθηση των κοινών συλλογικών αγαθών όπως η υγειονομική περίθαλψη και εκπαίδευση αντί του εταιρικού τρόπου παραγωγής με στόχο το κέρδος) κατά την μετάβαση σε μια «μετά την ανάπτυξη» εποχή, προτείνοντας μια στροφή «μακριά από την ανάπτυξη», χωρίς να διατυπώνουν ρητά το αίτημα για αποανάπτυξη.

Για το πώς θα μπορούσε να γίνει πολιτικά επιθυμητή, και με ποιες πολιτικές διαχείρισης θα μπορούσε να υλοποιηθεί μια τέτοια μετάβαση από τους «από κάτω» αυτού του πλανήτη-γιατί στους «από πάνω» είναι σίγουρα μη επιθυμητή- χωρίς να προκαλέσει εκτεταμένες αναταραχές π.χ. στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και την Κίνα, είναι ακόμα ανοικτό. Υπάρχουν πολυποίκιλες προτάσεις και αφήνεται σε μεγάλο βαθμό στη φαντασία και την έρευνα, καθώς και στις πρακτικές που αναπτύσσονται κυρίως στο κίνημα των «ΚΟΙΝΩΝ»(Commons), της «μοιρασιάς»(share) και της «επάρκειας»( sufficiency).

Οι «από-αναπτυξιακοί» ισχυρίζονται ότι η οικονομία σήμερα μπορεί να διαχωρισθεί από την οικολογική κατάρρευση-καταστροφή, μόνο αν πάμε σε μια προγραμματισμένη συρρίκνωσή της, τουλάχιστον στον «αναπτυγμένο» κόσμο του Βορά και της Δύσης, και σε μια οικονομία στηριζόμενη στα «Κοινά», τον κοινοτισμό-συνεργατισμό και στις ντόπιες –συνήθως πλούσιες-πηγές πόρων και ενέργειας, στον «μη αναπτυγμένο» Νότο (ο οποίος για αυτόν ακριβώς τον λόγο  θα είναι και πιο εύκολο να περάσει κατευθείαν στην αποανάπτυξη), θα είναι δυνατόν να αποφύγουμε την κατάρρευση. Σε κάθε περίπτωση, οι «από-αναπτυξιακοί» διανοούμενοι έχουν σκιαγραφήσει ένα καταρχήν πρόγραμμα μετάβασης σε κοινωνίες αποανάπτυξης, είτε αυτό γίνει δυνατό να υλοποιηθεί πριν την κατάρρευση, είτε μετά την κατάρρευση στην οποία θα μας οδηγήσει «ο καπιταλισμός της καταστροφής». 

Η Συνδημία του κοροναϊού, της οποίας εμφανίζεται πλέον το δεύτερο κύμα σε μεγάλο μέρος του κόσμου, έδωσε μια αίσθηση επείγοντος σχετικά με τις συζητήσεις για την οικονομική ανάπτυξη. Μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, σχεδόν 33 εκατομμύρια άνθρωποι διεκδικούν τώρα παροχές ανεργίας, με άλλα 8 εκατομμύρια να μην έχουν καμιά ελπίδα στην αγορά εργασίας. Σύμφωνα με πρόσφατες αναφορές, το ΑΕΠ των ΗΠΑ συρρικνώθηκε κατά 9,2% μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου, ρεκόρ χειρότερης συρρίκνωσης. Εν τω μεταξύ, η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι η συνδημία COVID-19 θα μπορούσε να αναγκάσει άλλα  150 εκατ. ανθρώπους σε ακραία φτώχεια, που θα προστεθούν στα 835 περίπου που ήταν προ πανδημίας.

Άλλωστε, μερικές από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου - συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών - απέτυχαν να προστατέψουν τα φτωχότερα και τα πιο ευάλωτα στρώματα του πληθυσμού τους από τις επιπτώσεις της συνδημίας. Υπάρχει μια τάση-και είναι λογικοθυμική- να θέλουμε να επιστρέψουμε στην προ COVID-19 εποχή, αλλά υπάρχει επίσης ένα «πολύ στενό το παράθυρο» από το οποίο μπορούμε να μπούμε.

Έτσι, όταν όλα φαίνεται να καταρρέουν, το ζήτημα του πώς να τα ξαναχτίσει κανείς, γίνεται πιο πιεστικό από ποτέ.

Για μερικούς, ο ιός ενίσχυσε την πεποίθηση ότι η ιδέα να κάναμε εθελοντικά όσα έπρεπε για να αποφύγουμε την κατάρρευση, είναι απλώς φανταστική. «Οι άνθρωποι δεν θέλουν να εγκαταλείψουν τα πράγματα που τους αρέσουν», λένε. Η δυσκολία επιβολής και διατήρησης του lockdown, δείχνει τις προκλήσεις και τις δυσκολίες της αναμόρφωσης μιας ολόκληρης κοινωνίας για να ζει με λιγότερα.

Αλλά για άλλους, η πλήρης καταστροφή της οικονομίας στην οποία την οδηγεί το COVID-19, σε συνδυασμό με τη (πολύ) σύντομη μείωση της ρύπανσης που προκάλεσε, σηματοδοτεί πολύ βαθύτερες αναγκαίες αλλαγές. Τον Μάιο, μια ομάδα περισσότερων από 1.100 υποστηρικτών της «Αποανάπτυξης», υπέγραψε ένα μανιφέστο καλώντας τις κυβερνήσεις να αδράξουν την ευκαιρία και να στραφούν προς ένα «ριζικά διαφορετικό είδος κοινωνίας, αντί να προσπαθούν απεγνωσμένα να θέσουν ξανά σε λειτουργία την «καταστροφική ανάπτυξη».

Έχουμε λοιπόν και σημαντικές ενδείξεις ότι θα χρειασθεί να γίνουν μεγάλες αλλαγές, αν δεν θέλουμε να πάμε στην κατάρρευση!

Ειδικά για την μετά-COVID Ελλάδα:
Για να ξεφύγει η χώρα από τη μέγγενη των χρεών, από την φτωχοποίηση και το πολιτισμικό αδιέξοδο, καθώς και από την κατάθλιψη και την μεμψιμοιρία στην οποία έχει πέσει ο πληθυσμός της-ιδίως μετά το σοκ της πανδημίας και τον εγκλεισμό του στα σπίτια- θα χρειασθεί, μετά το πέρασμα της καταιγίδας, να αναπτερωθεί το ηθικό του μέσα από μια στροφή προς μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση .  Εφαλτήρας μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας και στη συνέχεια ο μεταποιητικός ένδυσης- υπόδησης, ο ενεργειακός και ο ήπιος ποιοτικός τουρισμός να την συμπληρώσουν. Είναι μια εναλλακτική στη σημερινή κυρίαρχη κατεύθυνση, που δεν χρειάζονται κεφάλαια, ξένες επενδύσεις, χωροταξικά σχέδια, υπερτοπικές συγκεντρώσεις, μεγαλεπήβολα και εξουθενωτικά μεγέθη και ρυθμούς. Τοπικοποίηση και αποανάπτυξη θα μπορούσε να είναι η διέξοδος για την χώρα, στην μετά-COVID εποχή!