Από την αρχαιότητα οι άνθρωποι ονειρεύονταν ουτοπίες, τις οποίες τοποθετούσαν σε ένα φανταστικό παρελθόν, σε άλλες διαστάσεις ή στο απώτερο μέλλον. Μεσσίες, φιλόσοφοι, ηγέτες, τυχάρπαστοι, ανόητοι αλλά και άνθρωποι με βάθος, προσπάθησαν να παρουσιάσουν, ο καθένας για δικούς του λόγους, τον τέλειο κόσμο της αρμονίας. Οι περισσότερες από τις ουτοπίες αυτές διατυπώθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε ν’ αποτελούν ένα όραμα μιας εναλλακτικής κανονικότητας, ενός περιχαρακωμένου δηλαδή συστήματος. Θα αναφερθούμε, λοιπόν, στην ευτοπία αποφεύγοντας τον σαφή προσδιορισμό των θεσμών της, καθώς δεν πιστεύουμε στην εκ των προτέρων περιγραφή μιας “Γης της Επαγγελίας”, που θα αποβεί “σωτήρια” για την ανθρωπότητα. Αντιθέτως, πιστεύουμε στη δύναμη της κοινωνίας να αυτοθεσμίζεται, να δημιουργεί την ιστορία και να διαμορφώνει το παρόν και το μέλλον της.
Στην πραγματικότητα, δεν γνωρίζουμε ούτε το αν, ούτε το πότε, ούτε το πώς. Ακόμα και για το γιατί δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε, αλλά αυτό το κάνουμε υποκύπτοντας στις εντσικτικές μας επιθυμίες.
Αφού απορρίψαμε την ντετερμινιστική εκδοχή περί ιδιοτελούς ανθρώπινης φύσης, είμαστε λογικά υποχρεωμένοι, αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς, να παραδεχτούμε πως δεν είμαστε οι ατρόμητοι εξερευνητές που θα επιδιώξουν να βρουν, για λογαριασμό όλων των υπόλοιπων, το άγιο δισκοπότηρο, το ελιξήριο της ζωής, το μυστικό της δημιουργίας, το μονοπάτι προς την ατομική και συλλογική αυτονομία.
Χωρίς, λοιπόν, να παγιδευτούμε στη λεπτομερή περιγραφή ενός ουτοπικού κόσμου, που θα μετέτρεπε το κείμενο σε λογοτεχνία, και χωρίς να αναζητούμε ως δήθεν “πρωτοπόροι” κάποια αλήθεια, ή τη μόνη ορθολογική πρόταση, θα προσπαθήσουμε να θίξουμε κάποιες πλευρές της ουτοπίας ανασυγκρότησης, της ευτοπίας που επιδιώκουμε. Η ιστορία είναι δημιουργία. Η ευτοπία είναι μπροστά μας, αρκεί να το θελήσουμε, αρκεί να το απαιτήσουμε.
...
Είναι η ευτοπία μια δυνατή πραγματικότητα;
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω η ευτοπία δεν είναι ο τέλειος κόσμος, δεν οραματιζόμαστε ένα παράδεισο. Η ευτοπία θα μπορούσε να χαρακτηρίζεται από απελευθέρωση της ανθρώπινης δημιουργίας και πνεύματος, από πραγματική δημοκρατία, από την πραγμάτωση πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής αυτονομίας. Από μόνα τους αυτά τα χαρακτηριστικά αποκαλύπτουν την εξελικτικότητα μιας τέτοιας κοινωνίας, με φορείς εξέλιξης όμως τους ίδιους τους πολίτες, ως ισότιμα μέλη της. Αποτελεί λοιπόν σύμβαση ο όρος “δυνατή πραγματικότητα”, καθώς δεν είναι μία αλλά μια αλληλουχία πραγματικότητας.
Ένας υπερασπιστής της δυστοπικής (σημερινής) πραγματικότητας θα έλεγε πως η άμεση δημοκρατία, ή η κοινωνική αυτονομία είναι ανεφάρμοστα προτάγματα που είναι αδύνατο να επιτευχθούν. Και είναι αλήθεια πως η ίδια η Ιστορία προσφέρεται ως βασικό του επιχείρημα. Με την ίδια λογική, όμως, μια γυναίκα του Μεσαίωνα θα χαρακτήριζε ουτοπική τη δυνατότητά της να συμμετέχει ως ισότιμο μέλος της κοινωνίας στις εκλογές, ένας δούλος θα φανταζόταν ως ευτοπία έναν κόσμο χωρίς αλυσίδες και βασανισμούς, ένας αστρονόμος δεν θα πίστευε ποτέ πως κάποτε, κάποιος άνθρωπος θα πατήσει στη Σελήνη. Η Ιστορία υπάρχει για να ανατρέπεται, και όχι για να επαναλαμβάνεται. Η ομοιότητα διάφορων μηχανισμών ή ανθρώπινων συμπεριφορών που παρατηρούνται διαχρονικά δεν οδηγούν στο συμπέρασμα περί επανάληψης της Ιστορίας, αλλά αποτελούν απλώς μία διαπίστωση που έχει να κάνει με το ότι οι άνθρωποι και οι κοινωνίες αν και είναι συγγενικές μεταξύ τους (για ανθρώπους και οργανωμένα συστήματα διαβίωσης μιλάμε πάντα), ωστόσο βρίσκονται σε διαρκή κίνηση. Η μη επανάληψη της Ιστορίας και η επιθυμία μας να την επηρεάσουμε καταλυτικά δεν ταυτίζεται με την πίστη σε κάποιου είδους παρθενογένεση.
Φυσικά, δεν φανταζόμαστε πως θα μπορούσε ένα όμορφο πρωί να συγκληθεί συνέλευση δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων ώστε να ληφθούν αποφάσεις ξαφνικά από όλους για όλα. Ούτε όμως πιστεύουμε πως είναι αναγκαία μια “δικτατορία του προλεταριάτου” που θα επιβληθεί θελησιοκρατικά διαπαιδαγωγώντας τους πολίτες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συμμετέχουν στα κοινά. Η άμεση δημοκρατία δεν είναι για εμάς αυτοσκοπός, αποτελεί το μέσο για μια διαρκή επαναστατική διαδικασία, εννοώντας πως η επανάσταση δεν έχει αρχή και τέλος, ο επαναστάτης δεν γίνεται συντηρητικός μετά την “επιτυχία” της εξέγερσης αλλά συνεχίζει να συμμετέχει, να συνδιαμορφώνει και να αμφισβητεί εκθέτοντας τις απόψεις του σε δημόσιο έλεγχο αλλά και κάνοντας αυτοκριτική. Έτσι, η λειτουργία μιας σύγχρονης άμεσης δημοκρατίας απαιτεί την προσαρμογή της θεωρητικής της διάστασης στην πρακτική – προσαρμογή που μπορεί να γίνει με αντικατάσταση θεσμών αντιπροσώπευσης από αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, μέσα στο ήδη υπάρχον σύστημα.
Εντελώς ενδεικτικά θα αναφέρουμε την δυνατότητα λειτουργίας της άμεσης δημοκρατίας στα αμφιθέατρα των σχολών, αντικαθιστώντας το διεφθαρμένο πελατειακό σύστημα των κομματικών παρατάξεων, έτσι ώστε να εκφράζονται οι ιδέες των πραγματικά εμπλεκομένων, δηλαδή των φοιτητών (αλλά και των διδασκόντων) και όχι των κομματικών μηχανισμών. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η λειτουργία των σχολείων σύμφωνα με το ανοιχτό πρόταγμα του αυτοδιαχειριστικού πειραματισμού, δηλαδή η λήψη και εκτέλεση αποφάσεων σχετικά με ό,τι διέπει την εκπαιδευτική πράξη ενός σχολείου από εκπαιδευτικούς και μαθητές. Μια άλλη δυνατότητα είναι η αμεσοδημοκρατική λειτουργία τοπικών κοινοτήτων, όπου κληρωτές και ανακλητές επιτροπές θα αναλαμβάνουν για μικρό χρονικό διάστημα την εφαρμογή των αποφάσεων της κοινότητας. Όσο οι πρακτικές αυτές θα δοκιμάζονται στην πράξη, έστω σε μικρή κλίμακα, τόσο θα ανανεώνονται, θα εξελίσσονται, θα διορθώνονται πριν εφαρμοστούν σε μεγάλη κλίμακα με τη διάχυση τους στην κοινωνία.
Ενάντια σε κάθε δόγμα προς την ευτοπία
Η σημασία μιας θεωρίας, δεν μπορεί να κατανοηθεί ανεξάρτητα από την πρακτική στην οποία η ίδια αντιστοιχεί. Θα φάνταζε απαράδεκτη οποιαδήποτε προσπάθεια διατήρησης κάποιας ιδεολογικής «ορθοδοξίας», περιορίζοντας τα ιδανικά που αυτή πρεσβεύει από το περιεχόμενο και το αποτέλεσμα της πρακτικής εφαρμογής της. Κάτι τέτοιο μας κάνει να προβληματιζόμαστε σε ό,τι αφορά την εγκυρότητα του ορθόδοξου Μαρξισμού σήμερα: το να προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τα αίσχη που διαδραματίστηκαν σε όλες τις χώρες όπου έδρασαν Σταλινικά καθεστώτα, είτε τις ενέργειες των γραφειοκρατιών των κομμουνιστικών κομμάτων αποστασιοποιούμενοι από τη θεωρία που αυτά πρεσβεύουν θα φάνταζε, αν μη τι άλλο, ως πολιτική στρουθοκαμήλου. Έτσι λοιπόν, θα πρέπει να τελειώνουμε με τα Σταλινικά (και όχι μόνο) δόγματα και κάθε είδους ιεδολογική ορθοδοξία και απολυτότητα.
Το πέρασμα από την δυστοπία στην ευτοπία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί κάτω από συνθήκες ιδεολογικού παρωπιδισμού που συναντάμε συνεχώς σήμερα. Προϋποθέτει ανοιχτότητα και την προσπάθεια κατανόησης των πραγμάτων. «Η μοναξιά» με την έννοια της κοινωνικής απομόνωσης, ή αλλοτρίωσης/ξένωσης [1] «αποτελεί την υλική βάση για την τρομοκρατία και ουσία του ολοκληρωτισμού» (Αrendt “The Origins of Totalitarianism” 475). Η αλλοτρίωση αυτή, «έχει γίνει μια καθημερινή εμπειρία… Η ανελέητη διαδικασία με την οποία οδηγεί στον ολοκληρωτισμό και οργανώνει τις μάζες μοιάζει με αυτοκτονική διαφυγή από την πραγματικότητα» έλεγε η Αrendt (σ. 478). Πώς εμείς θα νικήσουμε αυτόν τον απομονωτισμό που τόσο ο καπιταλισμός προωθεί, όσο και το άτομο που αναζητά διεξόδους από την σύγχρονη ιδιώτευση; Μία λύση είναι η αναβίωση του κινήματος των πλατειών, ή έστω η γένεση κάποιου παρόμοιου κινήματος που δε θα βασίζεται σε κάποια έτοιμη δοτή θεωρία, όπου η πράξη δεν θα είναι το αποτέλεσμα μιας δοτής θεωρίας, μιας ιδεολογίας αλλά το αποτέλεσμα πολιτικών συζητήσεων.
Τα κινήματα που επενδύουν στη λογική της μάζας και του όχλου δύσκολα μπορούν να οδηγήσουν σε κοινωνική χειραφέτηση. Η απελευθέρωση προϋποθέτει την ανάδειξη της διαφορετικότητάς του καθενός μέσα από την συλλογική δράση. Όταν η προσωπικότητα ενός ατόμου καταπνίγεται από τις κραυγές του όχλου που δεν ξέρει πραγματικά τί ζητά και τί επιθυμεί, τότε δημιουργούνται καταστάσεις που λειτουργούν ως εφαλτήριο για την γένεση ολοκληρωτικών καθεστώτων. Η πραγματική δημοκρατία, προϋποθέτει όλους τους πολίτες να ενώνουν τη διαφορετικότητά τους (η διαφορετικότητα δεν είναι αυτό που τους χωρίζει αλλά αντίθετα, αυτό που τους ενώνει σε ένα δημιουργικό όλον με δυναμική), παραχωρεί στον καθένα το δικαίωμα ν’ ακούσει και να ακουστεί, να μάθει και να διδάξει, να έρθει σε επαφή με τον συνάνθρωπό του, αποβάλλοντας έτσι τον απομονωτισμό που τον οδηγεί στον σεχταρισμό και τον φανατισμό. Αν υπάρχει κάτι που θα πρέπει να νικήσουμε, αυτό είναι η απομόνωση στην οποία έχουμε περιπέσει • η απομόνωση που καλλιεργεί διαφόρων ειδών φοβίες και προκαταλήψεις για το διαφορετικό (επειδή δεν έχουμε έρθει σ’ επαφή με αυτό). Τέλος, δεν είναι μόνο ο καπιταλισμός αυτό που θα πρέπει να ξεπεράσουμε αλλά και οι κάθε είδους θεολογικού τύπου ιδεολογικές προσεγγίσεις. Η υπερβατικότητα, η μεταφυσική, η θρησκευτικότητα, η άκαμπτη αιτιοκρατία, στέκονται εμπόδια στην ελευθερία που επιδιώκουμε.
Ο δρόμος για την ευτοπία δεν είναι στρωμένος ούτε με δελτία τύπου, ούτε με κομματικά ψηφοδέλτια. Το κίνημα των αγανακτισμένων, η μαζική συμμετοχή του κόσμου στις πορείες του 2011, η δημιουργία αλληλέγγυων δικτύων, άνοιξαν το μονοπάτι για το μέλλον. Απορρίπτουμε κάθε μοναδική αλήθεια, κάθε ηγετική φυσιογνωμία, κάθε δογματική πεποίθηση, συνεχίζοντας την κοινωνική επανάσταση που ποτέ δεν έχει τελειώσει, βρίσκεται εν σπέρματι στην ψυχή του καθενός μας. Ας απελευθερωθούμε από τα δεσμά του εγώ, αφήνοντας το εμείς να πλημμυρίσει.
*Κεφάλαιο από το κείμενο: Ευτοπία VS Δυστοπία στο http://eagainst.com
Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2012
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου