Με τις νομοθετικές ρυθμίσεις του 2010:
-οι ομοιοεπαγγελματικές, κλαδικές και επιχειρησιακές συμβάσεις μπορούν να ορίζουν δυσμενέστερους όρους από αυτούς της αντίστοιχης εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης
-θεσμοθετήθηκε η ειδική επιχειρησιακή σύμβαση εργασίας, - επεκτάθηκε η δοκιμαστική περίοδος ενός νεοπρασλαμβανόμενου από δυο μήνες σε ένα έτος
-περιορίστηκε η προσαύξηση των αμοιβών για υπερωριακή απασχόληση, - χαλάρωσαν οι περιορισμοί στις απολύσεις με αύξηση του ανώτατου αριθμού απολύσεων ανά μέγεθος επιχείρησης,
-μειώθηκε ο χρόνος προειδοποίησης και το ύψος της αποζημίωσης στους απολυμένους,
-έγινε "ευέλικτος" και δυσμενέστερος για τους εργαζόμενους ο τρόπος διευθέτησης του χρόνου εργασίας,
-καθιερώθηκε για διάστημα 2 ετών η δυνατότητα απόκλισης του κατώτατου μισθού των (έως 25 ετών) νεοπροσλαμβανόμενων στο 80% των κατώτατων αποδοχών της εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Με βάση τα παραπάνω και συνυπολογίζοντας το εύρος της «μαύρης» εργασίας, η μείωση των κατώτατων αποδοχών, όχι μόνο δεν θα συμβάλλει στην δημιουργία θέσεων απασχόλησης και νέων επιχειρήσεων, αλλά θα οδηγήσει στην αύξηση των «φτωχών εργαζόμενων». Η Ελλάδα (με βάση τα στοιχεία του 2010), διαθέτει υψηλότατο ποσοστό φτωχών εργαζόμενων (13,8%) έναντι του 8,5% του μέσου όρου στην ΕΕ των 27, έχοντας τη δεύτερη χειρότερη επίδοση μετά την Ρουμανία (17,3%).
Κατά συνέπεια, όταν η κυβέρνηση επιμένει -με επίκληση την ανεργία- στην περεταίρω συρρίκνωση του μισθολογικού κόστους, είναι σίγουρο ότι και η φτώχεια και οι άνεργοι θα αυξηθούν, ενώ ύφεση και τα αδιέξοδα θα αποκτήσουν μονιμότητα για την ελληνική οικονομία.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου