Όλο και πιο συχνά υπάρχουν συγκρούσεις στο φάσμα των οικολόγων στη Γερμανία. Ένα από τα συχνότερα θέματα σύγκρουσης είναι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον άνεμο. Και στη χώρα μας υπάρχει σύγκρουση πάνω σε αυτό το θέμα, αλλά σε εμάς το ζήτημα μπαίνει σε σχέση με μικρά ή μεγάλα αιολικά πάρκα και τις αντίστοιχες επιπτώσεις τους στο τοπικό περιβάλλον. Στη Γερμανία αυτό το ζήτημα έχει λυθεί υπέρ των μεγάλων ανεμογεννητριών και των μεγάλων αιολικών πάρκων στα ανοιχτά της Βόρειας θάλασσας , όπου έχουν επενδύσει και οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος.
Μόνο που και που –τοπικά στη στεριά- ξεσηκώνονται κάποιοι ενάντια στα μεγάλα πτερύγια που γυρνάνε- ή στους καινούργιους μεγάλους στύλους υψηλής τάσης που απαιτούνται για τη μεταφορά του ρεύματος σε ένα επεκτεινόμενο ευρωπαϊκό δίκτυο διανομής -και προκαλούν βασικά οπτική ρύπανση στην εξοχή. Αλλά τελικά επικρατούν τα επιχειρήματα αυτών που προτιμούν την συνεισφορά τους στη μείωση των εκπομπών του CO₂, από την ανενόχλητη θέα.
Εδώ η σύγκρουση σε αυτό το πεδίο έχει μετατοπισθεί περισσότερο στο θέμα της αποθήκευσης της από τον άνεμο παραγόμενης ενέργειας. Μέχρι το 2050 η Γερμανία έχει βάλει στόχο να εξασφαλίσει την απαιτούμενη ενέργεια κατά 80% από ανανεώσιμες πηγές. Από τη στιγμή που έχει επικρατήσει η συγκεντρωτική εκμετάλλευσή τους με εγκαταστάσεις μεγατεχνολογίας –κυρίως της αιολικής-και όχι η αποκεντρωμένη τους μορφή με μικρές τέτοιες εγκαταστάσεις τοπικά, υπάρχει το πρόβλημα της μεταφοράς και της αποθήκευσης. Από τη βόρειο Γερμανία, που παράγεται βασικά, στη κεντρική και νότια, όπου υπάρχει και η μεγάλη ζήτηση. Αλλά οι αιχμές της ζήτησης είναι συνήθως την ημέρα και όχι τη νύχτα, όταν οι ανεμογεννήτριες δουλεύουν στο φουλ με τους ανέμους στη Β. Θάλασσα και παράγουν τα μεγαβάτ. Αυτά τα μεγαβάτ πρέπει να αποθηκευθούν με τρόπους ευέλικτους, για να είναι στη διάθεση της μεταβαλλόμενης γρήγορα ζήτησης. Ο πιο ευέλικτος τρόπος- θεωρείται από τις εταιρείες-είναι το σύστημα των δύο λιμνών σε διαφορετικό ύψος. Όταν περισσεύει το ρεύμα από την κατανάλωση λειτουργεί τις αντλίες, που αντλούν το νερό από τη σε χαμηλότερο ύψος λίμνη στην ευρισκόμενη ψηλότερα λίμνη. Η δυναμική ενέργεια του νερού της πάνω λίμνης μετατρέπεται γρήγορα-μόλις υπάρξει παραπάνω ζήτηση-σε κινητική πρώτα μέσα στους αγωγούς μεταφοράς- όσο μεγαλύτερη η διαφορά ύψους τόσο μεγαλύτερη η ενέργεια- και στη συνέχεια σε ηλεκτρική από τις τουρμπίνες που υπάρχουν στο ύψος της κάτω λίμνης, όπου χύνεται πάλι το νερό για να ξανακάνει τον κύκλο. Το απαραίτητο νερό εξασφαλίζεται συνήθως οικονομικά, αν η μία λίμνη είναι φυσική.
τεράστιοι αγωγοί μεταφοράς νερού μια τέτοιας εγκατάστασης.
Ο συνδυασμός λοιπόν της φυσικής λίμνης με την απαραίτητη διαφορά ύψους με τη δεύτερη, δημιουργεί μεγάλα προβλήματα για το περιβάλλον. Συνήθως οι φυσικές λίμνες κάνουν το γύρω περιβάλλον να είναι από τη μια ιδιαίτερου φυσικού κάλους, από την άλλη βιότοπος και άρα οι τοποθεσίες αυτές είναι συνήθως προστατευόμενες . Οι δεύτερες τεχνητές απαιτούν διαφορά ύψους άρα στην ουσία βουνά ή λόφους τουλάχιστον. Αυτό απαιτεί πολύ μεγάλες παρεμβάσεις σε δύσκολο μορφολογικά περιβάλλον(εκχωματώσεις, εκβραχώσεις, τούνελ, δρόμους κ.λ.π) με μέσα μεγάλης όχλησης και εκπομπής διοξειδίου.
Προς το παρόν υπάρχουν στη Γερμανία-βασικά στη κεντρική και νότια, γιατί η βόρεια είναι πεδιάδα χωρίς μεγάλες υψομετρικές διαφορές-κάπου 30 τέτοιες εγκαταστάσεις με συνολική ισχύ 6,7 γιγαβάτ. Το αποτέλεσμα όμως είναι η επιβάρυνση και οι μεγάλες αλλαγές στις τοποθεσίες αυτές, με όλα τα επακόλουθα για τους ντόπιους ανθρώπους, το οικοσύστημα και τα άλλα είδη που συμβιώνουν σε αυτό. Τα προβλήματα αυτά οδηγούν σε μέτωπα αντίστασης σε τέτοιες μέγα-εγκαταστάσεις. Αυτά τα μέτωπα μπορεί να αποτελούνται από κατοίκους που ασχολούνται π.χ. με τον τουρισμό στη συγκεκριμένη περιοχή ή δεν δέχονται αυτές τις επιβαρύνσεις και από ακτιβιστές οικολόγους, που στο επιχείρημα των εταιρειών ή των οικο-ινστιτούτων για την αναγκαιότητα αυτών των εγκαταστάσεων σε σχέση με το πλανητικό περιβάλλον, απαντούν με επιχειρήματα διατήρησης των τοπικών οικοσυστημάτων. Ένα τέτοιο παράδειγμα αντίστασης είναι στη σχεδιαζόμενη εγκατάσταση στο Hotzenwald, που βρίσκεται στο νότο του Μέλανα Δρυμού(Südschwarzwald) πάνω από το Bad Säckingen, μεταξύ Basel(Ελβετία) και Konstanz και πρέπει να κατασκευασθεί ψηλά στο βουνο η δεύτερη λίμνη(διαφορά ύψους 1020 μέτρα).
Τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών φαίνονται βέβαια ταυτόχρονα σωστά. Με τις δοσμένες συνθήκες δύσκολα να πάρει κανείς το μέρος του ενός ή του άλλου. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί, στα πλαίσια των επιλογών για κεντρική-συγκεντρωποιημένη παραγωγή-διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας και της όλο και πιο αυξημένης ζήτησή της, φαινομενικά είναι απαραίτητη η αποθήκευσή της σε τέτοιες εγκαταστάσεις. Δεν θα υπήρχε καν σύγκρουση, αν υπήρχε η επιλογή για αποκεντρωμένες εγκαταστάσεις παραγωγής και για ενεργειακή αυτονομία κάθε περιοχής. Δηλαδή αν η παροχή ενέργειας δεν στηριζόταν στις μεγάλες 4 εταιρείες, αλλά στις τοπικές δημοτικές επιχειρήσεις ενέργειας, που πολύ πιο ευέλικτα θα ικανοποιούσαν τις τοπικές ανάγκες-με ταυτόχρονη αποανάπτυξη της ζήτησης-χωρίς να χρειάζεται αποθήκευσή της.
Το ζήτημα της αποθήκευσης της αιολικής ενέργειας θα το αντιμετωπίσουμε σύντομα και στη χώρα μας, αν επικρατήσει η άποψη για μεγάλες εγκαταστάσεις στα νησιά και τα βουνά της και όχι για μικρές αποκεντρωμένες τέτοιες.
Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου