Είναι στην ουσία ένα αγρο-οικοσύστημα, όπου κοινότητες φυτών και ζώων αλληλεπιδρούν με το φυσικό, βιολογικό και χημικό τους περιβάλλον, το οποίο ταυτόχρονα τροποποιείται από τον άνθρωπο για την παραγωγή τροφίμων, κλωστικών ινών, ενέργειας και άλλων προϊόντων για ανθρώπινη κατανάλωση και μεταποίηση.
Αυτό το αγροοικοσύστημα είναι ενταγμένο οργανικά στα πλαίσια του γενικότερου τοπικού οικοσυστήματος που το περιβάλει και λειτουργεί με στόχο την αειφορία, δηλαδή την κάλυψη των αναγκών του
παρόντος, χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα της μελλοντικής γενιάς ανθρώπων να καλύψει τις δικές της.
Στα πλαίσιά του η διαχείριση των φυσικών πόρων και του ανθρώπινου
δυναμικού είναι πρωταρχικής σημασίας. Περιλαμβάνει τη διατήρηση ή τον εμπλουτισμό αυτών των ζωτικών πόρων μακροπρόθεσμα. Η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού συμπεριλαμβάνει την εκτίμηση των κοινωνικών ευθυνών: τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των εργαζομένων, τις ανάγκες των αγροτικών κοινοτήτων, την υγεία και ασφάλεια των καταναλωτών τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον.
Η “ολοκληρωμένη προσέγγιση αγρού” λαμβάνει υπόψη τους πολιτιστικούς, τους κοινωνικούς και φυσικούς πόρους καθώς και το έδαφος, το νερό και τον αέρα. Από την ανακύκλωση και την ενεργειακή αποδοτικότητα, μέχρι τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και τη χρήση των παρασκευασμάτων φυτο-ζωοπροστασίας και των άλλων εισροών.
Λαμβάνει υπόψη την αλληλεπίδραση των βιοτικών και αβιοτικών
παραγόντων και στοιχείων του περιβάλλοντος, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στην ηλιακή ενέργεια να ταξιδέψει μέσω όλων των
επιπέδων της τροφικής αλυσίδας και να επιτρέπει στην ύλη να ανακυκλωθεί.
Ο κυριότερος παράγοντας που θα καθορίζει πόσα και ποια είδη οργανισμών μπορούν να ζήσουν σε ένα ολοκληρωμένο αγρόκτημα είναι το διαθέσιμο ποσό
ενέργειας. Η ενέργεια σε ένα αγρόκτημα-οικοσύστημα ρέει από τον ήλιο στους αυτότροφους οργανισμούς(παραγωγοί- φωτοσυνθετικοί οργανισμοί)
μετά στους οργανισμούς που τρέφονται από τους αυτότροφους (φυτοφάγοι οργανισμοί) και τελικά στους οργανισμούς που τρέφονται από τους άλλους οργανισμούς (καταναλωτές–σαρκοφάγοι οργανισμοί). Αντίθετα από την ενέργεια, η ύλη ανακυκλώνεται. Το νερό, ο κύκλος του άνθρακα και του αζώτου είναι οι τρεις κύριοι τρόποι με τους οποίους η ύλη ανακυκλώνεται
σε αυτό.
Ο κύκλος του νερού :
Η διαθεσιμότητα του νερού είναι ένας από τους βασικούς
παράγοντες που ρυθμίζουν την παραγωγικότητα σε ένα τέτοιο αγροοικοσύστημα. Εξαρτάται από τον γενικότερο κύκλο του νερού στην περιοχή(συνίσταται συνήθως από τα ακόλουθα στάδια: εξάτμιση (από τις λίμνες, τα ποτάμια και τους ωκεανούς), διαπνοή από φυτά και δέντρα, υγροποίηση(σχηματισμός σύννεφων), κατακρήμνιση(βροχή, χιόνι, χαλάζι), διαφυγή ή επιστροφή πίσω στον κύκλο. Έχουν εκφραστεί σοβαρές περιβαλλοντικές ανησυχίες για τη χρήση του νερού στη γεωργία μέσω της
άρδευσης, ιδιαίτερα στις Μεσογειακές χώρες. Στις περιοχές όπου η χρήση υπερβαίνει το ρυθμό ανεφοδιασμού και η στάθμη νερού μειώνεται οι περιβαλλοντικές συνέπειες μπορούν να είναι σοβαρές, π.χ. ερημοποίηση ή αλάτωση από το θαλάσσιο νερό που εισβάλλει στον υδροφόρο ορίζοντα, και απώλεια της βιοποικιλότητας ως αποτέλεσμα της αλλαγής στη ροή των κοιτών(βλέπε π.χ.εκτροπή Αχελώου). Η άρδευση μπορεί να οδηγήσει στη μόλυνση των υδάτων λόγω της αυξημένης συγκέντρωσης των φυτοφαρμάκων και των θρεπτικών ουσιών στο
νερό που απορρέει. Επιπλέον, απαιτούνται ακόμα μεγαλύτεροι πόροι για την
άντληση του νερού από τις βαθύτερες γεωτρήσεις.
Σχετικά με την ποιότητα νερού, η συμβατική γεωργία είναι μια σημαντική πηγή νιτρικών και φωσφορικών αλάτων στο νερό. Αυτό μπορεί να οδηγήσει στον ευτροφισμό, με τα επακόλουθα σοβαρά αποτελέσματα στο φυσικό περιβάλλον, και στη συγκέντρωση νιτρικών αλάτων στις πηγές πόσιμου ύδατος, επιφανειακού και υπόγειου(Το 87% των αγροτικών περιοχών στην Ευρώπη έχουν συγκέντρωση νιτρικών στα υπόγεια ύδατα που υπερβαίνει το ασφαλές όριο των 25 mg/l, και το 22% βρίσκεται πάνω από την
μέγιστη επιτρεπτή συγκέντρωση των 50 mg/l..).
Για την αποκατάσταση αυτού του προβλήματος χρειάζονται γενικότερα εκτενή μέτρα που δεν είναι δυνατόν να ληφθούν στα πλαίσια του αγροοικοσυστήματος και περιγράφονται στην οδηγία της ΕΕ για τα νιτρικά άλατα. Κάποιες προσωρινές λύσεις είναι η χρήση ποικιλιών ανθεκτικών στα άλατα, η χαμηλής έντασης άρδευση, κάποια εδάφη μπορεί να χρειαστεί να παραμείνουν ακαλλιέργητα ή να οδηγηθούν σε άλλες χρήσεις, όπως π.χ. στην παραγωγή ανθεκτικών στην ξηρασία φυτών για ζωοτροφή, στην αποκατάσταση των φυσικών βιότοπων κ.λ.π. Σε κάθε περίπτωση εκείνο που θα είναι απαραίτητο είναι ο βιολογικός καθαρισμός των υγρών αποβλήτων από τις ανθρώπινες εγκαταστάσεις(κατοικίες του ανθρώπινου δυναμικού που θα έχει εγκατασταθεί στο αγρόκτημα) και από τις αντίστοιχες ζωϊκές εγκαταστάσεις καθώς και η εξοικονόμιση και ο σωστός τρόπος άρδευσης.
Ο κύκλος του άνθρακα:
ο άνθρακας κυκλοφορεί μέσα στο περιβάλλον του αγροκτήματος με τη μορφή του διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Τα φυτά δεσμεύουν το CO2 από την ατμόσφαιρα και το χρησιμοποιούν στη
διαδικασία της φωτοσύνθεσης μετατρέποντάς το σε υδατάνθρακες(1), ενώ άλλοι οργανισμοί(μικροοργανισμοί-ζώα-άνθρωποι) και τα ίδια τα φυτά απελευθερώνουν CO2 στην ατμόσφαιρα κατά τη αναπνοή-διαπνοή. Μεγάλο μέρος του άνθρακα μπορεί να αποθηκευθεί στο έδαφος μέσω της εναπόθεσης των «συντριμιών» της βιομάζας και της οργανικής ύλης(SOM) από τη κομποστοποίησή της στα πλαίσια του αγροκτήματος. Αυτή η διαδικασία μπορεί να επιταχύνεται με τη χρήση των Ενεργών Μικροοργανισμών(ΕΜ: έχουμε ασχοληθεί σε άλλη ανάρτηση με αυτούς), και αυτό θα είναι η συμβολή του ολοκληρωμένου αγροκτήματος στη μείωση της περίσσειας του CO2 –λόγω φαινομένου του θερμοκηπίου- στην ατμόσφαιρα και άρα στην αποτροπή της αλλαγής του κλίματος.
Ο κύκλος του αζώτου :
οι οργανισμοί χρειάζονται το άζωτο για την παραγωγή
αμινοξέων. Η ατμόσφαιρα περιέχει άζωτο κατά 75%, αλλά οι περισσότεροι
οργανισμοί δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη μορφή αζώτου, και πρέπει να έχει μια σταθερή μορφή. Ο κύκλος αζώτου παράγει αυτή τη σταθερή μορφή αζώτου που χρειάζονται οι οργανισμοί. Τα αζωτοβακτήρια δεσμεύουν το ατμοσφαιρικό άζωτο και παράγουν αμμωνία (NH3).
Αλλά βακτήρια χρησιμοποιούν την αμμωνία από τα ζωϊκά απόβλητα και παράγουν νιτρικά άλατα και νιτρώδη άλατα κατά τη διαδικασία κομποστοποίησης. Τα νιτρικά άλατα χρησιμοποιούνται από τα φυτά για την παραγωγή αμινοξέων τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούνται στην παραγωγή πρωτεϊνών από τα φυτά. Τα φυτά καταναλώνονται από άλλους οργανισμούς οι οποίοι χρησιμοποιούν τα αμινοξέα από τα φυτά για να φτιάξουν τα δικά τους. Οι αποικοδομητές μετατρέπουν το άζωτο που βρίσκουν σε άλλους οργανισμούς σε αμμωνία και το επιστρέφουν στο έδαφος. Κάποια βακτήρια βέβαια επιστρέφουν το άζωτο στην ατμόσφαιρα, αλλά με την πολύ σημαντική διαδικασία της κομποστοποίησης μπορούμε να έχουμε μεγάλο μέρος του αζώτου στο έδαφος, πράγμα που είναι απαραίτητο για την παραγωγικότητα του αγροκτήματος.
Θα πρέπει λοιπόν να λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπόψη αυτοί οι κύκλοι για τη λειτουργία του αγροκτήματος σαν εντοπισμένο οικοσύστημα. Βέβαια σε αυτούς τους κύκλους θα πρέπει να προστεθούν και οι λειτουργίες των
αλληλεξαρτήσεων και των διαδικασιών που συναντώνται και στο φυσικό περιβάλλον π.χ. θρεπτική ανακύκλωση, αλληλεπιδράσεις αρπακτικών ζώων/ θηραμάτων, ανταγωνισμός και συμβίωση.
Πιο συγκεκριμένα ο σχεδιασμός ενός τέτοιου αγροοικοσυστήματος βασίζεται στην εφαρμογή των ακόλουθων αρχών:
1. Ενίσχυση της ανακύκλωσης της βιομάζας, βελτιστοποίηση της θρεπτικής
διαθεσιμότητας και εξισορρόπηση της θρεπτικής ροής
2. Εξασφάλιση ευνοϊκών εδαφολογικών συνθηκών για την ανάπτυξη των φυτών, ιδιαίτερα με τη διαχείριση της οργανικής ουσίας και την ενίσχυση της
εδαφολογικής μικροβιακής ζυμωτικής(και όχι αποσυνθετικής) δραστηριότητας
3. Ελαχιστοποίηση των απωλειών λόγω της ηλιακής ακτινοβολίας, του αέρα και του νερού μέσω της διαχείρισης του μικροκλίματος, της συλλογής νερού και της διαχείρισης του εδάφους μέσω της αυξανόμενης εδαφολογικής κάλυψης
4. Διαφοροποίηση ειδών και γενετική διαφοροποίηση του αγροοικοσυστήματος στο χρόνο και στο χώρο
5. Ενίσχυση των ευεργετικών βιολογικών αλληλεπιδράσεων και των συνεργισμών μεταξύ των συστατικών της αγρο-βιοποικιλότητας έχοντας ως αποτέλεσμα την προώθηση των κύριων οικολογικών διαδικασιών και υπηρεσιών
Ο τελικός στόχος του αγρο-οικολογικού σχεδιασμού είναι να ενσωματωθούν τα στοιχεία έτσι ώστε να βελτιωθεί η συνολική βιολογική αποδοτικότητα, να διατηρηθεί η βιοποικιλότητα και η παραγωγικότητα του αγροοικοσυστήματος και να διατηρηθεί η ικανότητά αυτοσυντήρησης του. Ο στόχος
είναι να σχεδιαστεί ένα τύπος αγροοικοσυστημάτων, που μιμείται τη δομή και τη λειτουργία των φυσικών οικοσυστημάτων.
Οι βασικότεροι βέβαια στόχοι είναι:
1) η επίτευξη "υγιούς" εδάφους .Το υγιές έδαφος θα δώσει υγιή φυτά με άριστη ευρωστία και λιγότερο ευαίσθητα στα παράσιτα και στη συνέχεια υγιή φυτά θα δώσουν υγιή ζώα και ανθρώπους.
2) η επίτευξη της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης βιοποικιλότητας. Η ποικιλομορφία των φυτών υποστηρίζει στη συνέχεια την ποικιλομορφία της άγριας ζωής και αυτή με τη σειρά της θα ενισχύσει τα φυσικά οικοσυστήματα και θα μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση παρασίτων. Οι πολυκαλλιέργειες είναι συνήθως πιο ευέλικτες οικονομικά και οικολογικά. Ενώ η μονοκαλλιέργεια έχει πλεονεκτήματα από την άποψη της αποδοτικότητας και της ευκολίας της διαχείρισης, η απώλεια της συγκομιδής σε οποιοδήποτε έτος θα μπορούσε να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα μιας κοινότητας που εξαρτάται από αυτή την συγκομιδή. Με την πολυκαλλιέργεια μοιράζεται ο οικονομικός κίνδυνος. Με την κατάλληλη διαχείριση, η ποικιλομορφία μπορεί επίσης να βελτιώσει ένα αγρόκτημα από βιολογική άποψη. Για παράδειγμα, στο σύστημα ετήσιων καλλιεργειών, η αμειψισπορά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση των «ζιζανίων», των παθογόνων και των εντομολογικών εχθρών. Επίσης, τα φυτά κάλυψης έχουν σταθεροποιητικά αποτελέσματα στο αγροοικοσύστημα με την συγκράτηση του εδάφους και των θρεπτικών ουσιών, την διατήρηση της εδαφικής υγρασίας με τα φυτικά υπολείμματα, και με την αύξηση του ρυθμού διήθησης του νερού και της εδαφολογικής υδατοχωρητικότητας.
Η βέλτιστη ποικιλομορφία μπορεί να επιτευχθεί με την ενσωμάτωση της φυτικής και ζωικής παραγωγής στο ίδιο ολοκληρωμένο αγρόκτημα. Αυτό ήταν η συνηθισμένη πρακτική για αιώνες μέχρι τα μέσα της 20ου αιώνα όταν η βιομηχανοποιημένη εντατική γεωργία ανάγκασαν τα αγροκτήματα να γίνουν πιο εξειδικευμένα. Η μικτή φυτική και ζωική παραγωγής έχει διάφορα πλεονεκτήματα. Καλλιεργώντας φυτικά είδη-προϊόντα μόνο στις
επίπεδες επιφάνειες εδάφους και βοσκές ή κτηνοτροφικές καλλιέργειες σε
απότομες κλίσεις μειώνεται η διάβρωση του εδάφους. Οι βοσκότοποι και
οι κτηνοτροφικές καλλιέργειες στην αμειψισπορά βελτιώνουν την ποιότητα του εδάφους, μειώνουν τη διάβρωση και η κοπριά από τα αγροτικά ζώα, στη συνέχεια, συμβάλλει στην γονιμότητα του εδάφους. Επιπλέον μια δραστική μείωση της παραγωγής-κατανάλωσης κρέατος και γάλακτος μέσω και της μείωσης του αριθμού ζώων, ώστε να τα αντέχει το αγρόκτημα θα είχε ένα σημαντικό θετικό αντίκτυπο στο κλίμα. Θα είχε επίσης μια θετική επίδραση στην υγεία του παγκόσμιου πληθυσμού, μιας και ένα δισεκατομμύριο ανθρώπων είναι υπέρβαροι- σχεδόν και όσοι υποσιτίζονται. Μια αλλαγή προς ολοκληρωμένα, πολυλειτουργικά συστήματα θα είχε θετικές επιπτώσεις για τη γεωργία και οι βοσκότοποι μπορούν να λειτουργήσουν σαν μεγάλες “δεξαμενές” αποθήκευσης του άνθρακα και της βιοποικιλότητας.Τα αγροτικά ζώα μπορούν να αμβλύνουν τις αρνητικές επιπτώσεις των περιπτώσεων ζημιών στις καλλιέργειες, καταναλώνοντας τα υπολείμματα της καλλιέργειας, η οποία σε ένα σύστημα που θα είχε«μόνο φυτικές καλλιέργειες» θα θεωρούνταν αποτυχία. Η ζωική παραγωγή, που σύμφωνα με τις προτάσεις στο κείμενο για τη "κρεοφαγία-φυτοφαγία" θα παίζει συμπληρωματικό ρόλο, μπορεί να βοηθήσει στην αυτάρκεια του αγροοικοσυστήματος και να προστατέψει τους αγρότες από την έλλειψη διατροφής και από τις διακυμάνσεις του εμπορίου και των τιμών. Σε συνδυασμό με τις φυτικές καλλιέργειες, θα γίνεται αποτελεσματικότερη η αγροτική εργασία για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών.
3)Το μικρότερο δυνατόν οικολογικό αποτύπωμα, με τις λιγότερες δυνατές εισροές. Η επιλογή ειδών και ποικιλιών που είναι καλά προσαρμοσμένα στη περιοχή και στις συνθήκες του αγρού βοηθάνε σε αυτό.
Επίσης η επιλογή των μεθόδων της βιοκαλλιέργειας, της βιοδυναμικής ή της φυσικής καλλιέργειας, οι οποίες είναι έντασης εργασίας και όχι χημικών εισροών συνεισφέρουν στο μικρό οικολογικό αποτύπωμα.
Κύρια όμως θα πρέπει να μπει στόχος να μειωθεί η εξάρτηση από τις μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να υποκατασταθούν αυτές από τις ανανεώσιμες πηγές ή την εργασία, αλλά μέχρι το σημείο βέβαια που είναι εφικτό. Μικρές εγκαταστάσεις γεωθερμίας στα κτίρια, παραγωγής βιοαερίου για θέρμανση-μαγείρεμα, μικρές ανεμογεννήτριες και μικρά φωτοβολταϊκά για παραγωγή της απαιτούμενης ηλεκτρικής ενέργειας, είναι δυνατές σήμερα στα πλαίσια ενός τέτοιου αγροκτήματος.
4) Ένας επιπλέον στόχος θα πρέπει να είναι και η εγκατάσταση στο αγρόκτημα της κοινότητας των ανθρώπων, που ασχολούνται με τη διαχείρισή του. Αυτό είναι λίγο δύσκολο για τα σημερινά ελληνικά δεδομένα, όπου ο αγροτικός κλήρος είναι πολύ μικρός. Αν όμως η όλη κατεύθυνση συνδεθεί με ένα καινούργιο κίνημα κοινοτισμού και επιστροφής και εγκατάστασης της νέας άνεργης γενιάς των πόλεων στην περιφέρεια, θα είναι αυτό δυνατό. Με αλλαγή της χρήσης της γης και ένα «νέο αναδασμό»-μπορούν να δημιουργηθούν κατάλληλα από άποψη έκτασης αγροκτήματα, στα οποία θα μπορούν να εγκαθίστανται οι νέοι δημιουργώντας δομές «διευρυμένης οικογένειας» ή οικοκοινότητας. Με αυτές όμως τις κοινωνικές δομές θα ασχοληθούμε σε ένα επόμενο κείμενο.
Αυτό το αγροοικοσύστημα είναι ενταγμένο οργανικά στα πλαίσια του γενικότερου τοπικού οικοσυστήματος που το περιβάλει και λειτουργεί με στόχο την αειφορία, δηλαδή την κάλυψη των αναγκών του
παρόντος, χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα της μελλοντικής γενιάς ανθρώπων να καλύψει τις δικές της.
Στα πλαίσιά του η διαχείριση των φυσικών πόρων και του ανθρώπινου
δυναμικού είναι πρωταρχικής σημασίας. Περιλαμβάνει τη διατήρηση ή τον εμπλουτισμό αυτών των ζωτικών πόρων μακροπρόθεσμα. Η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού συμπεριλαμβάνει την εκτίμηση των κοινωνικών ευθυνών: τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των εργαζομένων, τις ανάγκες των αγροτικών κοινοτήτων, την υγεία και ασφάλεια των καταναλωτών τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον.
Η “ολοκληρωμένη προσέγγιση αγρού” λαμβάνει υπόψη τους πολιτιστικούς, τους κοινωνικούς και φυσικούς πόρους καθώς και το έδαφος, το νερό και τον αέρα. Από την ανακύκλωση και την ενεργειακή αποδοτικότητα, μέχρι τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και τη χρήση των παρασκευασμάτων φυτο-ζωοπροστασίας και των άλλων εισροών.
Λαμβάνει υπόψη την αλληλεπίδραση των βιοτικών και αβιοτικών
παραγόντων και στοιχείων του περιβάλλοντος, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στην ηλιακή ενέργεια να ταξιδέψει μέσω όλων των
επιπέδων της τροφικής αλυσίδας και να επιτρέπει στην ύλη να ανακυκλωθεί.
Ο κυριότερος παράγοντας που θα καθορίζει πόσα και ποια είδη οργανισμών μπορούν να ζήσουν σε ένα ολοκληρωμένο αγρόκτημα είναι το διαθέσιμο ποσό
ενέργειας. Η ενέργεια σε ένα αγρόκτημα-οικοσύστημα ρέει από τον ήλιο στους αυτότροφους οργανισμούς(παραγωγοί- φωτοσυνθετικοί οργανισμοί)
μετά στους οργανισμούς που τρέφονται από τους αυτότροφους (φυτοφάγοι οργανισμοί) και τελικά στους οργανισμούς που τρέφονται από τους άλλους οργανισμούς (καταναλωτές–σαρκοφάγοι οργανισμοί). Αντίθετα από την ενέργεια, η ύλη ανακυκλώνεται. Το νερό, ο κύκλος του άνθρακα και του αζώτου είναι οι τρεις κύριοι τρόποι με τους οποίους η ύλη ανακυκλώνεται
σε αυτό.
Ο κύκλος του νερού :
Η διαθεσιμότητα του νερού είναι ένας από τους βασικούς
παράγοντες που ρυθμίζουν την παραγωγικότητα σε ένα τέτοιο αγροοικοσύστημα. Εξαρτάται από τον γενικότερο κύκλο του νερού στην περιοχή(συνίσταται συνήθως από τα ακόλουθα στάδια: εξάτμιση (από τις λίμνες, τα ποτάμια και τους ωκεανούς), διαπνοή από φυτά και δέντρα, υγροποίηση(σχηματισμός σύννεφων), κατακρήμνιση(βροχή, χιόνι, χαλάζι), διαφυγή ή επιστροφή πίσω στον κύκλο. Έχουν εκφραστεί σοβαρές περιβαλλοντικές ανησυχίες για τη χρήση του νερού στη γεωργία μέσω της
άρδευσης, ιδιαίτερα στις Μεσογειακές χώρες. Στις περιοχές όπου η χρήση υπερβαίνει το ρυθμό ανεφοδιασμού και η στάθμη νερού μειώνεται οι περιβαλλοντικές συνέπειες μπορούν να είναι σοβαρές, π.χ. ερημοποίηση ή αλάτωση από το θαλάσσιο νερό που εισβάλλει στον υδροφόρο ορίζοντα, και απώλεια της βιοποικιλότητας ως αποτέλεσμα της αλλαγής στη ροή των κοιτών(βλέπε π.χ.εκτροπή Αχελώου). Η άρδευση μπορεί να οδηγήσει στη μόλυνση των υδάτων λόγω της αυξημένης συγκέντρωσης των φυτοφαρμάκων και των θρεπτικών ουσιών στο
νερό που απορρέει. Επιπλέον, απαιτούνται ακόμα μεγαλύτεροι πόροι για την
άντληση του νερού από τις βαθύτερες γεωτρήσεις.
Σχετικά με την ποιότητα νερού, η συμβατική γεωργία είναι μια σημαντική πηγή νιτρικών και φωσφορικών αλάτων στο νερό. Αυτό μπορεί να οδηγήσει στον ευτροφισμό, με τα επακόλουθα σοβαρά αποτελέσματα στο φυσικό περιβάλλον, και στη συγκέντρωση νιτρικών αλάτων στις πηγές πόσιμου ύδατος, επιφανειακού και υπόγειου(Το 87% των αγροτικών περιοχών στην Ευρώπη έχουν συγκέντρωση νιτρικών στα υπόγεια ύδατα που υπερβαίνει το ασφαλές όριο των 25 mg/l, και το 22% βρίσκεται πάνω από την
μέγιστη επιτρεπτή συγκέντρωση των 50 mg/l..).
Για την αποκατάσταση αυτού του προβλήματος χρειάζονται γενικότερα εκτενή μέτρα που δεν είναι δυνατόν να ληφθούν στα πλαίσια του αγροοικοσυστήματος και περιγράφονται στην οδηγία της ΕΕ για τα νιτρικά άλατα. Κάποιες προσωρινές λύσεις είναι η χρήση ποικιλιών ανθεκτικών στα άλατα, η χαμηλής έντασης άρδευση, κάποια εδάφη μπορεί να χρειαστεί να παραμείνουν ακαλλιέργητα ή να οδηγηθούν σε άλλες χρήσεις, όπως π.χ. στην παραγωγή ανθεκτικών στην ξηρασία φυτών για ζωοτροφή, στην αποκατάσταση των φυσικών βιότοπων κ.λ.π. Σε κάθε περίπτωση εκείνο που θα είναι απαραίτητο είναι ο βιολογικός καθαρισμός των υγρών αποβλήτων από τις ανθρώπινες εγκαταστάσεις(κατοικίες του ανθρώπινου δυναμικού που θα έχει εγκατασταθεί στο αγρόκτημα) και από τις αντίστοιχες ζωϊκές εγκαταστάσεις καθώς και η εξοικονόμιση και ο σωστός τρόπος άρδευσης.
Ο κύκλος του άνθρακα:
ο άνθρακας κυκλοφορεί μέσα στο περιβάλλον του αγροκτήματος με τη μορφή του διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Τα φυτά δεσμεύουν το CO2 από την ατμόσφαιρα και το χρησιμοποιούν στη
διαδικασία της φωτοσύνθεσης μετατρέποντάς το σε υδατάνθρακες(1), ενώ άλλοι οργανισμοί(μικροοργανισμοί-ζώα-άνθρωποι) και τα ίδια τα φυτά απελευθερώνουν CO2 στην ατμόσφαιρα κατά τη αναπνοή-διαπνοή. Μεγάλο μέρος του άνθρακα μπορεί να αποθηκευθεί στο έδαφος μέσω της εναπόθεσης των «συντριμιών» της βιομάζας και της οργανικής ύλης(SOM) από τη κομποστοποίησή της στα πλαίσια του αγροκτήματος. Αυτή η διαδικασία μπορεί να επιταχύνεται με τη χρήση των Ενεργών Μικροοργανισμών(ΕΜ: έχουμε ασχοληθεί σε άλλη ανάρτηση με αυτούς), και αυτό θα είναι η συμβολή του ολοκληρωμένου αγροκτήματος στη μείωση της περίσσειας του CO2 –λόγω φαινομένου του θερμοκηπίου- στην ατμόσφαιρα και άρα στην αποτροπή της αλλαγής του κλίματος.
Ο κύκλος του αζώτου :
οι οργανισμοί χρειάζονται το άζωτο για την παραγωγή
αμινοξέων. Η ατμόσφαιρα περιέχει άζωτο κατά 75%, αλλά οι περισσότεροι
οργανισμοί δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη μορφή αζώτου, και πρέπει να έχει μια σταθερή μορφή. Ο κύκλος αζώτου παράγει αυτή τη σταθερή μορφή αζώτου που χρειάζονται οι οργανισμοί. Τα αζωτοβακτήρια δεσμεύουν το ατμοσφαιρικό άζωτο και παράγουν αμμωνία (NH3).
Αλλά βακτήρια χρησιμοποιούν την αμμωνία από τα ζωϊκά απόβλητα και παράγουν νιτρικά άλατα και νιτρώδη άλατα κατά τη διαδικασία κομποστοποίησης. Τα νιτρικά άλατα χρησιμοποιούνται από τα φυτά για την παραγωγή αμινοξέων τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούνται στην παραγωγή πρωτεϊνών από τα φυτά. Τα φυτά καταναλώνονται από άλλους οργανισμούς οι οποίοι χρησιμοποιούν τα αμινοξέα από τα φυτά για να φτιάξουν τα δικά τους. Οι αποικοδομητές μετατρέπουν το άζωτο που βρίσκουν σε άλλους οργανισμούς σε αμμωνία και το επιστρέφουν στο έδαφος. Κάποια βακτήρια βέβαια επιστρέφουν το άζωτο στην ατμόσφαιρα, αλλά με την πολύ σημαντική διαδικασία της κομποστοποίησης μπορούμε να έχουμε μεγάλο μέρος του αζώτου στο έδαφος, πράγμα που είναι απαραίτητο για την παραγωγικότητα του αγροκτήματος.
Θα πρέπει λοιπόν να λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπόψη αυτοί οι κύκλοι για τη λειτουργία του αγροκτήματος σαν εντοπισμένο οικοσύστημα. Βέβαια σε αυτούς τους κύκλους θα πρέπει να προστεθούν και οι λειτουργίες των
αλληλεξαρτήσεων και των διαδικασιών που συναντώνται και στο φυσικό περιβάλλον π.χ. θρεπτική ανακύκλωση, αλληλεπιδράσεις αρπακτικών ζώων/ θηραμάτων, ανταγωνισμός και συμβίωση.
Πιο συγκεκριμένα ο σχεδιασμός ενός τέτοιου αγροοικοσυστήματος βασίζεται στην εφαρμογή των ακόλουθων αρχών:
1. Ενίσχυση της ανακύκλωσης της βιομάζας, βελτιστοποίηση της θρεπτικής
διαθεσιμότητας και εξισορρόπηση της θρεπτικής ροής
2. Εξασφάλιση ευνοϊκών εδαφολογικών συνθηκών για την ανάπτυξη των φυτών, ιδιαίτερα με τη διαχείριση της οργανικής ουσίας και την ενίσχυση της
εδαφολογικής μικροβιακής ζυμωτικής(και όχι αποσυνθετικής) δραστηριότητας
3. Ελαχιστοποίηση των απωλειών λόγω της ηλιακής ακτινοβολίας, του αέρα και του νερού μέσω της διαχείρισης του μικροκλίματος, της συλλογής νερού και της διαχείρισης του εδάφους μέσω της αυξανόμενης εδαφολογικής κάλυψης
4. Διαφοροποίηση ειδών και γενετική διαφοροποίηση του αγροοικοσυστήματος στο χρόνο και στο χώρο
5. Ενίσχυση των ευεργετικών βιολογικών αλληλεπιδράσεων και των συνεργισμών μεταξύ των συστατικών της αγρο-βιοποικιλότητας έχοντας ως αποτέλεσμα την προώθηση των κύριων οικολογικών διαδικασιών και υπηρεσιών
Ο τελικός στόχος του αγρο-οικολογικού σχεδιασμού είναι να ενσωματωθούν τα στοιχεία έτσι ώστε να βελτιωθεί η συνολική βιολογική αποδοτικότητα, να διατηρηθεί η βιοποικιλότητα και η παραγωγικότητα του αγροοικοσυστήματος και να διατηρηθεί η ικανότητά αυτοσυντήρησης του. Ο στόχος
είναι να σχεδιαστεί ένα τύπος αγροοικοσυστημάτων, που μιμείται τη δομή και τη λειτουργία των φυσικών οικοσυστημάτων.
Οι βασικότεροι βέβαια στόχοι είναι:
1) η επίτευξη "υγιούς" εδάφους .Το υγιές έδαφος θα δώσει υγιή φυτά με άριστη ευρωστία και λιγότερο ευαίσθητα στα παράσιτα και στη συνέχεια υγιή φυτά θα δώσουν υγιή ζώα και ανθρώπους.
2) η επίτευξη της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης βιοποικιλότητας. Η ποικιλομορφία των φυτών υποστηρίζει στη συνέχεια την ποικιλομορφία της άγριας ζωής και αυτή με τη σειρά της θα ενισχύσει τα φυσικά οικοσυστήματα και θα μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση παρασίτων. Οι πολυκαλλιέργειες είναι συνήθως πιο ευέλικτες οικονομικά και οικολογικά. Ενώ η μονοκαλλιέργεια έχει πλεονεκτήματα από την άποψη της αποδοτικότητας και της ευκολίας της διαχείρισης, η απώλεια της συγκομιδής σε οποιοδήποτε έτος θα μπορούσε να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα μιας κοινότητας που εξαρτάται από αυτή την συγκομιδή. Με την πολυκαλλιέργεια μοιράζεται ο οικονομικός κίνδυνος. Με την κατάλληλη διαχείριση, η ποικιλομορφία μπορεί επίσης να βελτιώσει ένα αγρόκτημα από βιολογική άποψη. Για παράδειγμα, στο σύστημα ετήσιων καλλιεργειών, η αμειψισπορά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση των «ζιζανίων», των παθογόνων και των εντομολογικών εχθρών. Επίσης, τα φυτά κάλυψης έχουν σταθεροποιητικά αποτελέσματα στο αγροοικοσύστημα με την συγκράτηση του εδάφους και των θρεπτικών ουσιών, την διατήρηση της εδαφικής υγρασίας με τα φυτικά υπολείμματα, και με την αύξηση του ρυθμού διήθησης του νερού και της εδαφολογικής υδατοχωρητικότητας.
Η βέλτιστη ποικιλομορφία μπορεί να επιτευχθεί με την ενσωμάτωση της φυτικής και ζωικής παραγωγής στο ίδιο ολοκληρωμένο αγρόκτημα. Αυτό ήταν η συνηθισμένη πρακτική για αιώνες μέχρι τα μέσα της 20ου αιώνα όταν η βιομηχανοποιημένη εντατική γεωργία ανάγκασαν τα αγροκτήματα να γίνουν πιο εξειδικευμένα. Η μικτή φυτική και ζωική παραγωγής έχει διάφορα πλεονεκτήματα. Καλλιεργώντας φυτικά είδη-προϊόντα μόνο στις
επίπεδες επιφάνειες εδάφους και βοσκές ή κτηνοτροφικές καλλιέργειες σε
απότομες κλίσεις μειώνεται η διάβρωση του εδάφους. Οι βοσκότοποι και
οι κτηνοτροφικές καλλιέργειες στην αμειψισπορά βελτιώνουν την ποιότητα του εδάφους, μειώνουν τη διάβρωση και η κοπριά από τα αγροτικά ζώα, στη συνέχεια, συμβάλλει στην γονιμότητα του εδάφους. Επιπλέον μια δραστική μείωση της παραγωγής-κατανάλωσης κρέατος και γάλακτος μέσω και της μείωσης του αριθμού ζώων, ώστε να τα αντέχει το αγρόκτημα θα είχε ένα σημαντικό θετικό αντίκτυπο στο κλίμα. Θα είχε επίσης μια θετική επίδραση στην υγεία του παγκόσμιου πληθυσμού, μιας και ένα δισεκατομμύριο ανθρώπων είναι υπέρβαροι- σχεδόν και όσοι υποσιτίζονται. Μια αλλαγή προς ολοκληρωμένα, πολυλειτουργικά συστήματα θα είχε θετικές επιπτώσεις για τη γεωργία και οι βοσκότοποι μπορούν να λειτουργήσουν σαν μεγάλες “δεξαμενές” αποθήκευσης του άνθρακα και της βιοποικιλότητας.Τα αγροτικά ζώα μπορούν να αμβλύνουν τις αρνητικές επιπτώσεις των περιπτώσεων ζημιών στις καλλιέργειες, καταναλώνοντας τα υπολείμματα της καλλιέργειας, η οποία σε ένα σύστημα που θα είχε«μόνο φυτικές καλλιέργειες» θα θεωρούνταν αποτυχία. Η ζωική παραγωγή, που σύμφωνα με τις προτάσεις στο κείμενο για τη "κρεοφαγία-φυτοφαγία" θα παίζει συμπληρωματικό ρόλο, μπορεί να βοηθήσει στην αυτάρκεια του αγροοικοσυστήματος και να προστατέψει τους αγρότες από την έλλειψη διατροφής και από τις διακυμάνσεις του εμπορίου και των τιμών. Σε συνδυασμό με τις φυτικές καλλιέργειες, θα γίνεται αποτελεσματικότερη η αγροτική εργασία για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών.
3)Το μικρότερο δυνατόν οικολογικό αποτύπωμα, με τις λιγότερες δυνατές εισροές. Η επιλογή ειδών και ποικιλιών που είναι καλά προσαρμοσμένα στη περιοχή και στις συνθήκες του αγρού βοηθάνε σε αυτό.
Επίσης η επιλογή των μεθόδων της βιοκαλλιέργειας, της βιοδυναμικής ή της φυσικής καλλιέργειας, οι οποίες είναι έντασης εργασίας και όχι χημικών εισροών συνεισφέρουν στο μικρό οικολογικό αποτύπωμα.
Κύρια όμως θα πρέπει να μπει στόχος να μειωθεί η εξάρτηση από τις μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να υποκατασταθούν αυτές από τις ανανεώσιμες πηγές ή την εργασία, αλλά μέχρι το σημείο βέβαια που είναι εφικτό. Μικρές εγκαταστάσεις γεωθερμίας στα κτίρια, παραγωγής βιοαερίου για θέρμανση-μαγείρεμα, μικρές ανεμογεννήτριες και μικρά φωτοβολταϊκά για παραγωγή της απαιτούμενης ηλεκτρικής ενέργειας, είναι δυνατές σήμερα στα πλαίσια ενός τέτοιου αγροκτήματος.
4) Ένας επιπλέον στόχος θα πρέπει να είναι και η εγκατάσταση στο αγρόκτημα της κοινότητας των ανθρώπων, που ασχολούνται με τη διαχείρισή του. Αυτό είναι λίγο δύσκολο για τα σημερινά ελληνικά δεδομένα, όπου ο αγροτικός κλήρος είναι πολύ μικρός. Αν όμως η όλη κατεύθυνση συνδεθεί με ένα καινούργιο κίνημα κοινοτισμού και επιστροφής και εγκατάστασης της νέας άνεργης γενιάς των πόλεων στην περιφέρεια, θα είναι αυτό δυνατό. Με αλλαγή της χρήσης της γης και ένα «νέο αναδασμό»-μπορούν να δημιουργηθούν κατάλληλα από άποψη έκτασης αγροκτήματα, στα οποία θα μπορούν να εγκαθίστανται οι νέοι δημιουργώντας δομές «διευρυμένης οικογένειας» ή οικοκοινότητας. Με αυτές όμως τις κοινωνικές δομές θα ασχοληθούμε σε ένα επόμενο κείμενο.
(1)αντίδραση φωτοσύνθεσης είναι:
6CΟ2 + 12Η2Ο +ηλιακή ενέργεια→ C6Η12Ο6 + 6O2 + 6Η2Ο + 674 θερμίδες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου