Από του τοπικούς Οικολόγους Πράσινους του Βόλου έλαβα τις θέσεις τους για τη καύση και τη προοπτική να γίνει εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας από εισαγόμενα σκουπίδια στη περιοχή:
Ολοένα και περισσότερο τους τελευταίους μήνες γίνεται αναφορά και αναπτύσσονται σχέδια που αφορούν την ενεργειακή αξιοποίηση των απορριμμάτων είτε μέσω της καύσης τους είτε με άλλο τρόπο (π.χ. οξείδωση). Ήδη στην Κερατέα οι κάτοικοι έχουν ξεσηκωθεί και το ίδιο αναμένεται να γίνει και στον Βόλο. Από την άλλη πλαυρά αρχίζει να διαμορφώνεται και το απαραίτητο λόμπυ υποστήριξης αυτής της πρακτικής, που την προβάλει ως μια μέθοδο που λύνει ταυτόχρονα δύο προβλήματα. Καλούμαστε λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε τις ασάφειες που ακούγονται και να πάρουμε ξεκάθαρη θέση, με μόνο γνώμονα την εξασφάλιση της ασφάλειας και της υγείας των πολιτών, κάτι που είναι το κύριο μέλημα των Πράσινων. Δηλώνουμε λοιπόν ότι η καύση ΔΕΝ αποτελεί λύση ούτε με περιβαλλοντικά, ούτε με οικονομικά αλλά ούτε με τεχνοκρατικά κριτήρια. Συγκεκριμένα:
1. Για το θέμα των απορριμμάτων: Είναι ξεκάθαρο ότι η όποια ενεργειακή αξιοποίηση των απορριμμάτων αναφέρεται σε κλάσμα που θα περιέχει βιοαποικοδομήσιμα υλικά σε μικρότερο ή μεγαλύτερο ποσοστό. Μάλιστα το κλάσμα αυτό θα προκύπτει μετά από τη διαλογή των απορριμμάτων και απομόνωση όσων καίγονται (χαρτί, χαρτόνι, υφάσματα κ.λπ.). Εδώ λοιπόν αποκλίνει τελείως με την λογική, καθώς αν φτάσει κάποιος σε σημείο να διαχωρίζει τα απορρίμματα για ποιο λόγο δεν τα προωθεί σε επαναχρησιμοποίηση ή ανακύκλωσή τους και τα οδηγεί στην πυρά (κυριολεκτικά); Είναι σαν να καλλιεργούμε σιτάρι και να το χρησιμοποιούμε για προσάναμμα και όχι για αλεύρι. Η λογική αυτή είναι η λογική της υπερκατανάλωσης που μας οδήγησε στην κρίση. Αντίθετα, οι Οικολόγοι Πράσινοι πιστεύουν ότι πρώτο μέλημα κάθε κοινωνίας είναι η μείωση των απορριμμάτων που παράγονται, ιδιαίτερα για την Ελλάδα που καταναλώνει τρεις φορές περισσότερα από όσα δικαιούται. Στη συνέχεια τα υλικά πρέπει να επαναχρησιμοποιούνται, να ανακυκλώνονται και μόνο ότι δεν μπορεί να αξιοποιηθεί αλλιώς να οδηγείται σε κομποστοποίηση αν είναι οργανικό και οριστική απόθεση με συγκεκριμένους όρους αν είναι ανόργανο. Μόνο με αυτή την ιεράρχηση μπορεί να σταθεί η όποια λύση για τα απορρίμματα.
2. Για το θέμα της ενέργειας: Η παραγωγή ενέργειας από απορρίμματα φαίνεται να είναι προσοδοφόρα μόνο για τους ιδιοκτήτες τω ν μονάδων καύσης. Ο ορισμός μάλιστα της ενέργειας αυτής ως ΑΠΕ είναι προβληματικός γιατί δεν είναι δυνατόν να προκύψει από τη διαλογή οργανικό κλάσμα μεγαλύτερο από 70%. Ακόμα και στην καλύτερη των περιπτώσεων δηλαδή έχουμε 70% ΑΠΕ. Επιπλέον το κόστος (και περιβαλλοντικό και οικονομικό) της κιλοβατώρας αυξάνεται δραματικά, καθώς κάθε κιλό «καύσιμης» ύλης θα πρέπει να προέρχεται μετά από ενεργειακά και οικονομικά πολυέξοδες διαδικασίες. Το κόστος της μονάδας ενέργειας που θα φτάνει στον καταναλωτή θα είναι λοιπόν μεγάλο (υπολογίζεται για τη μονάδα του Βόλου 1,5 φορά μεγαλύτερο από αυτό που προσφέρεται η μονάδα από φωτοβολταϊκά που είναι ήδη ακριβή). Ως προς την πολιτική λογική ξανά η υπερκατανάλωση: «συνεχίστε να καταναλώνετε ρεύμα και εμείς σας πουλάμε». Αντίθετα με πολύ μικρότερη κρατική επένδυση είναι δυνατόν και πολιτικές μείωσης της καταναλισκόμενης ενέργειας να εφαρμοστούν και να επιδοτηθούν πραγματικά ΑΠΕ ώστε το αποτύπωμα τους να είναι πραγματικά μηδενικό. Αλλά και ταυτόχρονα οι πολίτες να αναπτύξουν τη λογική της εξοικονόμησης και ιδιοπαραγωγής της ενέργειας που χρειάζονται.
3. Από σκοπιά οικονομική: Για την εγκατάσταση όλων αυτών των μονάδων βιολογικής ξήρανσης και ενεργειακής αξιοποίησης των απορριμμάτων, το κράτος καλείται να δαπανήσει αρκετά εκατομμύρια ευρώ. Αν μάλιστα προσθέσουμε την επιδότηση της μονάδας ενέργειας ως ΑΠΕ και το κόστος των ελεγκτικών μηχανισμών και αναλύσεων για να πιστοποιείται συνεχώς ότι το σύστημα λειτουργεί όπως πρέπει και δεν γίνεται επικίνδυνο για την υγεία των πολιτών, φτάνουμε σε δυσθεώρητα ύψη. Είναι δεδομένο ότι η τοπική αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να αντέξει το κόστος των ελέγχων, ούτε όμως και η κεντρική κυβέρνηση έχει τα μέσα ή αν θέλει να τα αποκτήσει το κόστος εκτοξεύεται. Η δαπάνη με άλλα λόγια είναι πολύ μεγαλύτερη από το προσδοκώμενο όφελος καθώς με πολύ λιγότερα χρήματα (κρατικά) μπορεί να παραχθεί το ίδιο ποσό ενέργειας, με πιο καθαρό τρόπο και μάλιστα με λιγότερο ρίσκο για την ασφάλεια μιας περιοχής. Μάλιστα, αν γίνουν οι κατάλληλες επενδύσεις μπορεί το όφελος να αφορά άμεσα πολύ περισσότερους πολίτες και σίγουρα το σύνολο της κοινωνίας. Στο ενδεχόμενο, τέλος, ενός ατυχήματος κάθε πλεονέκτημα εξανεμίζεται, καθώς το κόστος (τόσο το οικονομικό όσο και το κοινωνικό) της αποκατάστασης των ζημιών είναι ανυπολόγιστο.
Από όλα αυτά προκύπτει, ότι η λύση της καύσης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από ένα πολιτικό φορέα που σέβεται την υγεία και την ασφάλεια των πολιτών και μάχεται να διαμορφώσει μια διαφορετική πολιτική και κοινωνική αντίληψη. Υπάρχουν πολιτικές λύσεις πιο ασφαλείς, πιο αποδοτικές στην κοινωνία και κυρίως πιο μακροχρόνιες, συμβατές με ανθρώπινες δραστηριότητες και που αναβαθμίζουν εν τέλη τη ζωή τους και οι Οικολόγοι Πράσινοι τις έχουν από καιρό αναδείξει.
Σάββατο 5 Μαρτίου 2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου