Συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης
Αρχικά, καθιερώνεται συνήθως η αξία της τοπικής νομισματικής μονάδας – π.χ. 1 ευρώ. Κάποια συστήματα υιοθετούν μια μονάδα χρόνου που αφορά ώρες ίσης συναλλακτικής αξίας, με το πλεονέκτημα της διαρκούς σταθερότητας (χωρίς πληθωρισμό) και ισότητας.
Στη συνέχεια, προκύπτει το ξεχωριστό ζήτημα του πώς να τιμολογούνται τα αγαθά και οι υπηρεσίες ανάμεσα στα μέλη. Στο ΤΔΑ η προσέγγιση μιας «εσωτερικής ελεύθερης αγοράς», όπου το κάθε άτομο αποφασίζει ελευθέρα σχετικά με την τιμή των διαφορών υπηρεσιών (που το ίδιο παρέχει), είναι πολύ συνηθισμένη.
Αυτή η προσέγγιση επιτρέπει τη διαφοροποίηση των αμοιβών πραγματικά ανάλογα με τον βαθμό ειδίκευσης (π.χ. ένας ερασιτέχνης μπορεί να χρειαστεί 5 ώρες για να ολοκληρώσει μια δουλειά, την οποία ένα πιο ειδικευμένο άτομο θα μπορούσε να ολοκληρώσει μέσα σε 3 ώρες).
Αυτό μπορεί να βοηθήσει στην προσέλκυση μιας μεγαλύτερης ποικιλίας υπηρεσιών, η οποία θα περιλαμβάνει επιχειρηματικές και επαγγελματικές ειδικότητες, σε αντίθεση με ένα αντίστοιχο σύστημα που βασίζεται σε ώρες ίσης αξίας. Λόγω της προσέγγισης της εσωτερικής ελεύθερης αγοράς έχει, επίσης, παρατηρηθεί ότι οι τιμές τείνουν να προσαρμόζονται προς τον μέσο όρο με την πάροδο του χρόνου. Αυτοί που ζητούν υψηλές τιμές συχνά τις χαμηλώνουν, προκειμένου να προσελκύσουν περισσότερη ζήτηση, ενώ αυτοί που ζητούν χαμηλότερες τιμές βλέπουν ότι έχουν υποτιμήσει τη χρονοναύλωση τους και προσαρμόζουν ανοδικά τις τιμές τους.
Και το ερώτημα που έθεσα στο κείμενο "εμπορευματικές σχέσεις-χρήμα" παραμένει. Ποιό είναι πιο σημαντικό: η αρχική προσέλκυση μελών ή η προώθηση της αξίας της αλληλεγγύης;
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου