Σάββατο 7 Αυγούστου 2010
Η «απελευθέρωση» των ενεργειακών αγορών και η δημοτικοποίηση των τοπικών ενεργειακών δικτύων
Αυτές τις μέρες τα ΜΜΕ ασχολούνται με την απαίτηση της Τρόικας για την «απελευθέρωση» της ενέργειας και την πώληση εργοστασίων ή και μέρους της ισχύος της ΔΕΗ σε ιδιώτες κεφαλαιούχους. Τα κόμματα εξουσίας και η Κυβέρνηση δεν διαφωνούν για την «απελευθέρωση», αλλά για το πώς θα δρομολογηθεί η ίδια η διαδικασία. Από τα κόμματα της αντιπολίτευσης την πιο προωθημένη θέση την εκφράζουν οι ΟΠ, που απαιτούν «να μη πουληθούν τα λιγνιτικά εργοστάσια, αλλά να κλείσουν»(βλέπε προηγούμενη ανάρτηση).
Με την ευκαιρία της επικαιρότητας του θέματος θα ήθελα να αναλύσω τη θέση για τη «δημοτικοποίηση» του ενεργειακού τομέα και την ενεργειακή αυτονομία των δήμων-κοινοτήτων, η οποία αποτελεί βασική συνέπεια για τη κατεύθυνσης της Τοπικοποίησης(1).
Η ιστορία του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας έχει να κάνει με τη «Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού»(ΔΕΗ), η οποία παρήγαγε σταδιακά την αναγκαία ηλεκ. ενέργεια στα εργοστάσια λιγνίτη, πετρελαίου και υδατόπτωσης και με το χρόνο ηλεκτροδότησε σταδιακά όλη τη χώρα(μέχρι και τα εξοχικά στα δάση), εγκαθιστώντας το δίκτυό της σε δημόσια-δημοτική-ιδιωτική γη και δρόμους, χωρίς να την αποζημιώνει(ούτε καν τους ιδιώτες, αφού δεν ικανοποιούσε μόνο το δημόσιο συμφέρον, αλλά και το ιδιωτικό τους). Στη χώρα δεν είχαν δημιουργηθεί ιδιωτικές εταιρείες παροχής ενέργειας, ούτε δημοτικές τέτοιες. Έτσι όταν η ΔΕΗ έγινε ΔΕΚΟ και λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, έγινε στην ουσία «κράτος εν κράτει» με όλα τα πλεονεκτήματα για αυτήν, της δημόσιας εταιρείας , αλλά και της Α.Ε. Δεν αποζημιώνει π.χ. ούτε το κράτος-δήμους για τη χρήση κρατικής –δημοτικής γης(πολλές φορές μάλιστα προκαλώντας μεγάλες ζημιές με τις πυρκαγιές που προκαλούνται από σπινθήρες του δικτύου της), αλλά μπορεί επίσης να καθορίζει τις τιμές του ρεύματος, ανάλογα με τις λογιστικές της ανάγκες και όχι τις κοινωνικές.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η απελευθέρωση στον τομέα της ενέργειας είναι η λύση για να μην λειτουργεί η ΔΕΗ σαν μονοπώλιο. Όμως η δημιουργία ιδιωτικών εταιρειών στο χώρο, όπου και αν έγινε αυτό σε άλλα κράτη, δεν απέβη υπέρ του «κοινωνικού συνόλου», αλλά σχεδόν πάντα υπέρ των εταιρειών. Ο ανταγωνισμός τους στα πλαίσια του ίδιου δικτύου διανομής του ρεύματος, κάθε άλλο παρά στη μείωση των τιμών οδήγησε.
Για παράδειγμα στη Γερμανία, όπου από το Σύνταγμα ανατίθεται στους ΟΤΑ, στα πλαίσια των βασικών υποχρεώσεών τους, η εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού. Με την απελευθέρωση στη δεκαετία του `90, πολλοί δήμοι προχώρησαν στην πώληση των δημοτικών τους επιχειρήσεων και ένα μεγάλο μέρος των τοπικών δικτύων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας ( δίκτυα Μέσης Τάσης / Μ.Τ. και Χαμηλής Τάσης / Χ.Τ. ) και διανομής αερίου βρίσκεται στα χέρια των 4 μεγάλων εταιρειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ( E.ΟΝ, RWE, EnBW, Vattenfall ) και περιφερειακών θυγατρικών τους. Αποτέλεσμα: ραγδαία αύξηση του κόστους παροχής των υπηρεσιών χωρίς απαραίτητα την ποιοτική αναβάθμισή τους. Απομάκρυσνη από τον δημότη, αγνόηση της ανάγκης συμβολής στην αντιμετώπιση των οξυνόμενων περιβαλλοντικών προβλημάτων, έλλειψη από τα ταμεία των ΟΤΑ σημαντικών οικονομικών πόρων από τη λειτουργία των ενεργειακών δικτύων, οι οποίοι πόροι κατέληγαν στα ταμεία των ιδιωτικών ενεργειακών κολοσσών που τα διαχειρίζονταν.
Δέκα – δεκαπέντε χρόνια μετά, πολλοί ΟΤΑ το ξανασκέπτονται. Εξετάζουν σήμερα την επιστροφή τους στους τομείς παροχής ενεργειακών υπηρεσιών, με πρόταγμα τον ΄΄Πράσινο΄΄ και ΄΄Αποκεντρωμένο΄΄ χαρακτήρα παροχής τους. Η συζήτηση περί Επαναδημοτικοποίησης παίρνει τα τελευταία χρόνια μία ώθηση. Οι ΟΤΑ δεν ανανεώνουν τις Συμβάσεις με τις εταιρείες και αναλαμβάνουν οι ίδιοι δράση στους τομείς του εφοδιασμού ( με ενέργεια και νερό ύδρευσης ) και της διαχείρισης των απορριμμάτων και των λυμάτων, και μάλιστα συχνά με ευνοїκότερες τιμές. Η πρόσφατη απόφαση του Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία μία εταιρεία ενεργειακού εφοδιασμού πρέπει, με τη λήξη της Σύμβασης Παραχώρησης, να πωλεί και να μεταβιβάζει τα τοπικά δίκτυα στον οικείο ΟΤΑ, έρχεται να ενισχύσει αποφασιστικά τις διαθέσεις πολλών δήμων, ώστε να τολμήσουν την Επαναδημοτικοποίηση των ενεργειακών δικτύων στις περιοχές τους.
Το πρώτο βήμα λοιπόν για τη λύση του ενεργειακού προβλήματος της χώρας μας θα ήταν-με την ευκαιρία της απελευθέρωσης- η μεταβίβαση της υποχρέωσης του ενεργειακού εφοδιασμού των πολιτών στους ΟΤΑ και η δημοτικοποίηση-κοινοτητοποίηση των τοπικών ενεργειακών δικτύων(θα είναι και ένα σημαντικό βήμα για τη μελλοντική μετάβαση στις κοινωνίες της Τοπικοποίησης).
Οι ΟΤΑ αποτελούν την πλέον κατάλληλη σημερινή δομή για τον ενεργειακό σχεδιασμό στην περιοχής τους. Η παροχή ενεργειακών υπηρεσιών μπορεί και αξίζει να γίνει το αποφασιστικό πεδίο επιχειρηματικής δράσης των δημοτικών-διαδημοτικών επιχειρήσεων. Με την προϋπόθεση φυσικά ότι η δημοτική-διαδημοτική επιχείρηση θα έχει ως στόχο την ικανοποιητική παροχή αντίστοιχων υπηρεσιών στους πολίτες της περιοχής ( με κριτήρια αμφίπλευρης οικονομικής αποδοτικότητας αλλά και κοινωνικής όσο και οικολογικής συμβατότητας ), και δεν θα μοιάζει στην επιχειρηματική της πολιτική και στάση με τα ενεργειακά μονοπώλια.
Η λειτουργία των τοπικών ενεργειακών δικτύων αποφέρει ένα, χαμηλό μεν, αλλά καθαρό οικονομικό όφελος για τους δήμους. Πράγμα που είναι λίγο για μία μεγάλη εταιρεία, αρκετό όμως για έναν δήμο. Υψηλότερες αποδόσεις ( μεγαλύτερες από 10% ) προέρχονται από τη λειτουργία ιδίων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. Επιπλέον, ένα μεγαλύτερο μερίδιο συναφών οικονομικών δραστηριοτήτων και προστιθέμενης αξίας παραμένουν στην ίδια την περιοχή. Με την απελευθέρωση των αγορών, οι δήμοι συνειδητοποιούν ότι χωρίς δικές τους μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας είναι εκτεθειμένοι στη διαμόρφωση των τιμών απ΄ τα ενεργειακά μονοπώλια και για το λόγο αυτό είναι υποχρεωμένοι να πληρώνουν υπεραυξημένες τιμές ρεύματος.
Με την ανάληψη της λειτουργίας των δικτύων από μία δημοτική επιχείρηση αναμένονται πάντα φθηνότερες τιμές ρεύματος για τους δημότες. Σε κάθε περίπτωση, οι επιπλέον πόροι από τη λειτουργία των δικτύων προσφέρονται για να καλύψουν τα έξοδα σε άλλους τομείς παροχής υπηρεσιών εκ μέρους του δήμου, οι οποίοι είναι ελλειμματικοί, π.χ. δημόσια μέσα μεταφοράς, πρόνοια κ.ά.
Ένας ΟΤΑ, ο οποίος έχει στην κυριότητά του τα τοπικά ενεργειακά δίκτυα, έχει πλέον αυξημένες δυνατότητες να σχεδιάσει και να ξεκινήσει τον ενεργειακό αναπροσανατολισμό στην περιοχή του, ο οποίος θα στηρίζεται στην αξιοποίηση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ( ΑΠΕ ) στην περιοχή καθώς και στην αποτελεσματική χρήση και εξοικονόμηση ενέργειας ( ΕΕ ), με την οικοδόμηση αποκεντρωμένων ενεργειακών υποδομών. Δήμοι οι οποίοι δημοτικοποιούν τα τοπικά ενεργειακά δίκτυα καθώς και τον ενεργειακό εφοδιασμό με δικές τους ενεργειακές μονάδες παραγωγής, με δικές τους δια-δημοτικές επιχειρήσεις, είναι η πλέον κατάλληλη βαθμίδα κοινωνικής οργάνωσης και δημόσιας διοίκησης, προκειμένου να επιτυγχάνονται :
Η παραγωγή και διάθεση επί τόπου ηλεκτρικού ρεύματος από αποκεντρωμένες, δια-δημοτικές ή κοινωνικής ιδιοκτησιακής βάσης, μονάδες, και μάλιστα με την αξιοποίηση κατά το δυνατό ντόπιων ΑΠΕ
Η ενεργειακά και οικολογικά βέλτιστη παραγωγή ρεύματος και θερμότητας με μονάδες συμπαραγωγής
Η ώθηση παροχής συμβουλών εξοικονόμησης ενέργειας ( ΕΕ ) στους πολίτες και στις επιχειρήσεις
Φιλικές προς τον καταναλωτή ενεργειακές δραστηριότητες
Συμβολή στην προστασία του κλίματος και του περιβάλλοντος
Σημαντική συνεισφορά στην οικονομική αυτοδυναμία των ΟΤΑ
Εξασθένιση της κυριαρχίας των μεγάλων εταιρειών
Οικοδόμηση της ενεργειακής αυτάρκειας της περιοχής
Ευαισθητοποίηση – Ενεργοποίηση – Συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση της ενεργειακής, αλλά και της γενικότερης πολιτικής στον τόπο τους, και μάλιστα με χαρακτηριστικά οικονομικής αποτελεσματικότητας – κοινωνικής αποδοχής και οικολογικής συμβατότητας
Ουσιώδης ενίσχυση της πολιτικής χειραφέτησης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ακόμη και των μικρών από την κρατική και υπερεθνική διοίκηση
Αν η Κυβέρνηση πιεζόταν να ακολουθήσει αυτό το δρόμο «απελευθέρωσης» της ενέργειας, τότε η ΔΕΗ αναγκαστικά θα προχωρούσε και αυτή σε αποκεντρωμένες εγκαταστάσεις παραγωγής και διανομής, καθώς και στο κλείσιμο των λιγνητικών εργοστασίων της.
(1) Οι προτάσεις που διατυπώνονται συμφωνούν με μια ανάλυση και του Βασίλη Γιόκαρη, Φυσικού, Μηχανικού Μεταλλουργού, Σύμβουλου Έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Αντί σχολίου:
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ πιο «βρώμικη» κιλοβατώρα της Ευρώπης
Τη μεγαλύτερη εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα στην Ευρώπη παράγει η ΔΕΗ, όπως προκύπτει από έκθεση του οίκου, PricewaterhouseCoopers.
Για την παραγωγή κάθε κιλοβατώρας ηλεκτρικού ρεύματος από τη ΔΕΗ το 2008 εκπέμφθηκαν στο περιβάλλον κατά μέσο όρο 1.006 γραμμάρια διοξειδίου του άνθρακα.
Η ελληνική επιχείρηση καταλαμβάνει την έκτη «πιο ρυπογόνο» θέση στις συνολικές ποσότητες εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου.
Παλαιότερη έρευνα της οργάνωσης WWF έχει καταδείξει ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει την τρίτη θέση (μετά την Ινδία και τη Νότια Αφρική), με 777 γραμμάρια ανά παραγόμενη κιλοβατώρα.
Πηγή: Τα Νέα