Ένα τσούρμο φοιτητών, θα ήταν περίπου 20 χρονών,
περπατούσε στο διάδρομο του 7ου ορόφου του νοσοκομείου. Μπροστά ο καθηγητής,
πίσω αυτά ακολουθούσανε. Σταθήκανε μπροστά στην πόρτα ενός θαλάμου. Κάτι τους
είπανε, τους δώσανε μάσκες και μπήκανε.
Στο μοναδικό κατειλημμένο κρεββάτι, μία γυναίκα. Σκεπασμένη με ένα σεντόνι ως το λαιμό, μόνο το κεφάλι και τα χέρια έξω απ’ αυτό. Διάσπαρτες στο δέρμα της, οι χαρακτηριστικές σκουροκόκκινες κηλίδες των ανθρώπων που νοσούν από AIDS. Όση ώρα ο καθηγητής τις έδειχνε στους φοιτητές, αυτή κοιτούσε έξω από το παράθυρο.
Στο μοναδικό κατειλημμένο κρεββάτι, μία γυναίκα. Σκεπασμένη με ένα σεντόνι ως το λαιμό, μόνο το κεφάλι και τα χέρια έξω απ’ αυτό. Διάσπαρτες στο δέρμα της, οι χαρακτηριστικές σκουροκόκκινες κηλίδες των ανθρώπων που νοσούν από AIDS. Όση ώρα ο καθηγητής τις έδειχνε στους φοιτητές, αυτή κοιτούσε έξω από το παράθυρο.
Ξεσκεπάσου, της είπε ο καθηγητής. Αυτή έσφιξε το σεντόνι ακόμη περισσότερο. Ξεσκεπάσου, της είπε πιο δυνατά, πιο άγρια. Άρχισε να κλαίει σιγανά και κουκουλώθηκε ακόμη περισσότερο. Ο καθηγητής τότε, έπιασε το σεντόνι νευριασμένος και της το τράβηξε δυνατά, αποκαλύπτοντας ένα γυμνό κορμί, γεμάτο με κοκκινάδια. Ντρέπομαι, έλεγε αυτή κι έκλαιγε με λυγμούς πια. Ντρέπομαι, είμαι γυμνή, με βλέπουν, και με τα χέρια της προσπαθούσε να καλύψει το στήθος της και το μουνί της. Άνοιξε τα πόδια σου, της είπε κοφτά. Ντρέπομαι, ξανά και ξανά. Παραδόθηκε όμως τελικά, μέσα στα ακατάσχετα αναφιλητά, παραδόθηκε στο γαντοφορεμένο χέρι, που της σήκωσε βίαια το ένα πόδι, για να αποκαλύψει μια τεράστια κόκκινη πληγή εκεί ανάμεσα.
Οι φοιτητές είχαν βουβαθεί. Μερικοί είχαν πισωπατήσει προς την πόρτα. Κανά δυο είχαν βουρκώσει. Κανένας όμως δεν μίλησε.
~
Είναι μερικοί άνθρωποι που κουβαλούν τη ντροπή του κόσμου όλου. Κουβαλούν ακόμη και τη ντροπή αυτών που δεν έχουν ντροπή.
Και είναι και μερικοί άλλοι, που δεν θα καταλάβουν ποτέ τί σημαίνει αξιοπρέπεια. Γιατί οι ίδιοι, δεν έχουν.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου