Επιστροφή προς τα ... μπρος!

Επιστροφή προς τα ... μπρος!

ΕΝΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ

ΕΝΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ
ΝΑ ΘΕΜΕΛΕΙΏΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΌ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ ΙΣΌΤΗΤΑΣ

Αποανάπτυξη-Τοπικοποίηση -Αυτονομία- Άμεση Δημοκρατία-Ομοσπονδιακός Κοινοτισμός

Τον Μάιο του 2020, μια ομάδα περισσότερων από 1.100 υποστηρικτών της «Αποανάπτυξης», υπέγραψε ένα μανιφέστο καλώντας τις κυβερνήσεις να αδράξουν την ευκαιρία και να στραφούν προς ένα «ριζικά διαφορετικό είδος κοινωνίας, αντί να προσπαθούν απεγνωσμένα να θέσουν ξανά σε λειτουργία την «καταστροφική ανάπτυξη». Η Συνδημία του κοροναϊού δείχνει ότι θα χρειασθεί να γίνουν μεγάλες αλλαγές, αν δεν θέλουμε να πάμε στην κατάρρευση! Ειδικά για την μετά-COVID Ελλάδα: Για να ξεφύγει η χώρα από τη μέγγενη των χρεών, από την φτωχοποίηση και το πολιτισμικό αδιέξοδο, καθώς και από την κατάθλιψη και την μεμψιμοιρία στην οποία έχει πέσει ο πληθυσμός της-ιδίως μετά το σοκ της πανδημίας και τον εγκλεισμό του στα σπίτια- θα χρειασθεί, μετά το πέρασμα της καταιγίδας, να αναπτερωθεί το ηθικό του μέσα από μια στροφή προς μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση . Εφαλτήρας μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας και στη συνέχεια ο μεταποιητικός ένδυσης- υπόδησης, ο ενεργειακός και ο ήπιος ποιοτικός τουρισμός να την συμπληρώσουν. Είναι μια εναλλακτική στη σημερινή κυρίαρχη κατεύθυνση, που δεν χρειάζονται κεφάλαια, ξένες επενδύσεις, χωροταξικά σχέδια, υπερτοπικές συγκεντρώσεις, μεγαλεπήβολα και εξουθενωτικά μεγέθη και ρυθμούς. Η κατεύθυνση της Αποανάπτυξης-Τοπικοποίησης -Αυτονομίας- Άμεσης Δημοκρατίας-Ομοσπονδιακού Κοινοτισμού θα μπορούσε να είναι η διέξοδος για την χώρα, στην μετά-COVID εποχή!

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010

Τι είναι οι τοπικές οίκο-κοινότητες αλληλεγγύης και συνεργασίας

(το συνθετικό «οίκο» όχι μόνο με την τρέχουσα σημασία του οικολογικού περιεχομένου, αλλά και με την αρχαιοελληνική έννοια του «Οίκου»):
Η μορφή τους αποφασίζεται από τους συμμετέχοντες, ανάλογα με τις δυνατότητες που υπάρχουν και τις συνθήκες που επικρατούν στο χώρο ύπαρξής τους. Ενδεικτικά θα μπορούν να πάρουν τις μορφές:
α) Μια συλλογικότητα αρκετών ανθρώπων, βασικά της πόλης (κρίσιμος αριθμός κάθε φορά) με διαφορετικές δεξιότητες (και όχι μόνο τη θέληση), αποφασίζουν να εγκατασταθούν σε χώρο όχι μόνο κοινής διαμονής, αλλά και κοινής δραστηριότητας σε καθημερινή βάση. Οι δραστηριότητες αυτές θα πρέπει να είναι και οικονομικές, ώστε να εξασφαλίζεται τουλάχιστον ένα μέρος του εισοδήματος βιωσιμότητας της κοινότητας (κοινό ταμείο). Θα έχουν να κάνουν με την εξασφάλιση της διατροφής από πολυκαλλιέργεια αγροτικών προϊόντων, κτηνοτροφίας, αλιείας, μελισσοκομίας. Με παραγωγικές δραστηριότητες του δευτερογενούς τομέα (μηχανουργείο, ξυλουργείο, οικοδομικό συνεργείο, κ.λ.π.). Αν τα παραγόμενα προϊόντα περισσεύουν από την αυτοκατανάλωση μπορούν να διατίθενται είτε στην τοπική αγορά είτε σε ένα ευρύτερο δίκτυο ανταλλαγής. Αντίστροφα αν τα απαιτούμενα για την κοινότητα αγαθά δεν μπορούν να αυτοπαραχθούν για διάφορους λόγους (π.χ. έλλειψη χεριών, αδυναμία συγκεκριμένων καλλιεργειών στη δεδομένη περιοχή), εξασφαλίζονται είτε από την τοπική αγορά είτε από υπάρχοντα δίκτυα ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών. Προϊόντα βιομηχανικής κυρίως παραγωγής αγοράζονται από το ταμείο της κοινότητας σε τιμές χοντρικής και διανέμονται ανάλογα με τις ανάγκες των μελών, όπως και τα άλλα της αυτοπαραγωγής. Κάποιοι από τα μέλη της μπορούν να εξασφαλίζουν συμπληρωματικό εισόδημα από δραστηριότητες εκτός κοινότητας ή και να εργάζονται αποκλειστικά εκτός κοινότητας. Οι σχέσεις τους με την οικονομική (π.χ. καταβολή του 20-30% του μισθού στο κοινό ταμείο) και την εν γένει καθημερινή ζωή της κοινότητας ρυθμίζονται από την συνέλευσή της, η οποία παίρνει αποφάσεις για όλα τα ζητήματα που την απασχολούν (π.χ. ένα ζήτημα θα είναι τα περιουσιακά στοιχεία ορισμένων μελών της. Αν δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία για κοινοτική τους διαχείριση από την αρχή, τουλάχιστον ένα μέρος από τα εισοδήματα που αποφέρουν να κατατίθενται στο κοινό ταμείο, ανάλογα με τις ανάγκες βιωσιμότητας της κοινότητας, μετά από κοινή συμφωνία). Γενικά υπάρχει κοινή αντιμετώπιση των εσόδων και εξόδων, κάτω από το πρίσμα των αναγκών των μελών και της βιωσιμότητας της κοινότητας. Επίσης μπορεί να οργανώνεται κοινή κουζίνα, χώρος απασχόλησης παιδιών, χώρος αυτοέκφρασης, χώρος υποδοχής επισκεπτών κ.λ.π. Οι χώροι διαμονής (κατά μόνας, ανά ζευγάρια ή παρέα) καθορίζονται κυρίως από τις αντικειμενικές δυνατότητες που θα υπάρχουν.
Βασικό τους πάντα χαρακτηριστικό θα πρέπει να είναι η αυτοδυναμία-αυτάρκεια καθώς και η οργανική σύνδεση με τα δρώμενα και τη καθημερινή ζωή των κατοίκων της γύρω περιοχής. Η ύπαρξη αρκετών τέτοιων οίκο-κοινοτήτων μπορεί να οδηγήσει και στην σε οποιοδήποτε επίπεδο δικτύωσή τους.
β) Με κέντρο μια πόλη και ένα χώρο που είτε προϋπάρχει είτε βρίσκεται στην πορεία, συγκεντρώνονται άτομα, νοικοκυριά, οίκο-παραγωγοί, προϋπάρχουσες ομαδοποιήσεις κ.λ.π. και αφού συμφωνήσουν, μετά από αντίστοιχες συζητήσεις, δημιουργούν ένα Τοπικό Σύστημα Ανταλλαγών (Τ.Σ.Α.). Αυτό βασίζεται στην ανταλλαγή αγαθών- εργασιών- υπηρεσιών μεταξύ των μελών του με μέσο όχι το συμβατικό χρήμα, αλλά ένα συμφωνημένο «εσωτερικό νόμισμα». Είναι μια οργάνωση της καθημερινής ζωής των μελών του, που οδηγεί σε νέα κοινωνικότητα-συλλογικότητα στα πλαίσια μιας τοπικής κοινωνίας, που μπορεί να ξεκινά τη λειτουργία της άμεσα, χωρίς να χρειάζεται από την αρχή ιδεολογική ταύτιση των μελών της. Καταργεί τον «εργοδότη» σαν μεσάζοντα μεταξύ της εργασίας και των προϊόντων της εργασίας και στη συνέχεια μεταξύ αυτών των προϊόντων και των χρηστών τους.
Μέλη ενός ΤΣΑ μπορεί να είναι οι κάθε λογής άνεργοι, εργαζόμενοι που στον ελεύθερο χρόνο τους θέλουν να προσφέρουν συγκεκριμένες εργασίες και υπηρεσίες, τεχνίτες και τεχνικοί κάθε είδους, βιοκαλλιεργητές, οικοτέχνες -οικοπαραγωγοί, μελισσοκόμοι, κ.λ.π., εκπαιδευτικοί κάθε είδους και δάσκαλοι μουσικής-χορού, γιατροί ομοιοπαθητικοί- πρακτικοί-άλλης ειδικότητας, προσφέροντας υπηρεσίες κάθε είδους και ότι μπορεί να φαντασθεί κανείς.
Το εσωτερικό νόμισμα των ανταλλαγών μπορεί για παράδειγμα να θεωρηθεί ο χρόνος εργασίας. Κάθε ώρα εργασίας ή υπηρεσίας ή οι ώρες εργασίας που είναι ενσωματωμένες σε ένα προϊόν, αποτελεί χρέος γι αυτόν που το δέχεται και πρέπει να το ανταποδώσει σε αντίστοιχες ώρες άλλης εργασίας ή υπηρεσίας ή προϊόντος σε οποιοδήποτε άλλο μέλος, σε μια όμως ορισμένη προθεσμία (π.χ. 6 μήνες). Αντίστροφα κάθε ώρα προσφοράς δίνει το δικαίωμα για λήψη μιας ώρας άλλης υπηρεσίας ή προϊόντος από άλλο μέλος. Σε κάθε μέλος λοιπόν καταγράφονται (με χρήση βιβλίου ή καρτελών ή υπολογιστή ή και κουπονιών) οι ώρες χρέους και πίστωσης. Βασικό πρόβλημα που πρέπει να λυθεί είναι η αξία της μιας ή της άλλης υπηρεσίας. Θα θεωρηθούν όλες το ίδιο χρήσιμες και άρα θα αποτιμούνται το ίδιο (π.χ. μια ώρα ανειδίκευτου και μια ώρα ειδικευμένου) στα πλαίσια του ΤΣA; Ή θα υπάρξει διαφοροποίηση; Είναι ζήτημα αρχικής συμφωνίας όλων των μελών, αν και μπορεί να υπάρξει και αλλαγή στη συνέχεια από τη συνέλευσή τους. Το νόμισμα χρόνος έχει περιορισμένη διάρκεια και ανταλλαξιμότητα. Χάνει την αξία του αν δεν «ξοδευτεί» σε ένα συμφωνημένο χρονικό διάστημα, όπως αναφέρθηκε. Έτσι δεν μπορεί να «συσσωρεύεται» όπως το συμβατικό χρήμα και άρα καταργείται η εξουσία του χρήματος. Από την άλλη ο καθένας θα θέλει να αυτοπεριορίζεται, γιατί κάθε απόκτημα ή κατανάλωση θα συνδέεται με δαπάνη χρόνου εργασίας από τη μεριά του και επομένως θα οδηγείται στο να εντοπίζει και να καθορίζει ο ίδιος τις πραγματικές και ουσιαστικές του ανάγκες (μείωση του καταναλωτισμού). Ταυτόχρονα λόγω της τοπικής εμβέλειας θα βοηθά στην ανάπτυξη της τοπικής παραγωγής και στην τοπική αυτάρκεια. Όσα περισσότερα είναι τα μέλη και όση μεγαλύτερη είναι η ποικιλία στις ειδικότητές τους, τόσο πιο μεγάλο το ποσοστό των αναγκών των μελών, που θα ικανοποιούνται στα πλαίσια του ΤΣΑ και άρα τόσο πιο μεγάλη η αντικατάσταση του επίσημου χρήματος. Βέβαια εξαρτάται από τις ανάγκες του συστήματος (π.χ. έξοδα προς τρίτους), αν θα καθορίζεται κάθε φορά και μια «ισοτιμία» μεταξύ του εσωτερικού και του επίσημου νομίσματος.
Ο βασικός στόχος των δομών αυτών είναι η κατάργηση του διαχωρισμού «παραγωγού»-«καταναλωτή» και η ανάπτυξη του ανθρώπου με τα χαρακτηριστικά του «παραγωαναλωτή», δηλαδή του ανθρώπου που θα παράγει ο ίδιος ένα μέρος των χρηστικών του αγαθών και της τροφής του. Για τον άνθρωπο, ο οποίος χαρακτηρίζεται ακόμα «παραγωγός», αυτό σημαίνει ότι παράγει ένα ποσοστό και για τον εαυτό του (το οποίο μπορεί συνεχώς να αυξάνει) και ένα ποσοστό για ανταλλαγή με τους άλλους (το οποίο μπορεί να ελαττώνεται). Για τον άνθρωπο, που χαρακτηρίζεται ακόμα «καταναλωτής» σημαίνει ότι όλο και περισσότερο παύει να είναι τέτοιος και προσπαθεί κάποιες ανάγκες του να τις ικανοποιήσει μέσα από την αυτοπαραγωγή του και όχι μόνο μέσω της αγοράς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου