Επιστροφή προς τα ... μπρος!

Επιστροφή προς τα ... μπρος!

ΕΝΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ

ΕΝΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ
ΝΑ ΘΕΜΕΛΕΙΏΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΌ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ ΙΣΌΤΗΤΑΣ

Αποανάπτυξη-Τοπικοποίηση -Αυτονομία- Άμεση Δημοκρατία-Ομοσπονδιακός Κοινοτισμός

Τον Μάιο του 2020, μια ομάδα περισσότερων από 1.100 υποστηρικτών της «Αποανάπτυξης», υπέγραψε ένα μανιφέστο καλώντας τις κυβερνήσεις να αδράξουν την ευκαιρία και να στραφούν προς ένα «ριζικά διαφορετικό είδος κοινωνίας, αντί να προσπαθούν απεγνωσμένα να θέσουν ξανά σε λειτουργία την «καταστροφική ανάπτυξη». Η Συνδημία του κοροναϊού δείχνει ότι θα χρειασθεί να γίνουν μεγάλες αλλαγές, αν δεν θέλουμε να πάμε στην κατάρρευση! Ειδικά για την μετά-COVID Ελλάδα: Για να ξεφύγει η χώρα από τη μέγγενη των χρεών, από την φτωχοποίηση και το πολιτισμικό αδιέξοδο, καθώς και από την κατάθλιψη και την μεμψιμοιρία στην οποία έχει πέσει ο πληθυσμός της-ιδίως μετά το σοκ της πανδημίας και τον εγκλεισμό του στα σπίτια- θα χρειασθεί, μετά το πέρασμα της καταιγίδας, να αναπτερωθεί το ηθικό του μέσα από μια στροφή προς μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση . Εφαλτήρας μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας και στη συνέχεια ο μεταποιητικός ένδυσης- υπόδησης, ο ενεργειακός και ο ήπιος ποιοτικός τουρισμός να την συμπληρώσουν. Είναι μια εναλλακτική στη σημερινή κυρίαρχη κατεύθυνση, που δεν χρειάζονται κεφάλαια, ξένες επενδύσεις, χωροταξικά σχέδια, υπερτοπικές συγκεντρώσεις, μεγαλεπήβολα και εξουθενωτικά μεγέθη και ρυθμούς. Η κατεύθυνση της Αποανάπτυξης-Τοπικοποίησης -Αυτονομίας- Άμεσης Δημοκρατίας-Ομοσπονδιακού Κοινοτισμού θα μπορούσε να είναι η διέξοδος για την χώρα, στην μετά-COVID εποχή!

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2022

Η κοροϊδία με την πράσινη ενέργεια


Στο κείμενό μας «Μαύρη ανάπτυξη», «Πράσινη Ανάπτυξη» ή Αποανάπτυξη; Υποστηρίζαμε ότι “Μέχρι τώρα, η οποιασδήποτε μορφής «ανάπτυξη» πάει πάντα χέρι-χέρι με την αύξηση της κατανάλωσης πόρων και ενέργειας. Και ενώ αυτό έχει γίνει κατανοητό από την πλειοψηφία των ανθρώπων από την μέχρι τώρα κριτική του πεδίου της «μαύρης ανάπτυξης», από δω και πέρα είναι αναγκαία και η κριτική της πρότασης της «πράσινης ανάπτυξης… Η πράσινη ανάπτυξη και οι πράσινες τεχνολογίες θα έχουν ένα βραχυπρόθεσμα θετικό ισοζύγιο για τη βιόσφαιρα και τα οικοσυστήματα. Θα τους δώσουν μια περιορισμένη χρονικά «παράταση» της επιβίωσής τους. Δεν θα είναι μακροπρόθεσμη λύση, αφού και η βιώσιμη πράσινη ανάπτυξη θα απαιτήσει επεκτάσεις πέρα από τις δυνατότητες του πλανήτη, αν δεν έχουμε ταυτόχρονη μείωση της παραγωγής-κατανάλωσης, τουλάχιστον σε κάποιους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας”.
H EE , μετά τις συμφωνίες του Παρισιού και της Γλασκώβης για το κλίμα, αποφάσισε ότι η προστασία του κλίματος μπορεί να επιτευχθεί από την αγορά, με επενδύσεις του «πράσινου» κεφαλαίου και των «πράσινων» funds στην «πράσινη» τεχνολογία και τις εταιρείες του τομέα. Μάλιστα στοιχειοθέτησε κανόνες και προδιαγραφές καθώς και μια κλίμακα χαρακτηρισμού και σφραγίδας του βαθμού «πρασινοποίησης» αυτών των επενδύσεων.
Όμως, παρά την πράσινη σφραγίδα, δισεκατομμύρια εισρέουν ακόμα σε ορυκτές μορφές ενέργειας.*
Η παραπάνω εικόνα δείχνει το πράσινο βάψιμο από την ΕΕ στις γκρίζες επενδύσεις: Σε πολλά funds (αμοιβαία κεφάλαια) «βιώσιμης» υποτίθεται ανάπτυξης, κρύβονται από πίσω όχι και τόσο πράσινες και βιώσιμες εταιρείες.
Διαφημίζουν επενδύσεις σε βιώσιμες πράσινες εταιρείες, αλλά σε πολλές περιπτώσεις επενδύουν στον άνθρακα, το πετρέλαιο ή την αεροπορική βιομηχανία: σχεδόν το 48% όλων των κεφαλαίων στην Ευρώπη που χαρακτηρίζονται ως ιδιαιτέρως βιώσιμα και πράσινα («Dark Green»:"σκουρο-πράσινα") επενδύουν επίσης χρήματα εκεί που δεν μπορεί να αναγνωρισθεί καμία οικολογική προστιθέμενη αξία.
Αυτή η απάτη με την πράσινη σήμανση αφορά όλο και μεγαλύτερο αριθμό επενδυτών. Εξάλλου, οι «πράσινες» επενδύσεις είναι πολιτικά επιθυμητές και ενθαρρύνονται. Σύμφωνα, για παράδειγμα, με τον Ομοσπονδιακό Οργανισμό Περιβάλλοντος της Γερμανίας, οι επενδυτές τοποθέτησαν 409 δισεκατομμύρια ευρώ σε βιώσιμα πράσινα funds το 2021 και ο όγκος αυτών των επενδύσεων έχει υπερδιπλασιαστεί από το 2019. Αλλά προφανώς δεν είναι όλες αυτές οι τοποθετήσεις τόσο πράσινες όσο υπονοούν οι πάροχοί τους στη διαφήμισή τους.
Στο πλαίσιο του διεθνούς προγράμματος μέσων ενημέρωσης "Great Green Investment Investigation", η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, μαζί με τις ολλανδικές πλατφόρμες Follow the Money και Investico και οκτώ ευρωπαϊκούς οίκους μέσων ενημέρωσης, αξιολόγησαν περισσότερα από 800 αμοιβαία τέτοια κεφάλαια που χαρακτηρίζονται ως πράσινα, συμπεριλαμβανομένων 547 κεφαλαίων που είναι διαπραγματεύσιμα στη Γερμανία. Όλα έχουν υποβληθεί στους αυστηρότερους οικολογικούς κανονισμούς της Επιτροπής της ΕΕ και έτσι επιτρέπεται να πραγματοποιούν επενδύσεις μόνο σε φιλικά προς το κλίμα επενδυτικά πλάνα.
Η έρευνα έδειξε ότι τα χρήματα εισέρρευσαν όχι μόνο σε «ιδιαιτέρως βιώσιμες πράσινες εταιρείες», αλλά και στην αεροπορική εταιρεία Lufthansa, την RWE-γερμανική πολυεθνική συμβατική εταιρεία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με εργοστάσια λιγνίτη, λιθάνθρακα, πυρηνικής ενέργειας, φυσικού αερίου και το υγροποιημένου φυσικού αερίου μεταξύ των συμβατικών πηγών ενέργειας στο χαρτοφυλάκιο της, πλάι στις εγκαταστάσεις ΒΑΠΕ- και τη Rusal, μια εταιρεία παραγωγής αλουμινίου και άνθρακα από τη Ρωσία.
Οι συμβατικές και μη πράσινες εγκαταστάσεις ή δραστηριότητές τους δεν μπορούν με κανένα τρόπο να έχουν τον χαρακτηρισμό «πράσινες. Η πιο γνωστή περίπτωση μιας τέτοιας κατηγορίας είναι η θυγατρική της Deutsche Bank, η DWS. Το γραφείο του εισαγγελέα διεξάγει επί του παρόντος έρευνα σε αυτήν.
«Πράσινο ξέπλυμα» (greenwashing)
Κάποιοι σύμβουλοι επενδύσεων υποψιάζονται «πράσινο ξέπλυμα»: "Ειλικρινά, όταν βλέπω ποια κεφάλαια είναι ξαφνικά βιώσιμα και ποια δεν ήταν βιώσιμα πριν, έχω την αίσθηση . . . ότι αυτή η σφραγίδα της βιωσιμότητας μπαίνει τώρα σε όλα", λέει η Sabine Thelen (όνομα αλλαγμένο). Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι αυτό συνέβαινε πραγματικά. Παρ' όλα αυτά, η Thelen πρέπει να πουλήσει τα κεφάλαια.
Η Helga Franke (όνομα αλλαγμένο) αγωνίζεται επίσης με τη δουλειά της. Με διπλωματικό τρόπο, η ειδικός ταμιευτηρίων λέει: "Το βλέπω ως μεγάλη πρόκληση να μην παρασυρθούμε στο greenwashing"
Οι δηλώσεις των συμβούλων προέρχονται από μια μελέτη που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο του Kassel. Η Έδρα Βιώσιμης Χρηματοδότησης θέλησε να διαπιστώσει πώς λειτουργεί στην πράξη η παγκοσμίως διακηρυγμένη «πράσινη μεγα-στροφή» στις χρηματοοικονομικές επενδύσεις. Το συμπέρασμα: άσχημα, πολύ άσχημα!
Η απάτη με την σήμανση
Σχεδόν τα μισά από τα εξεταζόμενα κεφάλαια επενδύουν στο πετρέλαιο, τον άνθρακα και τις αερομεταφορές, και συνεπώς σε τομείς της οικονομίας που βλάπτουν το κλίμα. Για τα κεφάλαια που είναι διαθέσιμα στη Γερμανία, το εν λόγω ποσό ανέρχεται σε περίπου πέντε δισεκατομμύρια ευρώ - σε ολόκληρη την Ευρώπη είναι 8,5 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία, σε αντίθεση με ό,τι διαφημίζεται, δεν εισρέουν σε οικολογικές εταιρείες.
Αυτό ακριβώς δεν θα έπρεπε να γίνεται. Αφού η αγορά των βιώσιμων επενδύσεων ήταν μια ζούγκλα γεμάτη με λέξεις μάρκετινγκ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε τον περασμένο Μάιο έναν κανονισμό για την ταξινόμηση των αμοιβαίων κεφαλαίων ανάλογα με τη βιωσιμότητά τους.
Τον υψηλότερο βαθμό καθαρότητας έχουν τα κεφάλαια της κατηγορίας του "Άρθρου 9"[1], η οποία περιλαμβάνει τα περισσότερα από τα 800 αμοιβαία κεφάλαια που αξιολογήθηκαν σε αυτή τη μελέτη. Συνεπώς, οι επενδύσεις σε βιομηχανίες που βλάπτουν το κλίμα, όπως οι αερομεταφορές ή η ηλεκτροπαραγωγή με καύση άνθρακα, θα έπρεπε να αποτελούν ταμπού.
Δεν γίνονται σχεδόν καθόλου έλεγχοι από τις εποπτικές αρχές
Οι πάροχοι αμοιβαίων κεφαλαίων μπορούν να καθορίσουν οι ίδιοι πόσο βιώσιμοι είναι. Και ο πειρασμός να παρουσιαστεί κανείς όσο το δυνατόν πιο βιώσιμος είναι μεγάλος. Οι έλεγχοι για την ταξινόμηση αυτών των funds από τις εποπτικές αρχές δεν πραγματοποιούνται σχεδόν ποτέ. Ο κανονισμός της ΕΕ δεν προβλέπει καν κυρώσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξήγησε ότι πρόκειται για έναν σχετικά πρόσφατο κανονισμό. Ως εκ τούτου, ήταν πολύ νωρίς για να εξαχθούν συμπεράσματα και παραρέπεμψε στις εθνικές εποπτικές αρχές.
Εκπρόσωπος της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Αρχής Χρηματοοικονομικής Εποπτείας (Bafin) εξηγεί απαντώντας σε σχετική ερώτηση: "Δεδομένου ότι ο κανονισμός περιλαμβάνει εκτός από τους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει τελικά ότι οι επενδύσεις δεν είναι απαραίτητο να είναι φιλικές προς το κλίμα"
Η αρχή ελέγχει εάν οι πάροχοι συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις διαφάνειας και τους αντίστοιχους όρους επένδυσης. "Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, μπορεί ιδίως να διαταχθεί αντίστοιχη προσαρμογή των προσυμβατικών πληροφοριών ή του ενημερωτικού δελτίου πώλησης. "
Για τις ανάγκες της έρευνας, το Follow The Money και η Investico συγκέντρωσαν την πλειονότητα των επενδυτικών κεφαλαίων που διαπραγματεύονται στην Ευρώπη και αυτοαποκαλούνται κεφάλαια του άρθρου 9.
Η πλειονότητα επενδύεται σε ορυκτές πηγές ενέργειας και αεροπορικές μεταφορές
Σε ένα δεύτερο βήμα, συνέκριναν τις επενδύσεις των «μαυροπράσινων» funds με στοιχεία από την περιβαλλοντική οργάνωση Urgewald και την Πρωτοβουλία για τα Ομόλογα για το Κλίμα (CBI), μια εταιρεία χρηματοοικονομικών ερευνών με έδρα το Λονδίνο. Η Urgewald και το CBI κατηγοριοποιούν το πόσο βιώσιμες είναι οι εταιρείες στη δική τους βάση δεδομένων.
Για παράδειγμα, αναλύθηκαν 547 κεφάλαια του άρθρου 9 που διαχειρίζονται στη Γερμανία, στα οποία συνολικά επενδύθηκαν περισσότερα από 272 δισεκατομμύρια ευρώ σε μετοχές και ομόλογα των εταιρειών. Από αυτά, 260 επενδύουν επίσης τα χρήματά τους στην "γκρίζα" παραγωγή ενέργειας και στις αεροπορικές εταιρείες, δηλαδή σχεδόν το 48% και συνεπώς σχεδόν κάθε δεύτερο εξεταζόμενο fund.
Σε ορισμένα ακραία παραδείγματα, τα funds επενδύουν συνολικά πάνω από το 40% του κεφαλαίου τους σε εταιρείες από τη βιομηχανία πετρελαίου και άνθρακα και τις αερομεταφορές, ενώ κάποια άλλα βέβαια επενδύουν λιγότερο από 2% στον ίδιο τομέα.
Ποια funds είναι "καθαρά" τοποθετημένα - και ποια όχι
Η εξέταση των funds με βάση τον όγκο τους δείχνει έτσι σοβαρές διαφορές στο ποσό των χρημάτων που επενδύονται σε "γκρίζες" εταιρείες. Ορισμένα είναι ήδη καλά τοποθετημένα όσον αφορά τις βιώσιμες πτυχές τους - σύμφωνα με την ανάλυση δεδομένων, τρία μεγάλα funds καταφέρνουν να λειτουργούν εντελώς χωρίς τοποθετήσεις σε ορυκτές επενδύσεις.
Από την άλλη πλευρά, άλλα απέχουν πολύ από το στόχο της βιωσιμότητας, παρά τις διαβεβαιώσεις για το αντίθετο. Το Principal Global Sustainable Listed Infrastructure fund (PGIM) και το Macquarie Sustainable Global Listed Infrastructure fund, για παράδειγμα, έχουν τη λέξη "sustainable" στην ονομασία τους. Ωστόσο, πάνω από το 40% των κεφαλαίων τους βρίσκεται σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους κλάδους του πετρελαίου, του άνθρακα και των αερομεταφορών.
Τα δύο μάλλον μικρότερα funds ηγούνται της ποσοστιαίας σύγκρισης στη Γερμανία. Το PGIM αξίζει περίπου δέκα εκατομμύρια ευρώ, τα κεφάλαια της Macquarie περίπου 35 εκατομμύρια. Ωστόσο, το Blackrock Global Funds -New Energy Fund, ένας σημαντικός παίκτης της χρηματοπιστωτικής αγοράς, βρέθηκε επίσης στην πρώτη πεντάδα των πιο "βρώμικων" αμοιβαίων κεφαλαίων.
Από τα σχεδόν έξι δισεκατομμύρια ευρώ, η Blackrock έχει τοποθετήσει 1,1 δισεκατομμύρια σε τέσσερις εταιρείες που κερδίζουν επίσης χρήματα από τα ορυκτά καύσιμα. Η εν λόγω εταιρεία είναι ηNexteraEnergy Inc. (384 εκατ. ευρώ), EnelSpa (323 εκατ. ευρώ), RWEAG (312 εκατ. ευρώ) και China Longyuan Power Group (82 εκατ. ευρώ).
Η γκρίζα ζώνη: μεταξύ άνθρακα και αιολικής ενέργειας
Το παράδειγμα της Blackrock δείχνει τη γκρίζα ζώνη στην οποία δραστηριοποιούνται οι εταιρείες. Αυτό που είναι καθαρό ή γκρίζο μερικές φορές δεν είναι άμεσα ορατό. Η China Longyuan Power Group είναι ένα τέτοιο παράδειγμα: η εταιρεία λειτουργεί σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα και κερδίζει τα χρήματά της με αιολικές και ηλιακές εγκαταστάσεις. Όπως και η κινεζική, η Nextera από την πολιτεία Φλόριντα των ΗΠΑ δραστηριοποιείται στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας- ωστόσο, η εταιρεία πραγματοποιεί επίσης γεωτρήσεις για φυσικό αέριο και λειτουργεί αγωγούς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η Nextera είναι η εταιρεία που έλαβε τα περισσότερα χρήματα από τα funds: 52 funds επένδυσαν συνολικά περισσότερα από 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ στη Φλόριντα. Ο δεύτερος μεγαλύτερος αποδέκτης των κεφαλαίων των funds είναι η RWE AG, η ίδια η εταιρεία που θέλει να εξορύξει τον λιγνίτη κάτω από το δάσος Hambach στη Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία της Γερμανίας, κόντρα στην αντίσταση του τοπικού πληθυσμού. Πέντε δήθεν πράσινα ταμεία επένδυσαν συνολικά 530 εκατομμύρια ευρώ στην RWE.
Στην τρίτη θέση βρέθηκε ο ιταλικός προμηθευτής ενέργειας Enel, λίγο κάτω από μισό δισεκατομμύριο ευρώ. Περισσότερα από 50 «μαυρο-πράσινα» funds θεώρησαν την Enel αρκετά πράσινη για να επενδύσουν. Στο πλαίσιο αυτό, η ίδια η Enel παρουσιάζει το μερίδιο της ενέργειας που παράγεται από "συμβατικές" πηγές, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, του άνθρακα και της πυρηνικής ενέργειας, στο 42,5% το 2021.
Πολλοί επικριτές της κατάστασης αυτής, όπως ο Dirk Rathjen, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Institute for Asset Accumulation (IVA), επικρίνουν τις ευρωπαϊκές προσπάθειες ρύθμισης. Λέει ο Rathjen. "Ο ορισμός της βιωσιμότητας έχει χάσει εντελώς το στόχο"
Δεν αυξάνεται μόνο η αγορά, αυξάνεται και η κατάχρηση. "Πολλές προσφορές δεν τηρούν αυτό που υπόσχονται. Η διαφήμιση είναι συχνά νεφελώδης και αδιαφανής", λέει ο Nils Nauhauser από το κέντρο συμβουλευτικής καταναλωτών της Βάδης-Βυρτεμβέργης. Ο καθένας θα μπορούσε να περιγράψει τις επενδύσεις ως οικολογικές. Nauhauser: "Οι όροι δεν προστατεύονται και στην περίπτωση ψευδών πληροφοριών δεν υπάρχει στην πραγματικότητα απειλή κυρώσεων".
Αλλά η υπόθεση DWS συγκλονίζει περισσότερο τον κλάδο: Η εταιρεία αμοιβαίων κεφαλαίων, η οποία ανήκει κατά πλειοψηφία στην Deutsche Bank, αντιμετώπισε πρόβλημα ποινικού δικαίου λόγω πιθανoύ "πράσινου ξεπλύματος". Εδώ και αρκετούς μήνες, η εισαγγελία της Φρανκφούρτης διερευνά την αρχική υποψία για απάτη στις επενδύσεις κεφαλαίου στο περιβάλλον της DWS. Στα τέλη Μαΐου του 2022, λοιπόν, έγινε επιδρομή στους δίδυμους πύργους της Deutsche Bank και στα κεντρικά γραφεία της DWS.
Η εταιρεία αμοιβαίων κεφαλαίων DWS είναι ύποπτη για συστηματική υπερεκτίμηση της δέσμευσής της στη βιωσιμότητα και τις πράσινες επενδύσεις. Αυτό προκλήθηκε από τις δηλώσεις της πρώην επικεφαλής του τμήματος βιωσιμότητας Desiree Fixler τον Αύγουστο του 2021. Η Fixler είχε αποχωρήσει από την DWS λόγω διαφωνίας και είχε αρχικά απευθυνθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) και στο Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών των ΗΠΑ (FBI) με εσωτερικές πληροφορίες.
Οι Αμερικανοί ξεκίνησαν έρευνα, αργότερα και οι Γερμανοί. Σύμφωνα με μια εκπρόσωπο, η εισαγγελία της Φρανκφούρτης βρήκε ενδείξεις ότι "σε αντίθεση με τις πληροφορίες στα ενημερωτικά δελτία πωλήσεων των αμοιβαίων κεφαλαίων της DWS, τα κριτήρια ESG[2] ελήφθησαν στην πραγματικότητα υπόψη μόνο σε μια μειοψηφία των επενδύσεων". Σε μεγάλο αριθμό συμμετοχών, οι απαιτήσεις αυτές αγνοήθηκαν. Κατά συνέπεια, η DWS θα μπορούσε να είναι ένοχη για "απάτη με τα ενημερωτικά δελτία".
Η υπόθεση προκάλεσε αναστάτωση στον κλάδο. Η αβεβαιότητα είναι μεγάλη, αναφέρει ο ποινικολόγος Markus Adick. Προειδοποιεί: «Όποιος περιγράφει ένα αμοιβαίο κεφάλαιο στο ενημερωτικό δελτίο ως ειδικά συμβατό με τα ESG κριτήρια πρέπει επίσης να διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες είναι σωστές». "Εξίσου προβληματικοί για τις εταιρείες είναι και οι κίνδυνοι φήμης", λέει η Anahita Thoms, εμπειρογνώμονας σε θέματα ESG και εταίρος της δικηγορικής εταιρείας Baker McKenzie.
Σταδιακά, οι κίνδυνοι φτάνουν στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Η μεγάλη γαλλική τράπεζαBNPParibas, για παράδειγμα, υποβάθμισε τελευταία τον αριθμό των funds του άρθρου 9 από 26 σε 8. Άλλοι πάροχοι, όπως η Amundi, η Axa και η Blackrock, έχουν ήδη προσαρμόσει τον αριθμό.
Θα είναι αυτό αρκετό για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις πράσινες επενδύσεις;
 Ο Joost Schmets από την ένωση επενδυτών European Investors λέει: "Υπάρχει ο κίνδυνος μια μεγάλη ομάδα επενδυτών που συμπεριλαμβάνουν τη βιωσιμότητα στις επενδυτικές τους αποφάσεις να απογοητευτούν και να χάσουν την πίστη τους σε μια βιώσιμη οικονομία".
Αλλά το πρόβλημα δεν αφορά μόνο το γεγονός ότι γίνονται και «μαύρες» επενδύσεις από κεφάλαια που χαρακτηρίζονται ως πράσινα και βιώσιμα. Γιατί και καθαρά «πράσινες» επενδύσεις σε φαραωνικά έργα ΒΑΠΕ-όπως γίνεται π.χ. στα ελληνικά βουνά και περιοχές Natura-έχουν μεγαλύτερο οικολογικό αποτύπωμα από αυτό που πάνε να μειώσουν. Οι ΒΑΠΕ έχουν αρνητικό αποτύπωμα στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής. Οι διαφημιζόμενες και αδρά επιδοτούμενες «πράσινες» επενδύσεις επιδεινώνουν αντί να βελτιώνουν τους δείκτες περιβαλλοντικής προστασίας.
Το τελικό μας συμπέρασμα: από τη στιγμή που η απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ανατέθηκε από τις κυβερνήσεις και τον ΟΗΕ στην αγορά, στην «πράσινη ανάπτυξη», στις «πράσινες εταιρείες» και στο «πράσινο κεφάλαιο», που έχουν στόχο τη μεγιστοποίηση των κερδών για τους επενδυτές κοροϊδεύοντας με την «πράσινη ενέργεια», δεν μπορεί παρά να φθάσουμε γρηγορότερα -από ότι περίμεναν οι επιστήμονες-στην κλιματική καταστροφή!
 
*Στοιχεία από την έρευνα της γερμανικής εφημερίδας tagesspiegel
 


[1] Άρθρο 9 - τα «βαθέως- πράσινα» προϊόντα ή τα «προϊόντα αντίκτυπου»
Τα κεφάλαια που ταξινομούνται σύμφωνα με το "άρθρο 9" είναι χρηματοοικονομικά προϊόντα με τα οποία "επιδιώκεται μια βιώσιμη επένδυση". Μεταξύ άλλων, έχει καθιερωθεί η απλουστευμένη δήλωση ότι επιδιώκεται ο αντίκτυπος της βιωσιμότητας ή ότι επιδιώκεται ένας ρητός στόχος βιωσιμότητας. Στην τεχνική ορολογία, συχνά αναφέρονται επίσης ως "βαθέως πράσινα" ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, ως "funds αντίκτυπου".

[2] ESG: αρχικά για την Environmental, Social, Governance: Περιβαλλοντική, κοινωνική, διακυβέρνηση- πράσινη, φιλική προς το κλίμα, οικολογική διακυβέρνηση της ΕΕ. 


Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2022

Οι λύσεις βρίσκονται στο έδαφος

 


Συνέντευξη στη Βασιλική Γραμματικογιάννη

 

Ο Γιώργος Κολέμπας είναι Καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης με σπουδές οικολογίας στο Πανεπιστήμιο της Φραγκφούρτης. Από το 1990 που εγκαταστάθηκε στο Πήλιο ασχολείται με την προώθηση και την οργάνωση της βιολογικής οικο-παραγωγής στην Ελλάδα. Για τον κύριο Κολέμπα, αλλά και για εμάς εδώ στο BIO, η επιστροφή στην αγροτο-οικο-γεωργία είναι η λύση όχι μόνο για την κλιματική κρίση και για την επισιτιστική ασφάλεια αλλά και για την επιβίωση των αγροτών. Επιστροφή στις παλιές αξίες λοιπόν για να προχωρήσουμε μπροστά. Για να προχωρήσουμε στο μέλλον. 

 

Στις προηγούμενες μέρες η προσοχή μας ήταν στραμμένη στη Σύνοδο COP27, ωστόσο από την ατζέντα της Διάσκεψης φαίνεται να απουσιάζει η εντατική γεωργία και η συμβολή της στην κλιματική κρίση. Έχετε ασχοληθεί με το θέμα της βιώσιμης καλλιέργειας σχεδόν σε όλη σας τη ζωή. Θα θέλατε να μας πείτε με ποιο τρόπο θα μπορούσε ο αγροδιατροφικός τομέας να συμβάλει στην ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής;

 

 Από τον κύκλο του άνθρακα βλέπουμε ότι υπάρχει ανταλλαγή μεταξύ ατμόσφαιρας και βιόσφαιρας. Ο άνθρακας αποσπάται από την ατμόσφαιρα βασικά μέσω της φωτοσύνθεσης στα φύλλα, κατά την οποία τα φυτά μετατρέπουν το ατμοσφαιρικό CO2 σε υδατάνθρακες. Η βλάστηση λοιπόν είναι καταρχήν αυτή που ρυθμίζει το ισοζύγιο ατμόσφαιρας -βιόσφαιρας και στη συνέχεια έχουμε τις επίγειες διεργασίες-ανταλλαγές με την υπόλοιπη βιομάζα και το ίδιο το έδαφος.

 

Από το συνολικό ποσό του οργανικού άνθρακα που παράγεται από τη φωτοσύνθεση το μισό περίπου παραμένει και αποθηκεύεται στη φυτική μάζα και ένα μέρος μετά τη γήρανση των φυτών καταλήγει στο έδαφος, στη λεγόμενη δεξαμενή «συντριμμιών» του άνθρακα και μετατρέπεται στον εδαφολογικό άνθρακα, που αποσυντίθεται πολύ πιο αργά. Ο εδαφολογικός άνθρακας αποτελεί τη δεξαμενή του αδρανή άνθρακα. Ο συνολικός άνθρακας του εδάφους είναι πολλαπλάσιος αυτού της βλάστησης.

 

Τα οικοσυστήματα δηλαδή λειτουργούν σαν αποθήκες άνθρακα;

 

Τα επίγεια οικοσυστήματα αποτελούν δεξαμενές άνθρακα. Με νεότερους υπολογισμούς θεωρείται ότι στα δάση μόνο «σταθμεύουν» περίπου 800 GT, περισσότερο και από την ατμόσφαιρα. Οι βιολογικές διεργασίες μπορούν να επηρεάσουν το ποσό του άνθρακα σε αυτές τις δεξαμενές, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ενώ ο ίδιος ο άνθρωπος μπορεί να παρέμβει και άμεσα για αύξηση του αποθηκευμένου άνθρακα σε αυτές. Οι καλλιέργειες και η παραγωγή τροφίμων θα είναι ο κατεξοχήν τομέας, όπου θα πρέπει να γίνουν μεγάλες αλλαγές ώστε να αυξηθεί ο αποθηκευμένος άνθρακας.

 

Η επιστροφή στην αγρο-οικολογική γεωργία σε μεγάλη κλίμακα θα μετρίαζε σε μεγάλο βαθμό τη σημερινή κλιματική κρίση. Η διεθνής οργάνωση των μικρών αγροτών Via Campesina πιστεύει ότι η αειφόρος, μικρής κλίμακας οικογενειακή γεωργία, θα συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό στην «ψύξη» της γης, γιατί είναι εντάσεως εργασίας και απαιτεί λίγα καύσιμα.

 

Πως αυτό θα γίνει εφικτό;

 

Οι τρέχουσες πολιτικές κατά των αγροτογεωργών, όπως οι νόμοι που ευνοούν την ιδιωτικοποίηση και την μονοπώληση των σπόρων και οι κανονισμοί για την προστασία των εταιρειών, οι οποίοι έχουν εξοντώσει τα παραδοσιακά συστήματα τροφίμων, θα έπρεπε να καταργηθούν. Οι υπάρχουσες τάσεις για αυξημένη συγκέντρωση της γης και για επέκταση της βιομηχανικής γεωργίας θα πρέπει να αντιστραφούν.

 

Θα πρέπει εκατομμύρια γεωργών - αγροτικών κοινοτήτων να αποκτήσουν τη δυνατότητα να επιστρέφουν στο έδαφος πάνω από 7 δισεκατομμύρια τόνους οργανικής ουσίας κάθε χρόνο.

 

Είναι απαραίτητη η εφαρμογή γεωργικών και εμπορικών πολιτικών σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο για την υποστήριξη της τοπικής παραγωγής- διανομής-αγοράς-κατανάλωσης τροφίμων με στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αυτάρκεια.

 

Επίσης η «από-ανάπτυξη» στη παραγωγή κρέατος για μια ζωο-εκτροφή στα πλαίσια ολοκληρωμένων αγροκτημάτων, αλλά και των υδατοκαλλιεργειών –ιχθυοτροφείων είναι ουσιαστική.

 

Τέλος εκπαίδευση αντίστοιχη των πολυλειτουργικών αγροτών και των νέων γενιών μέσα από την αντίστοιχη στροφή του εκπαιδευτικού συστήματος.

 

Τότε η κρίση του κλίματος έχει μια πιθανή λύση: το έδαφος!

 

Να σημειωθεί επιπλέον ότι σύμφωνα με αναλύσεις το σημερινό εμπορικό σύστημα παραγωγής και διανομής της τροφής μπορεί και να είναι υπεύθυνο μέχρι και για το μισό των εκπομπών του «ισοδύναμου» διοξειδίου του άνθρακα. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ μόνο η ζωοεκτροφή εκπέμπει το 18% του «ισοδύναμου CO2» σε παγκόσμιο επίπεδο.

 

Επομένως;

 

Είναι καιρός να γυρίσουμε σελίδα και να δημιουργήσουμε ένα υγιέστερο πλανήτη, με τη βελτίωση των εδαφών, με τη βιώσιμη γεωργική παραγωγή για περισσότερα και καλύτερα τρόφιμα, στηριζόμενοι στη δυναμική των αγροτικών κοινοτήτων, των κοινοτικών-δημοτικών δικτύων παραγωγής διανομής και κατανάλωσης, της μικρής κλίμακας τοπικής αγοράς. Αν, ειδικά για τον ελληνικό αγροδιατροφικό τομέα, επιλέξουμε τη λεγόμενη «αγροτική» γεωργία και το τελικό επακόλουθο της την οικο-γεωργία. Η επιστροφή στην αγροτο-οικο-γεωργία, θα μας εξασφάλιζε και την ικανοποιητική παραγωγή τροφίμων και την αποφυγή της κλιματικής αλλαγής.

 

Για να παραχθεί μια θερμίδα φαγητού χρησιμοποιούνται δέκα θερμίδες ενέργειας που αυτή τη στιγμή προέρχεται κυρίως από ορυκτά καύσιμα. Συνεπώς για να πάμε σε μια γεωργία μηδενικών ρύπων θα πρέπει η παραγωγή να γίνεται με καθαρή ενέργεια. Υπάρχει η δυνατότητα στην ελληνική ύπαιθρο για αυτοπαραγωγή ενέργειας των καλλιεργητών και πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να γίνει αυτή η μετάβαση;

 

Στις μέρες μας η μηχανοποιημένη παραγωγική διαδικασία της τροφής καταναλώνει κατά μέσο όρο περισσότερες μονάδες ορυκτής ενέργειας για να παραχθεί μία μονάδα διατροφικής ενέργειας. Αυτό μπορούσε να γίνεται όσο υπήρχαν ακόμα φθηνά ορυκτά καύσιμα και σε μεγάλες ποσότητες από τις εξορύξεις. Κάποια στιγμή η δαπάνη για να εξαχθεί π.χ. ένα βαρέλι πετρελαίου, θα ξεπεράσει την αξία της απόδοσης ενός βαρελιού, άρα η εξόρυξη, εκτός από αντιπεριβαλλοντική-αντικλιματική, θα γίνει και οικονομικά αντιπαραγωγική.

 

Από την άλλη η καλλιέργεια ενεργειακών φυτών για αγροκαύσιμα έχει σαν αποτέλεσμα οι γαιοκτήμονες του Νότου μαζί με τις πολυεθνικές των αυτοκινήτων του Βορρά να διεκδικούν μεγάλες εκτάσεις υπέρ του «οδηγού» και εις βάρος του «υποσιτισμένου».

Και στην Ελλάδα πολλοί αγρότες έχουν αρχίσει να καλλιεργούν ενεργειακά φυτά σε γη που θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν δημητριακά διατροφής με καλή απόδοση, χωρίς την υπερχρήση νερού-που χρειάζονται τα ενεργειακά φυτά-λόγω λειψυδρίας που έχουμε στη χώρα. Έτσι οι αγρότες μας θα μπορούσαν να παράγουν αιθανόλη και βιοαέριο για ενεργειακή χρήση, από τα φυτικά υπολείμματα των καλλιεργειών, τα οποία συνήθως καίνε για να προετοιμάσουν τα χωράφια για την επόμενη χρονιά. Επίσης η αγριοαγκινάρα σαν πολυετές φυτό που δεν χρειάζεται καθόλου νερό θα μπορούσε να είναι μια λύση για τους αγρότες που θέλουν να καλλιεργήσουν ενεργειακά φυτά. Βιοαέριο θα μπορούσαν να παράγουν και οι δήμοι από τα οργανικά απόβλητα των οικισμών και των πόλεων, ώστε να διατίθεται για θέρμανση και κίνηση με αλλαγή των κινητήρων.

Οι αγρότες θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ενεργειακή αυτονομία τους και με εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών συστημάτων στις στέγες και ταράτσες των σπιτιών, στις στέγες των αγροτικών υπόστεγων και αποθηκών, σε μη παραγωγική γη. Επίσης με εγκατάσταση μικρών ανεμογεννητριών-και όχι των φαραωνικών που εγκαθιστούν οι εταιρείες ΒΑΠΕ- σε ευνοϊκά σημεία μη παραγωγικής γης.

Όλα αυτά θα έπρεπε να έχουν γίνει…χθες. Αλλά ποτέ δεν είναι αργά, αν υπάρξει αντίστοιχη πολιτική βούληση.

 

Για τους αγρότες που ήδη έχουν επενδύσει σε αυτό το μοντέλο της εντατικής καλλιέργειας με βαριά γεωργικά μηχανήματα και πιθανόν και πολλά τραπεζικά δάνεια. Πως μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα χωρίς να καταστραφούν οικονομικά;

 

Ήδη, οι μέχρι τώρα μικροαγρότες της ελληνικής υπαίθρου έχουν καταστραφεί οικονομικά. Η Ελλάδα από την ένταξη της στην Ε.Ε έλαβε 120 δις ευρώ σαν επιδοτήσεις. Από τα λεφτά αυτά τα 51,3 δις επέστρεψαν στις εταιρείες της Δ. Ευρώπης που προμηθεύουν τόσα χρόνια τη χώρα με εξοπλισμό, μηχανήματα και πρώτες ύλες. Η αγροτική παραγωγή αυξήθηκε, αλλά ταυτόχρονα έχει μεγαλώσει το χρέος των αγροτών στις τράπεζες. Με στοιχεία της πρώην Αγροτικής τράπεζας, το 70% της αγροτικής γης είναι υποθηκευμένο. Σύμφωνα με στοιχεία της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης, 55.000 στρέμματα, για παράδειγμα στη Θεσσαλία, βρίσκονται στο στάδιο της ερημοποίησης, που σημαίνει νεκρή γη, όσο και να τη λιπαίνεις δεν αποδίδει πια.

 

Μόνο αν στραφούν στην αγρο-οικο-γεωργία, κυρίως οι νέοι αγρότες, θα βρουν λύση για να επιβιώσουν τα επόμενα χρόνια. Αυτό συνδέεται με την επιταχυνόμενη ανάγκη για συγκρότηση ενός νέου αγροτικού κινήματος με κύριο χαρακτηριστικό του την επαναφορά-επανάκτηση του μικρο-χωροτόπου από τους μικρούς αγρότες, στη βάση μιας γενικότερης «επανατοπικοποίησης» και «επανεδαφικοποίησης» της οικονομίας. Προς τη διεκδικητική αυτή κατεύθυνση διαμορφώνεται η τάση της αγροοικολογίας αλλά και οι άλλες εναλλακτικές αλληλοσυμπληρούμενες μορφές καλλιέργειας όπως η αει/μόνιμη καλλιέργεια-permaculture, οι κοινοτικά υποστηριζόμενες καλλιέργειες-ΚΥΓΕΩ, η αναγεννητική γεωργία, η ολιστική γεωργία κ.ά.

 

 

Η επερχόμενη επισιτιστική κρίση μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για τη μετάβαση σε μια βιώσιμη γεωργία;

 

Η επερχόμενη επισιτιστική-διατροφική κρίση, η οποία θα οξυνθεί γρήγορα λόγω και του πολέμου στην Ουκρανία, οφείλεται ταυτόχρονα και στην κλιματική αλλαγή λόγω πτώσης της παραγωγής τροφής, αλλά και στο υπάρχον εμπορικό σύστημα διανομής της που απορρίπτει στις χωματερές και τα σκουπίδια μέχρι και το 30% της παραγόμενης τροφής.

 

Στην Ευρώπη 88 εκατομμύρια τόνοι τροφίμων καταλήγουν κάθε χρόνο στα σκουπίδια. Αποτέλεσμα αυτού είναι 14 δισ. στρέμματα- δηλαδή το 28% των καλλιεργούμενων εδαφών- χρησιμοποιούνται για παραγωγή 1,3 δισ. τόνων πεταμένης τροφής σε παγκόσμιο επίπεδο.

 

Για τη μετάβαση στη βιώσιμη γεωργία χρειάζεται γενικότερα να απορρίψουμε το καπιταλιστικό αναπτυξιακό μοντέλο παραγωγής, συσσώρευσης και κατανάλωσης. Να απορρίψουμε το μοντέλο της χημικής βιομηχανοποιημένης γεωργίας. Να επιλέξουμε την κατεύθυνση μιας αγροδιατροφικής οικονομίας των αναγκών και όχι των επιθυμιών, των μικρών αποστάσεων και της εγγύτητας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, της δίκαιης διανομής των τροφίμων –με αποφυγή των μεσαζόντων– μέσω δικτύων παραγωγο–αναλωτών και τοπικών αυτοδιαχειριζόμενων αγορών. Είναι ήδη υπαρκτά- αλλά μειοψηφικά –τα κινήματα σχετικά με την προσέγγιση της ολιγο-επάρκειας. Μπορεί να αναπτυχθούν παραπέρα ως «Κοινά» μέσω αναδιανομής των γαιών σε μικρά τμήματα, με επανατοπικοποίηση της παραγωγής, καθώς και με την οργάνωση της διανομής μέσω μικρών και απ’ ευθείας συστημάτων-δικτύων, που αναφερθήκαμε.

 

Η πανδημία ήταν από πολλές απόψεις είναι ένα κάλεσμα αφύπνισης της κοινωνίας για την ανάγκη αλλαγών. Βλέπουμε λοιπόν να ξεπηδούν διάφορα εγχειρήματα για τη δημιουργία οικοκοινοτήτων. Θα μπορούσε μια τέτοια στροφή της κοινωνίας να επιταχύνει τη μετάβαση σε μικρής κλίμακας καλλιέργειες με μηδενικές εκπομπές;

 

 Στην Ελλάδα της προηγούμενης οικονομικής κρίσης και των Μνημονίων επιτήρησης -από τους διεθνείς «επενδυτές» της «ανάπτυξης» και «φτωχοποίησης»- και της επερχόμενης πολλαπλής κρίσης στην μετα-κόβιτ εποχή, ο πρωτογενής τομέας μπορεί να γίνει ο εφαλτήρας για μια αναζωογόνηση και παραγωγική ανασυγκρότηση η οποία θα ξεκινούσε από τις τοπικές κοινωνίες.  Και για την αντιμετώπιση της επισιτιστικής κρίσης που έρχεται, αλλά και για μια απασχόληση μεγαλύτερου ποσοστού του πληθυσμού για την αντιμετώπιση της σημερινής ανεργίας.

 

Γενικότερα είναι αναγκαίο να αναπτυχθεί στη χώρα όχι μόνο από επιλογή, αλλά κυρίως από ανάγκη, ένα ρεύμα αντίστροφης εσωτερικής μετανάστευσης, από τις πόλεις προς τη περιφέρεια για να υπάρξει αναζωογόνηση και της τοπικής κοινωνίας. Η αποκέντρωση όμως αυτή για να μπορεί να είναι λύση και για τους ανέργους των πόλεων-που δεν έχουν τους πόρους για μια τέτοια μετεγκατάσταση στην επαρχία- θα χρειαστεί αφενός να υποστηριχθεί και θεσμικά από το κράτος και αφετέρου να μη γίνεται ατομικά -γιατί έτσι δεν θα είναι βιώσιμη και η μιζέρια της πόλης μπορεί να συνεχιστεί με την ακόμη μεγαλύτερη μιζέρια της επαρχίας-αλλά ομαδικά. Με τη μορφή των οικοκοινοτήτων ή «διευρυμένων» οικογενειών που θα έχουν κοινό ταμείο.

Θα μπορούσαν να σχηματιστούν ομάδες νέων ανέργων των πόλεων που θα πλαισιώνονται και από μετανάστες και πρόσφυγες-που θα θέλουν να εγκατασταθούν στη χώρα χωρίς να επιδιώξουν να φύγουν για Ευρώπη-και να στηριχτούν για μια δημιουργική συλλογική εγκατάσταση στην ελληνική περιφέρεια. Να τους παραχωρηθούν από το κράτος και τους δήμους δημόσιοι ή δημοτικοί χώροι και παρατημένα κτήματα και εγκαταστάσεις -υπάρχουν πολλές ιδιοκτησίες που δεν έχει γίνει αποδοχή κληρονομιάς από τους κληρονόμους τους και έτσι έχουν μετατραπεί σε δημόσιες.

Θα ήταν μια διέξοδος και για τους νέους αλλά και για τον ελληνικό αγροδιατροφικό τομέα που δεν έχει ανθρώπους για να ασχοληθούν. Ιδίως στις ορεινές κοινότητες, όπου οι γερασμένοι αγρότες δεν έχουν νεανικά χέρια για να τους βοηθήσουν στις αγροτικές δουλειές και θα τα παρατήσουν, αν δεν το έχουν κάνει ήδη.

Για μια αυτοδιαχειριζόμενη κοινότητα συμβίωσης ενηλικιωμένων

 

          Ζώντας μαζί αντί ο καθένας/μια μόνη

Η διαβίωση σε μια τέτοια κοινότητα έχει τα χαρακτηριστικά κοινοτικής ζωής που επωφελείται από ένα ισχυρό κοινωνικό δίκτυο εντός της ομάδας διαβίωσης. Οι κοινόχρηστοι χώροι κυρίως προσκαλούν για αυτό, αλλά συχνά και οι κοινές δραστηριότητες, είτε συζητήσεις για κοινού ενδιαφέροντος θέματα είναι αυτές, είτε για κοινές εργασίες στον κήπο, είτε για οργάνωση γιορτών και εκδρομών. Ωστόσο, θα μπορούν τα μέλη να αποσύρονται, αν το επιθυμούν. Αυτό θα τους επιτρέπει το δικό τους δωμάτιο ή σπιτάκι που θα διαθέτουν, με ταυτόχρονη πρόσβαση στους ομαδικούς χώρους, όταν το χρειάζονται.

Σε μια κοινότητα συμβίωσης ζουν μαζί ηλικιωμένοι που είτε έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί είτε πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν, αλλά και νέοι-ες που θα εργάζονται στις θέσεις εργασίας τις οποίες θα έχει δημιουργήσει η κοινότητα (π.χ.μαγείρου-σας για την κοινή κουζίνα, κηπουρού για τον κήπο ή τις καλλιέργειες μέρους της τροφής της κοινότητας, νοσοκόμου-ας για την καθημερινή φροντίδα υγείας όσων έχουν ανάγκη κ.λπ.). Το κίνητρο είναι ότι δεν θέλουν να ζήσουν μόνοι τους στα γηρατειά και επιθυμούν να συνεχίσουν να είναι κοινωνικοί και επικοινωνιακοί ή οικονομικό γιατί έχουν χαμηλές συντάξεις για να διατηρούν δικό τους σπίτι και δεν επιθυμούν να μπουν σε γηροκομείο.

2.       Ενεργητική κοινότητα διαβίωσης

Λεγόμενη και ενεργητική κοινότητα διαβίωσης, απευθύνεται (αν και όχι αποκλειστικά σε δραστήριους ακόμα) ηλικιωμένους πολίτες, όπου σαν κάτοικοι ζουν μαζί αλλά και ανεξάρτητα και οργανώνουν τη ζωή τους χωρίς εξωτερική βοήθεια, αλλά με αλληλεγγύη μεταξύ τους και πιθανά με τη βοήθεια όσων από τη νέα γενιά θα αποφασίσουν να συμβιώσουν, ανταποδίδοντας στη στήριξη που θα απολαμβάνουν από την κοινότητα.

Στην ενεργητική κοινότητα ενηλικιωμένων μπορεί να υπάρχουν κυρίως ηλικίες 50 ετών και άνω. Οι περισσότεροι κάτοικοί της εξακολουθούν να είναι πολύ δραστήριοι και κάνουν πολλά μαζί. Μια τέτοια κοινότητα μπορεί να είναι και ένας συνδυασμός νέων οικογενειών και ηλικιωμένων πολιτών. Μπορεί πολλές γενιές να ζουν μαζί με στόχο τη συντροφικότητα, την αλληλεγγύη και αλληλοστήριξη (πολυγενεακή διαβίωση, λέγεται αυτό).

Οι κοινοί χώροι, όπως σάουνα, κοινόχρηστη κουζίνα, οι χώροι για χόμπι, πιθανό στούντιο ή εργαστήριο, ο ξενώνας, ενδεχομένως και κοινό σαλόνι, καθώς και οι χώροι του κήπου ή της καλλιέργειας μοιράζονται σύμφωνα με τους συμφωνημένους από τα μέλη κανόνες.

Μπορεί επίσης μια τέτοια κοινότητα να εξασφαλίζει ένα κοινό χώρο συνάντησης όπου τα μέλη μπορούν να συναντηθούν, να ανταλλάξουν και να στηρίξουν ο ένας τον άλλον, σε ένα φάσμα δραστηριοτήτων και υπηρεσιών που βασίζονται κυρίως στην αυτοβοήθεια ή την εθελοντική εργασία. Υπό αυτή την έννοια, συχνά μπορούν να συνδυάζουν τις υπηρεσίες των κοντινών κέντρων υγείας, των κέντρων ημερήσιας φροντίδας, ή κέντρων γυναικών και μητρότητας καθώς και απογευματινής απασχόλησης για παιδιά και των χώρων συνάντησης ηλικιωμένων-ΚΑΠΗ, για την παροχή υπηρεσιών μεταξύ των.

Το κοινό σημείο είναι ότι βασίζονται όλα αυτά στην επιθυμία να αναβιώσει η συντροφικότητα και η αλληλοϋποστήριξη μεταξύ νέων και ηλικιωμένων. Ο όρος που χρησιμοποιείται με αυτόν τον τρόπο αντιτίθεται σκόπιμα σε μορφές σύγκρουσης γενεών. Τα μέλη συχνά αναλαμβάνουν οι ίδιοι καθήκοντα και έτσι συμβάλλουν σημαντικά στην ομαδική συμβίωση.

3.       Νομικές προϋποθέσεις

Κατά τη δημιουργία μιας τέτοιας κοινότητας, υπάρχουν ορισμένα νομικά προβλήματα που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Πάνω απ' όλα, είναι σημαντικοί οι σαφείς και προσυμφωνημένοι κανονισμοί της κοινότητας. Αυτό περιλαμβάνει και διάφορες συμβάσεις και συμφωνίες με τρίτους, όπως η πιθανή σύμβαση μίσθωσης υπαρχόντων κτιρίων ή η σύμβαση με εργολάβο, μηχανικό και αρχιτέκτονα στην περίπτωση κατασκευής νέων κτιρίων . Στην πρώτη περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί σκόπιμο κάθε κάτοικος να συνάπτει ξεχωριστή σύμβαση μίσθωσης με τον ιδιοκτήτη. Έτσι αποφεύγονται τα προβλήματα όταν οι κάτοικοι φεύγουν από την κοινότητα ή μετακομίζουν.

Όσοι αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία να δημιουργήσουν από την αρχή μια τέτοια κοινότητα, θα χρειασθεί να ετοιμάσουν ένα λεπτομερές σχέδιο λειτουργίας της που θα αφορά: τους κανόνες συμβίωσης, τα οικονομικά της, τα αντίστοιχα νομικά ζητήματα.

Στην περίπτωση που θα δημιουργήσει και θέσεις εργασίας, θα πρέπει να προσδιορίζονται με σύμβαση τα καθήκοντα των εργαζομένων(π.χ. μάγειρου, κηπουρού ή νοσοκόμου) ή της υπηρεσίας υγειονομικής φροντίδας, πέραν όσων προσφέρονται εθελοντικά. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τον/ην εργαζόμενο/η με νοσηλευτική δραστηριότητα, ή αναλαμβάνει τη φροντίδα σε διάφορους τομείς όπως τα διοικητικά και οικιακά καθήκοντα. Για το σκοπό αυτό, τα πρόσωπα αυτά θα πρέπει να οριστούν από κοινού από τους κατοίκους της συμβίωσης. Χρειάζεται επίσης σύμβαση με τις κοινωνικές υπηρεσίες, έτσι ώστε η Κοινότητα να δικαιούται  την αντίστοιχη κοινωνική υπηρεσία.

Μπορεί και ένας/μια συγγενής κάποιου μέλους της κοινότητας να μετακομίσει στη κοινότητα διαβίωσης και να παρέχει υπηρεσίες φροντίδας. Η σύμβαση μίσθωσης που συνάπτει με τον πάροχο των κτιριακών εγκαταστάσεων θα πρέπει να υπόκειται στις ίδιες απαιτήσεις.

Θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζεται και η πλήρης ενδονοσοκομειακή περίθαλψη των μελών, όταν θα είναι αναγκαίο. Εάν υπάρχει ανάγκη για περίθαλψη, μπορεί να ανατεθεί σε μια υπηρεσία εξωτερικής περίθαλψης η φροντίδα των ενοίκων της κοινότητας με απευθείας συνεννόηση με το ή τα αρμόδια ταμεία ασφάλισης-περίθαλψης

Επιπλέον, οι συγκάτοικοι της Κοινότητας θα πρέπει να ορίσουν από κοινού και κάποιον-εργαζόμενο ή μέλος της-που θα τους εκπροσωπεί προς τρίτους. Ο εκπρόσωπος αυτός μπορεί επίσης να υποστηρίζει την Κοινότητα με γενικές δραστηριότητες φροντίδας, διοίκησης και καθαριότητας.

4.       Ενοίκιο ή αγορά;

Υπάρχουν δύο επιλογές για τη μετακόμιση σε μια κοινότητα συμβίωσης: ενοικίαση ή αγορά. Το ποια επιλογή είναι η καλύτερη εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Αυτό περιλαμβάνει τις προσωπικές προτιμήσεις των ήδη αποφασισμένων μελών, όσον αφορά τη βάση της κοινότητας και κυρίως την επιθυμητή τοποθεσία.

Αν υπάρχουν προσφερόμενες από κάποιον πάροχο κατάλληλες επιθυμητές εγκαταστάσεις, σε επιθυμητή τοποθεσία, τότε προχωρά σε συμβάσεις ενοικίασης. Αν δεν υπάρχουν τέτοια προσφορά και θα πρέπει από την αρχή να κατασκευασθούν π.χ. τα αυτόνομα σπιτάκια και οι κοινοί χώροι της κοινότητας, τότε τα πράγματα είναι πιο δύσκολα για την «πρωτοβουλία δημιουργίας της Κοινότητας». Θα πρέπει να εξασφαλισθεί η κοινή ιδιοκτησία(συνιδιοκτησία) του οικοπέδου ή του κτήματος που θα γίνει η εγκατάσταση και στη συνέχεια η οργάνωση της κατασκευής των χώρων.

Σε αυτή την περίπτωση, υπάρχουν δύο εκδοχές: 1) κατασκευάζονται με συλλογική ευθύνη και «κοινό ταμείο»(από τα ποσά των μερίδων που θα καταβάλει το κάθε μέλος)- καθώς και με επιδίωξη εξωτερικής χρηματοδότησης από κάποιο κοινωνικό πρόγραμμα- οι παρόμοιοι ατομικοί και κοινοί χώροι με προαποφασισμένη από κοινού μέθοδο(π.χ. cob ή «τροχοβίλες» ή προκατασκευασμένα σπιτάκια). 2. Το κάθε μέλος, ανάλογα τους πόρους που διαθέτει κατασκευάζει το «δικό του» σπιτάκι με τις προδιαγραφές που προτιμά και απομένει η συλλογική απόφαση για το είδος, τη μέθοδο και τον αριθμό των κοινών δομών που θα κατασκευασθούν.

5.       Τα πρώτα βήματα

Η ομάδα πρωτοβουλίας που αναλαμβάνει τη δημιουργία της Κοινότητας έχει καταρχήν μπροστά της τα παρακάτω «καθήκοντα»:

1.       Επικοινωνία με την τοπική κοινωνία της προσπάθειας δημιουργίας της κοινότητας

2.       Έρευνα για νέα πιθανά μέλη που θα την πλαισιώσουν

3.       Διατύπωση των όρων της συμβίωσης και διαμόρφωση ενός «εσωτερικού κανονισμού» ή ενός καταστατικού αν θα θελήσει να πάρει και νομική μορφή(-.χ. συλλόγου, μη κερδοσκοπικής, ή ΚΟΙΝΣΕΠ)

4.       Έρευνα για την τοποθεσία της εγκατάστασής της

5.       Δημιουργία κοινού ταμείου για την αρχική χρηματοδότηση όπου ο/η καθένας/μια συνεισφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του ή ισόποσα(θέμα απόφασης).