Για άλλη μια φορά σε
αυτήν εδώ την χώρα –μετά τους τελευταίους νόμους «Καποδίστρια», «Καλλικράτη»
και «Κλεισθένη» των προηγούμενων κυβερνήσεων- η παρούσα κυβέρνηση επιχειρεί να
αλλάξει τον νόμο για την Αυτοδιοίκηση, θέλοντας να τον φέρει στα δικά της μέτρα.
Κυρίως όσον αφορά στο εκλογικό σύστημα, ώστε να προωθήσει πάρα πέρα τη
μετατροπή της σημερινής «Τοπικής Αυτοδιοίκησης-Τ.Α.» -με πρότυπο το κεντρικό
κράτος -σε περιφερειακό κράτος.
Στο παρελθόν και πριν από το1999, στην Ελλάδα υπήρχαν 369
δήμοι και 5.560 κοινότητες-νομικά πρόσωπα του 1ου βαθμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Με τον νόμο «Καποδίστρια»(2539/1997)-που συνέστησε δήμους από περισσότερες
κοινότητες, 901 δήμους στον αριθμό, με τις πρώην κοινότητες να αποτελούν
ουσιαστικά τα δημοτικά τους διαμερίσματα-καταργήθηκαν οι διοικητικές αυτές
κοινότητες και διατηρήθηκαν μόνο 130 από αυτές-σαν ιστορικές κοινότητες. Στη
συνέχεια με τον νόμο του Καλλικράτη(3852/2010) καταργήθηκε εντελώς ο θεσμός της
Κοινότητας, όπως τον γνωρίζαμε μέχρι τότε, και έχουμε τις «Δημοτικές Ενότητες»,
οι οποίες ταυτίστηκαν ουσιαστικά με τους «καποδιστριακούς» δήμους που
συνενώθηκαν σε έναν «καλλικρατικό» δήμο. Οι τελευταίες διαθέτουν δικά τους
συμβούλια, αλλά ο ρόλος τους είναι συμβουλευτικός, χωρίς να μπορούν να παίρνουν
αποφάσεις[1].
Με τις δύο αυτές μεταρρυθμίσεις για την
Αυτοδιοίκηση, στην ουσία περάσαμε στη θέσμιση του περιφερειακού κράτους, αντί
της αυτοδιοίκησης.
Το 2017 μ’ έναν νέο νόμο, τον «Κλεισθένη» που ψήφισε η
Κυβέρνηση Σύριζα έγιναν κάποια μικρά βήματα για να δοθεί έστω κάποιο ελάχιστο νόημα στην έννοια της
αυτοδιοίκησης. Είχαμε απλή αναλογική για τις δημοτικές εκλογές, δυνατότητα
ανεξάρτητων προέδρων των κοινοτήτων από τους κεντρικούς συνδυασμούς και μια
μικρή απόδοση πόρων στις κοινότητες που θα μπορούσαν να αποφασίζουν μόνες τους
τη διαχείρισή τους τροποποιώντας λίγο τους κανόνες στην Τ.Α. Η κυβέρνηση
Μητσοτάκη όμως, μόλις εκλέχθηκε -τον Ιούλιο του 2019-άλλαξε εκ των υστέρων το
αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών εκλογών που μόλις είχαν γίνει με απλή αναλογική
τον Μάιο, δίνοντας πλειοψηφία στις δημοτικές και περιφερειακές αρχές μέσα στις
επιτροπές, ακόμα και αν είχαν το 20-30% των δημοτικών συμβούλων,
αποδυναμώνοντας έτσι τις μειοψηφίες στα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια. Επίσης
κατάργησε και το δικαίωμα των κοινοτήτων να διαχειρίζονται μόνες τους ένα μικρό
ποσό κάθε χρόνο, εξαρτώντας τες πάλι πλήρως από το περιφερειακό κράτος. Η
κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει υποσχεθεί βέβαια στη συνέχεια -με τον νέο νόμο που
ετοιμάζει-να καταργήσει και την απλή αναλογική στις τοπικές εκλογές.
Θα ήταν λοιπόν πολύ σημαντικό να ανοίξει ένας δημόσιος
διάλογος με ατζέντα θεμάτων που θα αφορούν στην διαμόρφωση της Αυτοδιοίκησης
και των θεσμικών της οργάνων που θα προωθούν το ουσιαστικό περιεχόμενο του όρου,
δηλαδή της αυτοδιοίκησης-αυτοκυβέρνησης των πολιτών-δημοτών.
Κατά τη γνώμη μας, το ζήτημα μιας πραγματικής αλλαγής στην
Τ.Α. στη χώρα μας, προϋποθέτει στην ουσία την θεσμική αποκέντρωση σε κοινότητες, δήμους και περιφέρειες και τη
δικτύωσή τους από το ένα επίπεδο στο άλλο με ένα νέο σύστημα συμβουλίων.
Σκιαγραφούμε παρακάτω μια θεσμική μετάβαση που θα μπορούσε
να πάρει την κατεύθυνση της άμεσης δημοκρατίας, αφήνοντας πίσω την
αντιπροσωπευτική δημοκρατία που εφαρμόζεται και στη Τ.Α. σήμερα. Η πολιτική και
θεσμική διαμόρφωση της Τ.Α. προς αυτή την κατεύθυνση, θα μπορούσε να την
αναδείξει όχι μόνο σε ουσιαστική αυτοδιοίκηση-αυτοκυβέρνηση, αλλά και σε μια
μορφή δυαδικής εξουσίας προς το κεντρικό κράτος της αντιπροσωπευτικής
δημοκρατίας.
Σε αυτή την κατεύθυνση, το κύτταρο των δομών-θεσμών της
άμεσης δημοκρατίας στα πλαίσια της Τ.Α., θα είναι η Τοπική Κοινότητα(Τ.Κ.), είτε αυτή είναι της υπαίθρου, είτε
πρόκειται για μια αστική κοινότητα σε κάποια ελληνική πόλη.
Καταρχήν, μια χωρική κοινότητα, της υπαίθρου ή της πόλης,
δεν είναι μόνο ο λειτουργικός τόπος της καθημερινής ζωής και διαμονής. Είναι
ταυτόχρονα και ένα πολιτικό σώμα πολιτών που αποφασίζει για τα μικρά και τα
μεγάλα προβλήματα που τους απασχολούν. Εδώ έχει λοιπόν εφαρμογή αυτό που πρέπει
να εκφράζει με την κυριολεκτική σημασία της η λέξη πολιτική(και όχι με την
τρέχουσα έννοια της διαχείρισης των πραγμάτων του κράτους-πολιτείας). Εδώ η
γενική έννοια της κοινωνίας μπορεί να πάρει μια πιο συγκεκριμένη μορφή. Αυτή
της τοπικής κοινωνίας, της κοινωνίας των
πολιτών με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου. Των ενεργών και
συμμετεχόντων σε συνελεύσεις πολιτών, που προσπαθούν να δημιουργήσουν μια
δημόσια σφαίρα στην οποία να υπάρχει μια ορθολογική , δημιουργική και ηθική
αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Να δημιουργήσουν ένα δήμο των πολιτών και όχι του
δημοτικού συμβουλίου, των συνοικιακών και δημοτικών συνελεύσεων και όχι της
δημαρχίας και αντιδημαρχίας, τη ομοσπονδιακής ένωσης των δήμων σε περιφέρεια
και όχι του πάλε ποτέ νομάρχη ή του σημερινού αντιπεριφεριάρχη και
περιφερειάρχη.
Η κατεύθυνση αυτή-μετά
το πέρασμα της λαίλαπας της πανδημίας και την επανάκαμψη του κοινοτικού
πνεύματος στη διάρκειά της-θα στηριχθεί βασικά σε γενικές
συνελεύσεις, θεματικές συνελεύσεις και φόρα, συμβούλια όπως για παράδειγμα του
πολιτισμού, υγείας, πρόνοιας- κοινωνικής προστασίας-ισότητας, προστασίας
περιβάλλοντος, ενεργειακού εφοδιασμού, νεολαίας κ.λ.π. Θα στηριχθεί στην έννοια
του συλλογικού πολίτη και του ανακλητού εκπροσώπου.
Οι κοινότητες της υπαίθρου θα πρέπει
να έχουν την αυτονομία τους και να λειτουργούν με γενικές συνελεύσεις και το
εκλεγόμενο κάθε φορά ανακλητό Συμβούλιο Κοινότητας(Σ.Κ.).
Μέχρι και 10 τέτοιες κοινότητες μπορούν π.χ. να αποτελούν έναν ιδιαίτερο δήμο, όπου μετά από σε
δεύτερο επίπεδο συνέλευση των μελών των Σ.Κ. αποφασίζεται ο τρόπος επίλυσης και
η προτεραιότητα των προβλημάτων και ο συμμετοχικός προγραμματισμός και
προϋπολογισμός του Δήμου, γίνεται κοινωνικός έλεγχος και εκλέγεται το συμβούλιο
του αντίστοιχου Δήμου(Σ.Δ.), για να εκφράζει το Δήμο στο τρίτο επίπεδο, στη
συνέλευση της Χωρικής Ενότητας(Χ.Ε).
Στα πλαίσια μιας τέτοιας Χ.Ε., σε μια
πόλη, η αστική κοινότητα αυτοοργανώνεται από τα νοικοκυριά ενός δρόμου ή
ενός τετραγώνου, που λειτουργεί με συνέλευση μελών και εκλέγει το Σ.Κ. Όλες οι
κοινότητες μιας γειτονιάς συμμετέχουν στη συνέλευση
γειτονιάς(Σ.Γ.) με τα Σ.Κ. και εκλέγουν το Συνοικιακό Συμβούλιο(Σ.Σ.). Όλα τα Σ.Σ. συμμετέχουν στη συνέλευση του Δήμου της πόλης για τον
συμμετοχικό προγραμματισμό-προϋπολογισμό και τον κοινωνικό έλεγχο και εκλέγουν
το Συμβούλιο του Δήμου(Σ.Δ.).
Οι μεγάλες πόλεις χωρίζονται σε
περισσότερους δήμους, ανάλογα με τον πληθυσμό (μπορούμε να επιλέξουμε για
παράδειγμα δήμους των 50.000 κατοίκων). Στις μεγάλες λοιπόν πόλεις μπορεί να
δημιουργηθεί και ένα τέταρτο επίπεδο διαβούλευσης, η Συνέλευση Πόλης(Σ.Π.) που εκλέγει και το Συμβούλιο Πόλης(Σ.Π.) και
μαζί με τα συμβούλια των υπαίθριων και των αστικών δήμων συμμετέχουν στη συνέλευση της Χ.Ε. Εδώ παίρνονται
αποφάσεις για όλα τα ζητήματα που απασχολούν την Χ.Ε. και εκλέγεται το Συμβούλιο της Χωρικής Ενότητας(Σ.Χ.Ε.)
για τη συμμετοχή στην Ομοσπονδία των Χ.Ε.
της επικράτειας, δηλαδή στη συνέλευση της Κοινότητας
των Κοινοτήτων(Κ.τΚ.), που στην ουσία θα αντικαταστήσει το σημερινό
κοινοβούλιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, όταν θεσμισθεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, αυτό της
άμεσης δημοκρατίας της Κ.τΚ.
Στη διεκδίκηση της θεσμοθέτησης της παραπάνω διαδικασίας
στους υπάρχοντες δήμους, μπορούν να βοηθήσουν ανάλογες Τοπικές Κινήσεις Πολιτών με τα χαρακτηριστικά της «δημοκρατίας εν
δράσει». Τη πρώτη «μαγιά» μιας τέτοιας Κίνησης μπορούν να αποτελέσουν πολίτες της
τοπικής κοινωνίας, που ήδη συμμετέχουν σε διάφορα κοινωνικά, οικολογικά και
πολιτικά κινήματα και που συνήθως δεν έχουν κομματικές εξαρτήσεις. Είναι αυτοί
που έχουν ονομασθεί γενικά «ενεργοί πολίτες» ή «ακτιβιστές» για την επίλυση
διάφορων θεματικών προβλημάτων, είναι μέλη υπαρχόντων
συνεργατικών-συνεταιριστικών εγχειρημάτων κοινωνικής και αλληλέγγυας
οικονομίας, κοινοτικών εγχειρημάτων άμεσης δημοκρατίας κάθε είδους, καθώς και
μέλη του ανταγωνιστικού κινήματος των τελευταίων χρόνων. Είναι αξιόλογοι άνθρωποι-μέχρι
τώρα πιθανά αποστασιοποιημένοι- αλλά προερχόμενοι από τους ιστορικούς
ιδεολογικούς χώρους του σοσιαλιστικού, αναρχικού, ελευθεριακού κομμουνισμού,
της αυτονομίας και της κοινωνικής-πολιτικής οικολογίας.
Αυτή η πρώτη «μαγιά» που αναλαμβάνει τη πρωτοβουλία, δεν περιχαρακώνεται.
Φροντίζει να πλαισιωθεί, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, από απλούς πολίτες που θα
αποφασίσουν ότι δεν πάει άλλο και δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από κανένα
μηχανισμό ή «πεφωτισμένη» προσωπικότητα. Στη συνέχεια φροντίζουν όλοι μαζί να
πετύχουν μεταξύ τους καταρχήν μια συναίνεση σε ένα πρόγραμμα τοπικής
παρέμβασης. Αυτό θα πάρει την τελική του μορφή, όταν μια τέτοια Κίνηση ψηφισθεί
και αναλάβει τον δήμο ή την περιφέρεια για να εφαρμόσει, να υλοποιήσει και να
θεσμοθετήσει στα πλαίσια του δήμου και της περιφέρειας ένα πρόγραμμα Άμεσης
Δημοκρατίας που θα στηριχθεί στις Κοινότητες κάθε είδους, από τις
χωρικές-υπαίθρου ή αστικές- μέχρι επαγγελματικών, ενδιαφερόντων ή του
διαδικτύου(που έχει δημιουργήσει το κίνημα του «μοιράσματος»- sharing και της
«κοινής χρήσης»- common use). Να στηριχθεί στα συλλογικά κοινά αγαθά(commons)
και στις αξίες της απλότητας-λιτότητας, της συντροφικότητας-αλληλεγγύης, της
συνεργατικότητας, του αλληλοσεβασμού- αναγνώρισης διαφορετικότητας και του
αλτρουισμού-κοινοτισμού.
[1] Στο
βιβλίο μας: Κοινωνικοποίηση, η διέξοδος από τις συμπληγάδες του κρατισμού και
της ιδιωτικοποίησης, εκδόσεις των συναδέλφων 2012, σελ. 103-104.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου