Μία από τις τάσεις
του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, που προϋπήρχε της πανδημίας ήταν και η
τάση της από-παγκοσμιοποίησης. «Αυτή παίρνει διαστάσεις γιατί με
αφορμή την πανδημία έχει γενικευθεί η αίσθηση ότι ο συνδεδεμένος κόσμος
μας-το «παγκόσμιο χωριό» με τα πολλαπλά «ανθρωποδίκτυα»- το καθημερινό
μακρινό -και ηλεκτρονικό- εμπόριο και ο τουρισμός μας, μας καθιστούν πολύ
ευάλωτους στις πανδημίες και τις οικονομικές τους επιπτώσεις.»
Από τις αρχές του 1990 κυρίως, οι εταιρείες είχαν αρχίσει να αναθέτουν την παραγωγή τους σε χώρες με χαμηλούς μισθούς. Η πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» συνέβαλε σε αυτό, όπως επίσης η ολοκλήρωση των θεσμών της παγκοσμιοποίησης και των πολυεθνικών συμφωνιών, η ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, αλλά και μια επανάσταση στις μεταφορές: η τεχνολογία-οικονομία των εμπορευματοκιβωτίων-Containers. Έγινε μια άνευ προηγουμένου ανάπτυξη των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού στις περιοχές μειωμένου κόστους εργασίας. Η περίοδος 1990- 2008 έμεινε γνωστή σαν εποχή της υπερπαγκοσμιοποίησης, και κατά τη διάρκειά της το 60% της παγκόσμιας ανάπτυξης του εμπορίου οφειλόταν στις παγκόσμιες αλυσίδες πραγμάτωσης αξίας.
Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 όμως, προανήγγειλε την αρχή του τέλους αυτής της εποχής. Από το 2011, η αυξανόμενη επέκταση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού έχει σταματήσει. Ο λόγος για αυτή την αλλαγή ήταν η αβεβαιότητα: Μεταξύ 2008 και 2011, ο Παγκόσμιος Δείκτης Αβεβαιότητας [1] αυξήθηκε σχεδόν κατά 200%. Συγκριτικά, κατά τη διάρκεια της επιδημίας του ιού Sars το 2002 και το 2003, ο δείκτης αυτός αυξήθηκε μόνο κατά 70%, ενώ όταν η Βρετανία ψήφισε υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2016,αυξήθηκε προσωρινά κατά 250%.
Αυτή η αυξημένη αβεβαιότητα των τελευταίων χρόνων λοιπόν, φαίνεται να πιάνει κορυφή με την παρούσα πανδημία Covid-19. Καθώς αυτή κλιμακώνεται, έχουν ενταθεί οι κίνδυνοι σε σχέση με τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Οι εταιρείες αλλάζουν στάση και επιχειρηματικά σχέδια και ξαναφέρνουν πίσω, στην πιο σίγουρη μητρική έδρα τους, τις οικονομικές δραστηριότητες και την παραγωγή τους, που πριν είχαν διασκορπίσει σε ένα παγκοσμιοποιημένο δίκτυο θυγατρικών ή συνεργαζόμενων εταιρειών –σε χώρες μισθολογικών παραδείσων-οι οποίες κατασκεύαζαν τα διάφορα στοιχεία των τελικών προϊόντων τους.
Και επειδή δεν τις συμφέρει να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας στις μητρικές χώρες-λόγω της ακριβής εργασίας- προχωρούν εδώ στην ψηφιοποίηση-αυτοματοποίηση-ρομποτοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας. Η χρήση των ρομπότ στις αλυσίδες παραγωγής είναι πια φθηνότερη από πριν και επιταχύνεται, οδηγώντας σε μια αναγέννηση της βιομηχανικής παραγωγής στις μετα-βιομηχανικές χώρες, πράγμα που δημιουργεί και μεγάλο πρόβλημα για την Κίνα, τον μεγάλο κινητήρα της παγκοασμιοποίησης. Μια αύξηση κατά 300% της αβεβαιότητας , που πιθανώς να προκαλέσει η πανδημία Covid-19, θα μπορούσε να μειώσει την παγκόσμια δραστηριότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας κατά 35%. Έτσι την ερχόμενη μετά την πανδημία περίοδο, οι εταιρείες μάλλον δεν θα αναλάβουν τους κινδύνους που συνδέονται με την εξωτερική ανάθεση της παραγωγής. Τα κίνητρα για τη μετατόπιση της παραγωγής πίσω στις πλούσιες βιομηχανικές χώρες ενισχύονται από το γεγονός ότι η ρομποτοποίηση, όπως αναφέρθηκε, είναι τώρα φθηνότερη από ποτέ. Στο παράδειγμα της Γερμανίας: μια εταιρεία θα έπρεπε να πληρώσει έναν Γερμανό εργαζόμενο πολύ περισσότερο από ό, τι έναν εργαζόμενο στην Κίνα. Ένα γερμανικό ρομπότ όμως, δεν απαιτεί καθόλου μισθούς, ούτε κοινωνικές παροχές, όπως η ασφάλιση υγείας ή η συνέχιση της καταβολής των μισθών σε περίπτωση ασθένειας.
Οι επενδύσεις στα ρομπότ δεν είναι μια νέα εξέλιξη, έχουν ξεκινήσει από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Η αυτοκινητοβιομηχανία πρωτοστάτησε σε αυτό, αντιπροσωπεύοντας το 50%-60% στη χρήση των ρομπότ. Στη Γερμανία[2] π.χ. το 2014, υπήρχαν τέσσερα ρομπότ ανά 1.000 εργαζόμενους, στη Νότια Κορέα και τη Σιγκαπούρη 6 ρομπότ ανά 1000 εργαζόμενους, ενώ στις ΗΠΑ είναι 1,5 ανά 1000. Τώρα αυτές οι επενδύσεις θα ενταθούν, αφού λόγω της χρηματοληπτικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών κατά την πανδημία τα επιτόκια θα μειωθούν σημαντικά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η ρομποτοποίηση μπορεί να αυξηθεί μέχρι και το 76% και θα αφορά περισσότερο σε επιχειρήσεις που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και κερδοφορίας, όπως του τομέα των αυτοκινήτων και μεταφορών, των ηλεκτρικών ειδών ή της κλωστοϋφαντουργίας. Στη Γερμανία π.χ. οι τομείς της παραγωγής που επιστρέφουν στη χώρα είναι κυρίως της χημικής βιομηχανίας, της μεταλλουργίας, των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών, που πριν εξασφάλιζαν τα προ-προϊόντα των τελικών τους προϊόντων από παραγωγικές διαδικασίες σε «υποανάπτυκτες» ή «αναπτυσσόμενες» χώρες με χαμηλούς μισθούς.
Στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, χώρες όπως η Τσεχία, η Σλοβακία και η Σλοβενία (όπου η αυτοκινητοβιομηχανία είναι βασικά ξένης ιδιοκτησίας και ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση της ρομποτικής έχοντας πλέον περισσότερα ρομπότ ανά 1000 εργαζόμενους από τις ΗΠΑ ή τη Γαλλία), παραμένουν πολύ ελκυστικές ακόμα για την ανάθεση εξωγενούς παραγωγής από τις επιχειρήσεις των πλούσιων χωρών.
Τα κέντρα παραγωγής χαμηλού κόστους στην Ασία θα βρεθούν σε χειρότερη θέση μετά την πανδημία. Η Κίνα, ειδικότερα, που είχε κεντρική θέση σε πολλές παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και κερδοφορίας, θα αντιμετωπίσει τα σοβαρότερα προβλήματα - παρά τα σχέδιά της για παραγωγή υψηλότερης ποιότητας και για ενίσχυση της εγχώριας κατανάλωσης-από την στροφή αυτή των πολυεθνικών επιχειρήσεων προς εγχώριες και περισσότερο τοπικοποιημένες αλυσίδες παραγωγής αξίας.
Αν και αυτή η εξέλιξη δεν ωφελεί οπωσδήποτε τους τοπικούς εργαζόμενους , όπως αναφέραμε λόγω της ψηφιοποίησης-αυτοματοποίησης-ρομποτοποίησης, βλέπουμε συστημικές αλλαγές στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία-επιταχυνόμενες από την πανδημία- με αναγέννηση της βιομηχανικής παραγωγής στις πλούσιες βιομηχανικές χώρες και αύξηση του μεριδίου της μεταποίησης στην προστιθέμενη αξία σε αυτές τις χώρες.
Ο βιομηχανικός τομέας στη χώρα μας δεν φαίνεται και πάλι να έχει μερίδιο σε αυτή την εξέλιξη, ούτε καν στον τομέα της τεχνολογίας των ΑΠΕ και των ηλεκτρονικών, όπου θα μπορούσε να δημιουργήσει ενδογενή αλυσίδα παραγωγής προ-τελικών- προϊόντων.
Και η προοπτική της Απο-ανάτυξης μετά την πανδημία;
Αυτό που προτείνει το κίνημα της Τοπικοποίησης-Αποανάπτυξης (Localisation-Degrowth είναι να επανα-φαντασθούμε το μέλλον μετά την κρίση του Κοροναϊού. Πιο συγκεκριμένα προτείνει προς τους «από κάτω» του σημερινού παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος:
1) Βάλτε τη ζωή στο επίκεντρο των οικονομικών μας συστημάτων. Αντί της οικονομικής ανάπτυξης και της σπάταλης παραγωγής, πρέπει να θέσουμε τη ζωή και την ευημερία στο επίκεντρο των προσπαθειών μας. Ενώ ορισμένοι τομείς της οικονομίας, όπως η παραγωγή ορυκτών καυσίμων, ο στρατός και η διαφήμιση, πρέπει να καταργηθούν σταδιακά το συντομότερο δυνατόν, πρέπει να προωθήσουμε άλλους, όπως η υγειονομική περίθαλψη, η εκπαίδευση, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η οικολογική γεωργία.
2) Ριζική επαναξιολόγηση για το πόσο και τι δουλειά είναι απαραίτητη για μια καλή ζωή για όλους. Πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην εργασία στον τομέα της περίθαλψης και να εκτιμήσουμε επαρκώς τα επαγγέλματα που αποδείχθηκαν ουσιώδη κατά τη διάρκεια της κρίσης. Οι εργαζόμενοι από τις καταστροφικές βιομηχανίες χρειάζονται πρόσβαση στην κατάρτιση για νέες μορφές εργασίας που να είναι αναγεννητικές και καθαρότερες, εξασφαλίζοντας μια δίκαιη μετάβαση. Συνολικά, πρέπει να μειώσουμε τον χρόνο εργασίας και να θεσπίσουμε συστήματα για την αναδιανομή της.
3) Οργάνωση της κοινωνίας γύρω από τον εφοδιασμό βασικών αγαθών και υπηρεσιών. Ενώ πρέπει να μειώσουμε την σπάταλη κατανάλωση και τα ταξίδια, οι βασικές ανθρώπινες ανάγκες, όπως το δικαίωμα στην τροφή, τη στέγαση και την εκπαίδευση, πρέπει να διασφαλίζονται για όλους μέσω καθολικών βασικών υπηρεσιών ή καθολικών συστημάτων βασικού εισοδήματος. Επιπλέον, πρέπει να καθοριστεί και να εισαχθεί ένα ελάχιστο και μέγιστο εισόδημα.
4) Εκδημοκρατισμός της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει να δοθεί σε όλους τους ανθρώπους η δυνατότητα να συμμετέχουν στις αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή τους. Ειδικότερα, σημαίνει μεγαλύτερη συμμετοχή για περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες, καθώς και ενσωμάτωση των φεμινιστικών αρχών στην πολιτική και το οικονομικό σύστημα. Η ισχύς των παγκόσμιων εταιρειών και του χρηματοπιστωτικού τομέα πρέπει να μειωθεί δραστικά μέσω της δημοκρατικών σχέσεων ιδιοκτησίας και εποπτείας. Οι τομείς που σχετίζονται με τις βασικές ανάγκες, όπως η ενέργεια, τα τρόφιμα, η στέγαση, η υγεία και η εκπαίδευση, πρέπει να από-εμποροποιηθούν και να από-χρηματοποιηθούν. Πρέπει να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα που βασίζεται στη συνεργασία, για παράδειγμα στις συνεργατικές εργαζομένων.
5) Βάση των πολιτικών και οικονομικών συστημάτων η αρχή της αλληλεγγύης. Η ανακατανομή και η δικαιοσύνη - διακρατική, διατομεακή και διαγενεακή - πρέπει να αποτελέσουν τη βάση συμφιλίωσης μεταξύ των σημερινών και των μελλοντικών γενεών, των κοινωνικών ομάδων εντός των χωρών καθώς και μεταξύ των χωρών του Παγκόσμιου Νότου και του Παγκόσμιου Βορρά. Ο Παγκόσμιος Βορράς ειδικότερα πρέπει να τερματίσει τις τρέχουσες μορφές εκμετάλλευσης και να επανορθώσει για τις προηγούμενες. Η κλιματική δικαιοσύνη πρέπει να είναι η αρχή που διέπει έναν ταχύ κοινωνικό-οικολογικό μετασχηματισμό.
Όσο έχουμε ένα οικονομικό σύστημα που εξαρτάται από την ανάπτυξη, μια ύφεση θα είναι μόνο καταστροφική. Αυτό που χρειάζεται αντ' αυτού ο κόσμος είναι η Αποανάπτυξη - μια προγραμματισμένη αλλά προσαρμοστική, βιώσιμη και δίκαιη μείωση της οικονομίας, οδηγώντας σε ένα μέλλον όπου θα μπορούμε να ζήσουμε καλύτερα με λιγότερα. Η τρέχουσα κρίση ήταν βάναυση για πολλούς, πλήττοντας περισσότερο τους πιο ευάλωτους, αλλά μας δίνει επίσης την ευκαιρία να προβληματιστούμε και να επανεξετάσουμε. Μπορεί να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε τι είναι πραγματικά σημαντικό και έχει επιδείξει αμέτρητες δυνατότητες για επανα-οικοδόμηση. Η αποανάπτυξη, ως κίνημα και έννοια, εξετάζει αυτά τα θέματα για περισσότερο από μια δεκαετία και προσφέρει ένα συνεκτικό πλαίσιο για την επανεφεύρεση μιας κοινωνίας βασισμένης σε άλλες αξίες, όπως η βιωσιμότητα, η αλληλεγγύη, η ισότητα, η δικαιοσύνη, η ευγένεια, η άμεση δημοκρατία και η απόλαυση της ζωής.
[1] Ο Παγκόσμιος Δείκτης Αβεβαιότητας- World Uncertainty Index (WUI):είναι ένα νέο μέτρο που δημιουργήθηκε από τους ερευνητές του Πανεπιστημίου του Stanford και παρακολουθεί την αβεβαιότητα σε όλο τον κόσμο στηριζόμενο στις αναφορές των χωρών στη μονάδα Economist Intelligence. Ο δείκτης είναι διαθέσιμος για 143 χώρες.
[2] Στοιχεία από το περιοδικό Spiegel:
https://www.spiegel.de/wirtschaft/soziales/corona-wie-die-pandemie-zur-renaissance-der-deutschen-industrie-fuehrt-a-82d65db2-d12b-4879-b25b-cf1e8a206bf7
Από τις αρχές του 1990 κυρίως, οι εταιρείες είχαν αρχίσει να αναθέτουν την παραγωγή τους σε χώρες με χαμηλούς μισθούς. Η πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» συνέβαλε σε αυτό, όπως επίσης η ολοκλήρωση των θεσμών της παγκοσμιοποίησης και των πολυεθνικών συμφωνιών, η ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, αλλά και μια επανάσταση στις μεταφορές: η τεχνολογία-οικονομία των εμπορευματοκιβωτίων-Containers. Έγινε μια άνευ προηγουμένου ανάπτυξη των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού στις περιοχές μειωμένου κόστους εργασίας. Η περίοδος 1990- 2008 έμεινε γνωστή σαν εποχή της υπερπαγκοσμιοποίησης, και κατά τη διάρκειά της το 60% της παγκόσμιας ανάπτυξης του εμπορίου οφειλόταν στις παγκόσμιες αλυσίδες πραγμάτωσης αξίας.
Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 όμως, προανήγγειλε την αρχή του τέλους αυτής της εποχής. Από το 2011, η αυξανόμενη επέκταση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού έχει σταματήσει. Ο λόγος για αυτή την αλλαγή ήταν η αβεβαιότητα: Μεταξύ 2008 και 2011, ο Παγκόσμιος Δείκτης Αβεβαιότητας [1] αυξήθηκε σχεδόν κατά 200%. Συγκριτικά, κατά τη διάρκεια της επιδημίας του ιού Sars το 2002 και το 2003, ο δείκτης αυτός αυξήθηκε μόνο κατά 70%, ενώ όταν η Βρετανία ψήφισε υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2016,αυξήθηκε προσωρινά κατά 250%.
Αυτή η αυξημένη αβεβαιότητα των τελευταίων χρόνων λοιπόν, φαίνεται να πιάνει κορυφή με την παρούσα πανδημία Covid-19. Καθώς αυτή κλιμακώνεται, έχουν ενταθεί οι κίνδυνοι σε σχέση με τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Οι εταιρείες αλλάζουν στάση και επιχειρηματικά σχέδια και ξαναφέρνουν πίσω, στην πιο σίγουρη μητρική έδρα τους, τις οικονομικές δραστηριότητες και την παραγωγή τους, που πριν είχαν διασκορπίσει σε ένα παγκοσμιοποιημένο δίκτυο θυγατρικών ή συνεργαζόμενων εταιρειών –σε χώρες μισθολογικών παραδείσων-οι οποίες κατασκεύαζαν τα διάφορα στοιχεία των τελικών προϊόντων τους.
Και επειδή δεν τις συμφέρει να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας στις μητρικές χώρες-λόγω της ακριβής εργασίας- προχωρούν εδώ στην ψηφιοποίηση-αυτοματοποίηση-ρομποτοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας. Η χρήση των ρομπότ στις αλυσίδες παραγωγής είναι πια φθηνότερη από πριν και επιταχύνεται, οδηγώντας σε μια αναγέννηση της βιομηχανικής παραγωγής στις μετα-βιομηχανικές χώρες, πράγμα που δημιουργεί και μεγάλο πρόβλημα για την Κίνα, τον μεγάλο κινητήρα της παγκοασμιοποίησης. Μια αύξηση κατά 300% της αβεβαιότητας , που πιθανώς να προκαλέσει η πανδημία Covid-19, θα μπορούσε να μειώσει την παγκόσμια δραστηριότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας κατά 35%. Έτσι την ερχόμενη μετά την πανδημία περίοδο, οι εταιρείες μάλλον δεν θα αναλάβουν τους κινδύνους που συνδέονται με την εξωτερική ανάθεση της παραγωγής. Τα κίνητρα για τη μετατόπιση της παραγωγής πίσω στις πλούσιες βιομηχανικές χώρες ενισχύονται από το γεγονός ότι η ρομποτοποίηση, όπως αναφέρθηκε, είναι τώρα φθηνότερη από ποτέ. Στο παράδειγμα της Γερμανίας: μια εταιρεία θα έπρεπε να πληρώσει έναν Γερμανό εργαζόμενο πολύ περισσότερο από ό, τι έναν εργαζόμενο στην Κίνα. Ένα γερμανικό ρομπότ όμως, δεν απαιτεί καθόλου μισθούς, ούτε κοινωνικές παροχές, όπως η ασφάλιση υγείας ή η συνέχιση της καταβολής των μισθών σε περίπτωση ασθένειας.
Οι επενδύσεις στα ρομπότ δεν είναι μια νέα εξέλιξη, έχουν ξεκινήσει από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Η αυτοκινητοβιομηχανία πρωτοστάτησε σε αυτό, αντιπροσωπεύοντας το 50%-60% στη χρήση των ρομπότ. Στη Γερμανία[2] π.χ. το 2014, υπήρχαν τέσσερα ρομπότ ανά 1.000 εργαζόμενους, στη Νότια Κορέα και τη Σιγκαπούρη 6 ρομπότ ανά 1000 εργαζόμενους, ενώ στις ΗΠΑ είναι 1,5 ανά 1000. Τώρα αυτές οι επενδύσεις θα ενταθούν, αφού λόγω της χρηματοληπτικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών κατά την πανδημία τα επιτόκια θα μειωθούν σημαντικά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η ρομποτοποίηση μπορεί να αυξηθεί μέχρι και το 76% και θα αφορά περισσότερο σε επιχειρήσεις που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και κερδοφορίας, όπως του τομέα των αυτοκινήτων και μεταφορών, των ηλεκτρικών ειδών ή της κλωστοϋφαντουργίας. Στη Γερμανία π.χ. οι τομείς της παραγωγής που επιστρέφουν στη χώρα είναι κυρίως της χημικής βιομηχανίας, της μεταλλουργίας, των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών, που πριν εξασφάλιζαν τα προ-προϊόντα των τελικών τους προϊόντων από παραγωγικές διαδικασίες σε «υποανάπτυκτες» ή «αναπτυσσόμενες» χώρες με χαμηλούς μισθούς.
Στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, χώρες όπως η Τσεχία, η Σλοβακία και η Σλοβενία (όπου η αυτοκινητοβιομηχανία είναι βασικά ξένης ιδιοκτησίας και ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση της ρομποτικής έχοντας πλέον περισσότερα ρομπότ ανά 1000 εργαζόμενους από τις ΗΠΑ ή τη Γαλλία), παραμένουν πολύ ελκυστικές ακόμα για την ανάθεση εξωγενούς παραγωγής από τις επιχειρήσεις των πλούσιων χωρών.
Τα κέντρα παραγωγής χαμηλού κόστους στην Ασία θα βρεθούν σε χειρότερη θέση μετά την πανδημία. Η Κίνα, ειδικότερα, που είχε κεντρική θέση σε πολλές παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και κερδοφορίας, θα αντιμετωπίσει τα σοβαρότερα προβλήματα - παρά τα σχέδιά της για παραγωγή υψηλότερης ποιότητας και για ενίσχυση της εγχώριας κατανάλωσης-από την στροφή αυτή των πολυεθνικών επιχειρήσεων προς εγχώριες και περισσότερο τοπικοποιημένες αλυσίδες παραγωγής αξίας.
Αν και αυτή η εξέλιξη δεν ωφελεί οπωσδήποτε τους τοπικούς εργαζόμενους , όπως αναφέραμε λόγω της ψηφιοποίησης-αυτοματοποίησης-ρομποτοποίησης, βλέπουμε συστημικές αλλαγές στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία-επιταχυνόμενες από την πανδημία- με αναγέννηση της βιομηχανικής παραγωγής στις πλούσιες βιομηχανικές χώρες και αύξηση του μεριδίου της μεταποίησης στην προστιθέμενη αξία σε αυτές τις χώρες.
Ο βιομηχανικός τομέας στη χώρα μας δεν φαίνεται και πάλι να έχει μερίδιο σε αυτή την εξέλιξη, ούτε καν στον τομέα της τεχνολογίας των ΑΠΕ και των ηλεκτρονικών, όπου θα μπορούσε να δημιουργήσει ενδογενή αλυσίδα παραγωγής προ-τελικών- προϊόντων.
Και η προοπτική της Απο-ανάτυξης μετά την πανδημία;
Αυτό που προτείνει το κίνημα της Τοπικοποίησης-Αποανάπτυξης (Localisation-Degrowth είναι να επανα-φαντασθούμε το μέλλον μετά την κρίση του Κοροναϊού. Πιο συγκεκριμένα προτείνει προς τους «από κάτω» του σημερινού παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος:
1) Βάλτε τη ζωή στο επίκεντρο των οικονομικών μας συστημάτων. Αντί της οικονομικής ανάπτυξης και της σπάταλης παραγωγής, πρέπει να θέσουμε τη ζωή και την ευημερία στο επίκεντρο των προσπαθειών μας. Ενώ ορισμένοι τομείς της οικονομίας, όπως η παραγωγή ορυκτών καυσίμων, ο στρατός και η διαφήμιση, πρέπει να καταργηθούν σταδιακά το συντομότερο δυνατόν, πρέπει να προωθήσουμε άλλους, όπως η υγειονομική περίθαλψη, η εκπαίδευση, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η οικολογική γεωργία.
2) Ριζική επαναξιολόγηση για το πόσο και τι δουλειά είναι απαραίτητη για μια καλή ζωή για όλους. Πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην εργασία στον τομέα της περίθαλψης και να εκτιμήσουμε επαρκώς τα επαγγέλματα που αποδείχθηκαν ουσιώδη κατά τη διάρκεια της κρίσης. Οι εργαζόμενοι από τις καταστροφικές βιομηχανίες χρειάζονται πρόσβαση στην κατάρτιση για νέες μορφές εργασίας που να είναι αναγεννητικές και καθαρότερες, εξασφαλίζοντας μια δίκαιη μετάβαση. Συνολικά, πρέπει να μειώσουμε τον χρόνο εργασίας και να θεσπίσουμε συστήματα για την αναδιανομή της.
3) Οργάνωση της κοινωνίας γύρω από τον εφοδιασμό βασικών αγαθών και υπηρεσιών. Ενώ πρέπει να μειώσουμε την σπάταλη κατανάλωση και τα ταξίδια, οι βασικές ανθρώπινες ανάγκες, όπως το δικαίωμα στην τροφή, τη στέγαση και την εκπαίδευση, πρέπει να διασφαλίζονται για όλους μέσω καθολικών βασικών υπηρεσιών ή καθολικών συστημάτων βασικού εισοδήματος. Επιπλέον, πρέπει να καθοριστεί και να εισαχθεί ένα ελάχιστο και μέγιστο εισόδημα.
4) Εκδημοκρατισμός της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει να δοθεί σε όλους τους ανθρώπους η δυνατότητα να συμμετέχουν στις αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή τους. Ειδικότερα, σημαίνει μεγαλύτερη συμμετοχή για περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες, καθώς και ενσωμάτωση των φεμινιστικών αρχών στην πολιτική και το οικονομικό σύστημα. Η ισχύς των παγκόσμιων εταιρειών και του χρηματοπιστωτικού τομέα πρέπει να μειωθεί δραστικά μέσω της δημοκρατικών σχέσεων ιδιοκτησίας και εποπτείας. Οι τομείς που σχετίζονται με τις βασικές ανάγκες, όπως η ενέργεια, τα τρόφιμα, η στέγαση, η υγεία και η εκπαίδευση, πρέπει να από-εμποροποιηθούν και να από-χρηματοποιηθούν. Πρέπει να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα που βασίζεται στη συνεργασία, για παράδειγμα στις συνεργατικές εργαζομένων.
5) Βάση των πολιτικών και οικονομικών συστημάτων η αρχή της αλληλεγγύης. Η ανακατανομή και η δικαιοσύνη - διακρατική, διατομεακή και διαγενεακή - πρέπει να αποτελέσουν τη βάση συμφιλίωσης μεταξύ των σημερινών και των μελλοντικών γενεών, των κοινωνικών ομάδων εντός των χωρών καθώς και μεταξύ των χωρών του Παγκόσμιου Νότου και του Παγκόσμιου Βορρά. Ο Παγκόσμιος Βορράς ειδικότερα πρέπει να τερματίσει τις τρέχουσες μορφές εκμετάλλευσης και να επανορθώσει για τις προηγούμενες. Η κλιματική δικαιοσύνη πρέπει να είναι η αρχή που διέπει έναν ταχύ κοινωνικό-οικολογικό μετασχηματισμό.
Όσο έχουμε ένα οικονομικό σύστημα που εξαρτάται από την ανάπτυξη, μια ύφεση θα είναι μόνο καταστροφική. Αυτό που χρειάζεται αντ' αυτού ο κόσμος είναι η Αποανάπτυξη - μια προγραμματισμένη αλλά προσαρμοστική, βιώσιμη και δίκαιη μείωση της οικονομίας, οδηγώντας σε ένα μέλλον όπου θα μπορούμε να ζήσουμε καλύτερα με λιγότερα. Η τρέχουσα κρίση ήταν βάναυση για πολλούς, πλήττοντας περισσότερο τους πιο ευάλωτους, αλλά μας δίνει επίσης την ευκαιρία να προβληματιστούμε και να επανεξετάσουμε. Μπορεί να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε τι είναι πραγματικά σημαντικό και έχει επιδείξει αμέτρητες δυνατότητες για επανα-οικοδόμηση. Η αποανάπτυξη, ως κίνημα και έννοια, εξετάζει αυτά τα θέματα για περισσότερο από μια δεκαετία και προσφέρει ένα συνεκτικό πλαίσιο για την επανεφεύρεση μιας κοινωνίας βασισμένης σε άλλες αξίες, όπως η βιωσιμότητα, η αλληλεγγύη, η ισότητα, η δικαιοσύνη, η ευγένεια, η άμεση δημοκρατία και η απόλαυση της ζωής.
[1] Ο Παγκόσμιος Δείκτης Αβεβαιότητας- World Uncertainty Index (WUI):είναι ένα νέο μέτρο που δημιουργήθηκε από τους ερευνητές του Πανεπιστημίου του Stanford και παρακολουθεί την αβεβαιότητα σε όλο τον κόσμο στηριζόμενο στις αναφορές των χωρών στη μονάδα Economist Intelligence. Ο δείκτης είναι διαθέσιμος για 143 χώρες.
[2] Στοιχεία από το περιοδικό Spiegel:
https://www.spiegel.de/wirtschaft/soziales/corona-wie-die-pandemie-zur-renaissance-der-deutschen-industrie-fuehrt-a-82d65db2-d12b-4879-b25b-cf1e8a206bf7
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου